Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΣΟΦΟΚΛΗΣ

Ἀντιγόνη (508-530)


ΚΡ. σὺ τοῦτο μούνη τῶνδε Καδμείων ὁρᾷς.
ΑΝ. ὁρῶσι χοὗτοι· σοὶ δ᾽ ὑπίλλουσι στόμα.
510ΚΡ. σὺ δ᾽ οὐκ ἐπαιδῇ, τῶνδε χωρὶς εἰ φρονεῖς;
ΑΝ. οὐδὲν γὰρ αἰσχρὸν τοὺς ὁμοσπλάγχνους σέβειν
ΚΡ. οὔκουν ὅμαιμος χὡ καταντίον θανών;
ΑΝ. ὅμαιμος ἐκ μιᾶς τε καὶ ταὐτοῦ πατρός.
ΚΡ. πῶς δῆτ᾽ ἐκείνῳ δυσσεβῆ τιμᾷς χάριν;
515ΑΝ. οὐ μαρτυρήσει ταῦθ᾽ ὁ κατθανὼν νέκυς.
ΚΡ. εἴ τοί σφε τιμᾷς ἐξ ἴσου τῷ δυσσεβεῖ.
ΑΝ. οὐ γάρ τι δοῦλος, ἀλλ᾽ ἀδελφὸς ὤλετο.
ΚΡ. πορθῶν δὲ τήνδε γῆν· ὁ δ᾽ ἀντιστὰς ὕπερ.
ΑΝ. ὅμως ὅ γ᾽ Ἅιδης τοὺς νόμους ἴσους ποθεῖ.
520ΚΡ. ἀλλ᾽ οὐχ ὁ χρηστὸς τῷ κακῷ λαχεῖν ἴσον.
ΑΝ. τίς οἶδεν εἰ κάτωθεν εὐαγῆ τάδε;
ΚΡ. οὔτοι ποθ᾽ οὑχθρός, οὐδ᾽ ὅταν θάνῃ, φίλος.
ΑΝ. οὔτοι συνέχθειν, ἀλλὰ συμφιλεῖν ἔφυν.
ΚΡ. κάτω νυν ἐλθοῦσ᾽, εἰ φιλητέον, φίλει
525κείνους· ἐμοῦ δὲ ζῶντος οὐκ ἄρξει γυνή.
ΧΟ. καὶ μὴν πρὸ πυλῶν ἥδ᾽ Ἰσμήνη,
φιλάδελφα κάτω δάκρυ᾽ εἰβομένη·
νεφέλη δ᾽ ὀφρύων ὕπερ αἱματόεν
ῥέθος αἰσχύνει,
530τέγγουσ᾽ εὐῶπα παρειάν.


ΚΡΕ. Αυτό εσύ μόνη απ᾽ όλους αυτούς βλέπεις.
ΑΝΤ. Βλέπουν κι αυτοί· μα εμπρός σου κλειούν τη γλώσσα.
ΚΡΕ. Και δεν ντρέπεσαι εσύ χωριστή να ᾽χεις
510γνώμη απ᾽ αυτούς; ΑΝΤ. Όχι, ντροπή δεν το ᾽χω
να τιμώ αυτούς που είμαστε απ᾽ το ίδιο σπλάχνο.
ΚΡΕ. Και απ᾽ το ίδιο σπλάχνο δέν ηταν και κείνος
πὄπεσε πολεμώντας μπρος στον άλλο;
ΑΝΤ. Απ᾽ το ίδιο, από μια μάνα και πατέρα.
ΚΡΕ. Πώς λοιπόν πρόσφερες τιμές οπού είναι
ασέβεια για κείνον; ΑΝΤ. Τέτοιο πράμα
δε θα το μαρτυρήσει ο πεθαμένος.
ΚΡΕ. Αφού όμοια τον τιμάς με τον ανόσιο;
ΑΝΤ. Σκοτώθηκε όχι σκλάβος, μα αδερφός του.
ΚΡΕ. Κουρσεύοντας τη χώρα του, ενώ εκείνος
υπερασπίζοντάς την. ΑΝΤ. Όμως ο Άδης
ίσους για όλους ποθεί τους νόμους που έχει.
ΚΡΕ. Μα όμοιος με τον καλό ο κακός δεν είναι
520για να ᾽χουν ίσο κλήρο. ΑΝΤ. Ποιός ξέρει
αν έχουν αυτά πέραση εκεί κάτω.
ΚΡΕ. Ποτέ μου εχθρός δε θενα γίνει φίλος
ούτε κι αφού πεθάνει. ΑΝΤ. Εγώ δεν είμαι
για να μοιράζομαι έχθρες, αλλ᾽ αγάπη.
ΚΡΕ. Σαν πας λοιπόν κάτω απ᾽ τη γη, αφού πρέπει
και καλά ν᾽ αγαπάς, αγάπα εκείνους
που ᾽ναι εκεί κάτω· μα όσο εγώ θενά ᾽μαι
στη ζωή, γυναίκα δε θα εξουσιάσει.
ΧΟΡ. Αλλά νά, στις πύλες μπρος η Ισμήνη
χύνοντας φιλάδερφο απ᾽ τα μάτια δάκρυ,
ένα σύννεφο στα φρύδια της απάνω
το αναμμένο πρόσωπό της παραλλάζει
530βρέχοντας τα ωραία τα μάγουλά της.


ΚΡΕ. Μονάχη εσύ απ᾽ τους Καδμείους αυτούς τα βλέπεις έτσι.
ANT. Τα βλέπουνε κι αυτοί, αλλά μπροστά σου σουρώνουνε το στόμα.
510ΚΡΕ. Κι εσύ δεν ντρέπεσαι να ᾽χεις γνώμη διάφορη από τούτους;
ANT. Ντροπή δεν είναι να σέβεται κανείς εκείνους που ᾽χουν τα ίδια σπλάχνα.
ΚΡΕ. Μήπως δεν είναι αδελφός σου και ο άλλος που σκοτώθηκε εναντίον του;
ANT. Αδελφός από μία μητέρα κι απ᾽ τον ίδιο πατέρα.
ΚΡΕ. Πώς τον προσβάλλεις λοιπόν με το να κάνεις χάρη και τιμή στον άλλο;
ANT. Δεν θα ᾽λεγε τα ίδια γι᾽ αυτά ο πεθαμένος.
ΚΡΕ. Αφού τον τιμάς ίδια σαν τον αμαρτωλό.
ANT. Δούλος μου δεν χάθηκε, παρά ο αδελφός μου.
ΚΡΕ. Που ρήμαξε τη χώρα, ενώ ο άλλος
αντιστάθηκε για να την ᾽περασπίσει.
ANT. Το ίδιο και τους δύο με τον νόμο του τους ζητάει ο Άδης.
520ΚΡΕ. Μα δεν πρέπει ο καλός με τον κακό να έρθει ίσος.
ANT. Ποιός ξέρει, εκεί κάτου περνούν αυτά για άγια;
ΚΡΕ. Ποτέ ο εχτρός, και σαν πεθάνει ακόμα, φίλος δεν γίνεται.
ANT. Όχι για να μισώ μαζί, για ν᾽ αγαπώ γεννήθηκα.
ΚΡΕ. Τώρα που θα πας κάτω, σαν πρέπει να τους αγαπάς, αγάπα τους εκείνους,
ενόσω όμως ζω εγώ, γυναίκα δεν θα προστάξει.
ΧΟΡ. Νά την μπροστά στις πύλες την Ισμήνη, που γι᾽ αγάπη της αδελφής της ποτάμι χύνει τα δάκρυα.
Τα φρύδια της σαν σύννεφο σκιάζουν κι ασχημίζουν το πρόσωπό της το ροδόθωρο
530και τα όμορφά της μάγουλα είναι βρεμένα.


ΚΡΕ. Αλλ᾽ έτσι, απ᾽ όλους που ᾽ναι εδώ, το λες εσύ μονάχα.
ΑΝΤ. Έτσι κι αυτοί! μα ο φόβος σου τους έκλεισε το στόμα.
510ΚΡΕ. Δεν ντρέπεσαι λοιπόν, μ᾽ αυτούς να μην κρατάς μια γνώμη;
ΑΝΤ. Μια μάνα μάς εγέννησε, και πως θα τον τιμήσω
δεν το ᾽χω βέβαια για ντροπή. ΚΡΕ. Δεν ήταν αδερφός σου
κι εκείνος οπού πέθανε μ᾽ ετούτον πολεμώντας;
ΑΝΤ. Ναι, και μ᾽ εκείνον είχαμε μια μάνα, έναν πατέρα.
ΚΡΕ. Δεν τον περιφρονάς λοιπόν, αφού τιμάς τον άλλον;
ΑΝΤ. Τέτοια, το ξέρω, μαρτυριάν εκείνος δεν θα δώσει.
ΚΡΕ. Μα αφού το ίδιο τον τιμάς μ᾽ ετούτον τον αχρείο!
ΑΝΤ. Γιατί δεν ήταν δούλος του, γιατ᾽ ήταν αδερφός του!
ΚΡΕ. Αυτός μας εκατάστρεψε, μας έσωσεν εκείνος!
ΑΝΤ. Αλλ᾽ ίδιους νόμους αγαπούν οι θεοί του κάτω κόσμου.
520ΚΡΕ. Αλλ᾽ ο καλός με τον κακό δεν έχουν ίδια μοίρα.
ΑΝΤ. Ποιός ξέρει αν έτσι κρίνουνε κι εκεί στον Άδη κάτω;
ΚΡΕ. Φίλος δεν γίνεται ο εχτρός, ούτε και σαν πεθάνει!
ΑΝΤ. Στον κόσμο δεν γεννήθηκα για να μισώ με άλλους,
αλλά μονάχα ν᾽ αγαπώ! ΚΡΕ. Μα πήγαινε εκεί κάτω!
Κι αν πρέπει πάντα ν᾽ αγαπάς, αγάπα τους εκείνους·
αλλά γυναίκα, όσο ζω, δεν κάνω κυβερνήτη.
ΚΟΡ. Μα νά κι η Ισμήνη τωραδά, που από τις πόρτες βγαίνει
και δάκρυα φιλάδερφα παντού την περιχύνουν·
και φαίνεται σα σύννεφο πάνω στο μέτωπό της,
530και στ᾽ όμορφό της μάγουλον ανέβηκε το αίμα.