ΤΡΙΤΟ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ (Έρχεται η βάγια, μαζί με άλλες δυο δούλες, κουβαλώντας ένα τυλιγμένο σώμα.)
ΒΑΓΙΑ
Κοπέλες, τη δυστυχισμένη Εκάβη πού θα βρω;
αυτήν που ξεπερνάει γυναίκες κι άντρες
660στις συμφορές; Κανένας δεν της παραβγαίνει.
ΧΟΡΟΣ
Τί θέλεις, πάλι, κακομοίρα μου, και σκούζεις;
Τέλος δεν έχουν τα πικρά μηνύματά σου.
ΒΑΓΙΑ
Φέρνω για την Εκάβη αυτόν τον πόνο.
Στις συμφορές, πώς να τα πεις τα όμορφα λόγια;
ΧΟΡΟΣ
Μα νά τηνε που βγαίνει απ᾽ τη σκηνή της
πάνω στην ώρα, για ν᾽ ακούσει αυτά που θέλεις.
ΒΑΓΙΑ
Ω δύσμοιρη κυρά, πιο δύσμοιρη
κι απ᾽ ό,τι λέω, χάθηκες, έχει πια σβήσει
το φως για σένα, ούτε παιδιά, ούτε άντρας,
ούτε πατρίδα σού έμεινε, αφανίστηκες.
ΕΚΑΒΗ
670Δεν είπες τίποτα καινούργιο. Όσα μου κράζεις
τα ξέρω, όμως γιατί το λείψανο
της Πολυξένης μού ᾽φερες εδώ, αφού όπως μου ᾽παν
όλο το στράτευμα των Αχαιών γυρεύει
να την κηδέψει με τα ίδια του τα χέρια;
ΒΑΓΙΑ
Δεν ξέρει τίποτα, θρηνεί την Πολυξένη της
και για τα πάθη τα καινούργια ούτε που βάζει ο νους της.
ΕΚΑΒΗ
Οϊμένα, μήπως την προφήτισσα Κασάνδρα
μου κουβαλάς εδώ, τη θεοκρουσμένη;
ΒΑΓΙΑ
Για ζωντανή μιλάς, αντί να κλαις
για τούτον δω τον νεκρό· μα γιά κοίτα
το γυμνωμένο του κορμί, δεν είναι
680κάτι που δεν το περίμενες;
|