Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ

Ἱππῆς (683-727)


ΧΟ. πάντα τοι πέπραγας οἷα χρὴ τὸν εὐτυχοῦντα· [ἀντ.]
ηὗρε δ᾽ ὁ πανοῦργος ἕτερον πολὺ πανουργίαις
685μείζοσι κεκασμένον
καὶ δόλοισι ποικίλοις
ῥήμασίν θ᾽ αἱμύλοις.
ἀλλ᾽ ὅπως ἀγωνιεῖ φρόν-
τιζε τἀπίλοιπ᾽ ἄριστα·
συμμάχους δ᾽ ἡμᾶς ἔχων εὔ-
690νους ἐπίστασαι πάλαι.

ΑΛ. καὶ μὴν ὁ Παφλαγὼν οὑτοσὶ προσέρχεται,
ὠθῶν κολόκυμα καὶ ταράττων καὶ κυκῶν,
ὡς δὴ καταπιόμενός με. μορμὼ τοῦ θράσους.
ΠΑ. εἰ μή σ᾽ ἀπολέσαιμ᾽, εἴ τι τῶν αὐτῶν ἐμοὶ
695ψευδῶν ἐνείη, διαπέσοιμι πανταχῇ.
ΑΛ. ἥσθην ἀπειλαῖς, ἐγέλασα ψολοκομπίαις,
ἀπεπυδάρισα μόθωνα, περιεκόκκασα.
ΠΑ. οὔτοι μὰ τὴν Δήμητρ᾽ ἔτ᾽ εἰ μή σ᾽ ἐκφάγω
ἐκ τῆσδε τῆς γῆς, οὐδέποτε βιώσομαι.
700ΑΛ. εἰ μὴ ᾽κφάγῃς; ἐγὼ δέ γ᾽, εἰ μή σ᾽ ἐκπίω,
κἂν ἐκροφήσας αὐτὸς ἐπιδιαρραγῶ.
ΠΑ. ἀπολῶ σε νὴ τὴν προεδρίαν τὴν ἐκ Πύλου.
ΑΛ. ἰδοὺ προεδρίαν· οἷον ὄψομαί σ᾽ ἐγὼ
ἐκ τῆς προεδρίας ἔσχατον θεώμενον.
705ΠΑ. ἐν τῷ ξύλῳ δήσω σε νὴ τὸν οὐρανόν.
ΑΛ. ὡς ὀξύθυμος. φέρε τί σοι δῶ καταφαγεῖν;
ἐπὶ τῷ φάγοις ἥδιστ᾽ ἄν; ἐπὶ βαλλαντίῳ;
ΠΑ. ἐξαρπάσομαί σου τοῖς ὄνυξι τἄντερα.
ΑΛ. ἀπονυχιῶ σου τἀν πρυτανείῳ σιτία.
710ΠΑ. ἕλξω σε πρὸς τὸν δῆμον, ἵνα δῷς μοι δίκην.
ΑΛ. κἀγὼ δὲ σ᾽ ἕλξω καὶ διαβαλῶ πλείονα.
ΠΑ. ἀλλ᾽, ὦ πόνηρε, σοὶ μὲν οὐδὲν πείθεται·
ἐγὼ δ᾽ ἐκείνου καταγελῶ γ᾽ ὅσον θέλω.
ΑΛ. ὡς σφόδρα σὺ τὸν δῆμον σεαυτοῦ νενόμικας.
715ΠΑ. ἐπίσταμαι γὰρ αὐτὸν οἷς ψωμίζεται.
ΑΛ. κᾆθ᾽ ὥσπερ αἱ τίτθαι γε σιτίζεις κακῶς·
μασώμενος γὰρ τῷ μὲν ὀλίγον ἐντίθης,
αὐτὸς δ᾽ ἐκείνου τριπλάσιον κατέσπακας.
ΠΑ. καὶ νὴ Δί᾽ ὑπό γε δεξιότητος τῆς ἐμῆς
720δύναμαι ποεῖν τὸν δῆμον εὐρὺν καὶ στενόν.
ΑΛ. χὠ πρωκτὸς οὑμὸς τουτογὶ σοφίζεται.
ΠΑ. οὐκ, ὦγάθ᾽, ἐν βουλῇ με δόξεις καθυβρίσαι.
ἴωμεν εἰς τὸν δῆμον. ΑΛ. οὐδὲν κωλύει,
ἰδού· βάδιζε, μηδὲν ἡμᾶς ἰσχέτω.
725ΠΑ. ὦ Δῆμε, δεῦρ᾽ ἔξελθε— ΑΛ. νὴ Δί᾽, ὦ πάτερ,
ἔξελθε δῆτ᾽, ὦ Δημίδιον, ‹ὦ› φίλτατον.
ΠΑ. ἔξελθ᾽, ἵν᾽ εἰδῇς οἷα περιυβρίζομαι.


ΧΟΡ. Όλα σου ήρθαν δεξιά, σα χαϊδεμένο παιδί της τύχης. Και το χαμένο κορμί τη βρήκε από άλλον, αρματωμένον σαν αστακό με πολύ πιο μεγάλες λαθροχειρίες, με τερτίπια κάθε λογής, με μαλαγάνικα λόγια. Όμως στίψε το μυαλό σου πώς θα συνεχίσεις μ᾽ επιτυχία τον αγώνα από δω και πέρα· για ένα να ᾽σαι σίγουρος: [690] μας έχεις στο πλευρό σου σύμμαχους γκαρδιακούς.

(Επιστρέφει μανιασμένος ο Παφλαγόνας).
ΑΛΛ. Νά τα μας! Αριβάρει ο Παφλαγόνας, σπρώχνοντας μπρος του φουσκοθαλασσιά, ρούφουλα κι αντάρα, για να με καταπιεί. Βρε το μούτρο, ξετσιπωσιά μια φορά!
ΠΑΦ. (Με επιθετική διάθεση εναντίον του Αλλαντοπώλη). Αν δεν σε σβήσω απ᾽ τον χάρτη, φτάνει ένα μέρος απ᾽ τις ψευτιές μου να μου μένει, να καταρέψω πατόκορφα.
ΑΛΛ. Χαρά μου οι φοβέρες σου, γέλιο μου τα κούφια μπουμπουνητά σου, ρίχνω βαρύ ζεμπέκικο, τσιρίζω πέρα-δώθε «κικιρίκου»!
ΠΑΦ. Όχι, όχι, αν, μά τη Δήμητρα, απ᾽ αυτή την πόλη δεν σ᾽ εξαποστείλω... στο στομάχι μου ολάκερον, να πεθάνω στη στιγμή.
ΑΛΛ. [700] Ολάκερον στο στομάχι σου; Κι εγώ, αν δεν σε ρουφήξω ολάκερο — ας σε καταπιώ κι ας πλαντάξω!
ΠΑΦ. Θα σε ξεκάνω, μά την πρωτοκαθεδρία που κέρδισα στην Πύλο.
ΑΛΛ. Άκουσε κόσμε, πρωτοκαθεδρία! Να δω τί μούτρα θα κατεβάσεις όταν βρεθείς από την πρώτη σειρά στους όρθιους της γαλαρίας, πίσω-πίσω!
ΠΑΦ. Θα σε δέσω στο φάλαγγα, μά τον ουρανό.
ΑΛΛ. Πω, πω τσαντίλας! Γιά να δούμε, τί να σου δώσω να καταβροχθίσεις; Τί προσφάι τραβά η όρεξή σου; Τί θα ᾽λεγες για κανένα πουγκί; (Παίρνει από τον πάγκο του και κάνει πως πετά στα μούτρα του Παφλαγόνα στομάχι γουρουνιού).
ΠΑΦ. Με τα νύχια μου θα εξωπετάξω τ᾽ άντερά σου!
ΑΛΛ. Με τα νύχια μου θα εξωπετάξω τα φαγιά που τρως στο πρυτανείο.
ΠΑΦ. [710] Θα σε πάω σούρνοντας στον Δήμο, για να μου τα πληρώσεις όλα!
ΑΛΛ. Κι εγώ θα σε πάω σούρνοντας, με βαρύτερες συκοφαντίες.
ΠΑΦ. Όμως, καψερέ μου, δεν δίνει καθόλου βάση στα λόγια σου· ενώ εγώ σπάω πλάκα μαζί του όσο θέλω.
ΑΛΛ. Σα να το καλοπίστεψες ότι έχεις τον Δήμο του χεριού σου.
ΠΑΦ. Γιατί ξέρω καλά με τί ψίχουλα τον ταΐζω.
ΑΛΛ. Κι έτσι τον ταΐζεις ξίκικα, όπως οι παραμάνες· δηλαδή, μασουλώντας την τροφή του, μια τόση δα μπουκιά μόνο βάζεις στο στόμα του, η αφεντιά σου όμως κατεβάζεις τριπλάσιο.
ΠΑΦ. Μάλιστα τόση είναι η καπατσοσύνη μου που, μά τον Δία, [720] μπορώ να σου κάνω τον Δήμο τη μια φαρδύ, την άλλη στενό.
ΑΛΛ. Την ίδια καπατσοσύνη την έχει κι ο κώλος μου.
ΠΑΦ. Όχι, παλικάρι μου, δεν θα σου περάσει που μ᾽ έκανες σκουπίδι στη βουλή. Μπρος, πάμε στον Δήμο.
ΑΛΛ. Έτοιμος, καμιά αντίρρηση. Βάδιζε, όλα τ᾽ άλλα άσ᾽ τα κατά μέρος. (Πλησιάζουν και οι δυο στο σπίτι του Δήμου).
ΠΑΦ. (Χτυπά την πόρτα:) Ε Δήμε, έλα, βγες έξω!
ΑΛΛ. (Χτυπά ακόμα πιο δυνατά:) Στ᾽ όνομα του Δία, πατερούλη, βγες επιτέλους!
ΠΑΦ. (Εξακολουθεί να χτυπά την πόρτα, ουρλιάζοντας:) Δημούλη μου, κανακάρη μου, βγες έξω για να δεις με τί βρισιές με περιλούζουν!