Έβδομος ορισμός. ΣΩ. Εκείνο που εγώ ξέρω είναι πως η επιθυμία να μάθω δεν με αφήνει να σε περιμένω γι᾽ αργότερα. Θαρρώ μάλιστα πως τώρα δα βρήκα κάποιον καλό δρόμο. Πρόσεχε! Αν εκείνο που μας κάνει να χαιρόμαστε —δεν εννοώ βέβαια όλες τις ευχαριστήσεις, μόνο εκείνο που μας δίνει χαρά με την ακοή και με την όραση— αν αυτό λέγαμε όμορφο, τί λογής θα ήταν [298a] ο πόλεμός μας; Αν δεν γελιέμαι, και οι όμορφοι άνθρωποι, Ιππία, και τα στολίσματα όλα και οι ζωγραφιές και τα πλαστικά έργα, όσα τυχόν είναι όμορφα, μας ευχαριστούν όταν τα βλέπουμε. Και οι ήχοι οι όμορφοι και η μουσική γενικά και οι λόγοι και τα παραμύθια την ίδια τούτη δουλειά κάνουν. Έτσι, αν αποκρινόμασταν σε κείνον τον θρασύ άνθρωπο: Το όμορφο, λεβέντη μου, είναι αυτό που δίνει ευχαρίστηση με τα μέσα της ακοής και της όρασης, δεν θα του κόβαμε, πιστεύεις, τη θρασύτητα; ΙΠ. Εγώ τουλάχιστο, Σωκράτη, πιστεύω ότι τώρα ο λόγος μας [298b] για το τί είναι όμορφο είναι σωστός. ΣΩ. Πες μου όμως: για τις ασχολίες τις όμορφες και για τους νόμους, Ιππία, θα πούμε τάχα πως είναι ευχάριστα στην ακοή και στην όραση, γι᾽ αυτό και είναι όμορφα; Ή μήπως είναι κάτι διαφορετικό; ΙΠ. Μα σε τούτα, Σωκράτη, μπορεί να μη δώσει προσοχή ο άνθρωπος εκείνος. ΣΩ. Μά το σκύλο, Ιππία, θα δώσει — εκείνος, που εγώ θα τον ντρεπόμουν πιο πολύ από κάθε άλλον, αν έλεγα ανοησίες και καμωνόμουν πως κάτι λέω, χωρίς να λέω τίποτε. ΙΠ. Και ποιός είναι αυτός; ΣΩ. Ο Σωκράτης, ο γιος του Σωφρονίσκου! Αυτός την άδεια να μιλώ γι᾽ αυτά τα πράγματα [298c] με τόση ευκολία, χωρίς να τα έχω εξετάσει καλά, δεν θα μου την έδινε με πιο μεγάλη προθυμία από ό,τι θα μου την έδινε αν μιλούσα για πράγματα που δεν τα ξέρω σαν να τα ξέρω. ΙΠ. Και σε μένα όμως τον ίδιο, μια και συ το είπες, φαίνεται πως η περίπτωση των νόμων είναι κάτι διαφορετικό. ΣΩ. Ήσυχα, Ιππία! Παρόλο που έχουμε πέσει στο ίδιο πάλι αδιέξοδο, όπως λίγο πιο πριν, για το τί είναι όμορφο, πάμε να πιστέψουμε πως βρήκαμε κάποιον άλλο σωστό δρόμο. ΙΠ. Τί θέλεις να πεις, Σωκράτη; ΣΩ. Εγώ θα σου πω αυτό που εγώ τουλάχιστο πιστεύω, αν βέβαια λέω κάτι [298d] που να αξίζει. Τούτα δηλαδή τα σχετικά με τους νόμους και τις ασχολίες δεν αποκλείεται να φανούν πως δεν είναι έξω από την αίσθηση που έχουμε με την ακοή και με την όραση. Ας κρατηθούμε όμως σ᾽ αυτόν το λόγο, πως το ευχάριστο που μας δίνουν οι αισθήσεις αυτές είναι όμορφο, χωρίς να φέρουμε καθόλου στη μέση το ζήτημα των νόμων. Αν όμως μας ρωτήσει είτε τούτος που λέω είτε οποιοσδήποτε άλλος: Για ποιόν τάχα λόγο, Ιππία και Σωκράτη, απομονώσατε από το ευχάριστο γενικά εκείνο που είναι εκεί μόνο ευχάριστο και εκεί λέτε πως είναι όμορφο, για το ευχάριστο όμως που μας δίνουν οι άλλες [298e] αισθήσεις από τα φαγητά και τα πιοτά και τα ερωτικά και όλα τα άλλα παρόμοια, δεν λέτε πως είναι όμορφα; Ή μήπως λέτε πως ούτε ευχάριστα είναι ούτε μας δίνεται καμιά ευχαρίστηση από αυτά τα πράγματα, ούτε από τίποτε άλλο έξω από την όραση και την ακοή; — Τί θα πούμε, Ιππία; ΙΠ. Οπωσδήποτε θα πούμε, φαντάζομαι, ότι και από τα άλλα μάς δίνονται ευχαριστήσεις πολύ μεγάλες.
|