Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Ἱστορίαι (5.4.1-5.8.4)

[5.4.1] Φαίαξ δὲ ὁ Ἐρασιστράτου τρίτος αὐτὸς Ἀθηναίων πεμπόντων ναυσὶ δύο ἐς Ἰταλίαν καὶ Σικελίαν πρεσβευτὴς ὑπὸ τὸν αὐτὸν χρόνον ἐξέπλευσεν. [5.4.2] Λεοντῖνοι γὰρ ἀπελθόντων Ἀθηναίων ἐκ Σικελίας μετὰ τὴν ξύμβασιν πολίτας τε ἐπεγράψαντο πολλοὺς καὶ ὁ δῆμος τὴν γῆν ἐπενόει ἀναδάσασθαι. [5.4.3] οἱ δὲ δυνατοὶ αἰσθόμενοι Συρακοσίους τε ἐπάγονται καὶ ἐκβάλλουσι τὸν δῆμον. καὶ οἱ μὲν ἐπλανήθησαν ὡς ἕκαστοι, οἱ δὲ δυνατοὶ ὁμολογήσαντες Συρακοσίοις καὶ τὴν πόλιν ἐκλιπόντες καὶ ἐρημώσαντες Συρακούσας ἐπὶ πολιτείᾳ ᾤκησαν. [5.4.4] καὶ ὕστερον πάλιν αὐτῶν τινὲς διὰ τὸ μὴ ἀρέσκεσθαι ἀπολιπόντες ἐκ τῶν Συρακουσῶν Φωκαίας τε τῆς πόλεώς τι τῆς Λεοντίνων χωρίον καλούμενον καταλαμβάνουσι καὶ Βρικιννίας ὂν ἔρυμα ἐν τῇ Λεοντίνῃ. καὶ τῶν τοῦ δήμου τότε ἐκπεσόντων οἱ πολλοὶ ἦλθον ὡς αὐτούς, καὶ καταστάντες ἐκ τῶν τειχῶν ἐπολέμουν. [5.4.5] ἃ πυνθανόμενοι οἱ Ἀθηναῖοι τὸν Φαίακα πέμπουσιν, εἴ πως πείσαντες τοὺς σφίσιν ὄντας αὐτόθι ξυμμάχους καὶ τοὺς ἄλλους, ἢν δύνωνται, ξικελιώτας κοινῇ ὡς Συρακοσίων δύναμιν περιποιουμένων ἐπιστρατεῦσαι, διασώσειαν τὸν δῆμον τῶν Λεοντίνων. [5.4.6] ὁ δὲ Φαίαξ ἀφικόμενος τοὺς μὲν Καμαριναίους πείθει καὶ Ἀκραγαντίνους, ἐν δὲ Γέλᾳ ἀντιστάντος αὐτῷ τοῦ πράγματος οὐκέτι ἐπὶ τοὺς ἄλλους ἔρχεται, αἰσθόμενος οὐκ ἂν πείθειν αὐτούς, ἀλλ᾽ ἀναχωρήσας διὰ τῶν Σικελῶν ἐς Κατάνην καὶ ἅμα ἐν τῇ παρόδῳ καὶ ἐς τὰς Βρικιννίας ἐλθὼν καὶ παραθαρσύνας ἀπέπλει. [5.5.1] ἐν δὲ τῇ παρακομιδῇ τῇ ἐς τὴν Σικελίαν καὶ πάλιν ἀναχωρήσει καὶ ἐν τῇ Ἰταλίᾳ τισὶ πόλεσιν ἐχρημάτισε περὶ φιλίας τοῖς Ἀθηναίοις, καὶ Λοκρῶν ἐντυγχάνει τοῖς ἐκ Μεσσήνης ἐποίκοις ἐκπεπτωκόσιν, οἳ μετὰ τὴν τῶν Σικελιωτῶν ὁμολογίαν στασιασάντων Μεσσηνίων καὶ ἐπαγαγομένων τῶν ἑτέρων Λοκροὺς ἔποικοι ἐξεπέμφθησαν, καὶ ἐγένετο Μεσσήνη Λοκρῶν τινὰ χρόνον. [5.5.2] τούτοις οὖν ὁ Φαίαξ ἐντυχὼν τοῖς κομιζομένοις οὐκ ἠδίκησεν· ἐγεγένητο γὰρ τοῖς Λοκροῖς πρὸς αὐτὸν ὁμολογία ξυμβάσεως πέρι πρὸς τοὺς Ἀθηναίους. [5.5.3] μόνοι γὰρ τῶν ξυμμάχων, ὅτε Σικελιῶται ξυνηλλάσσοντο, οὐκ ἐσπείσαντο Ἀθηναίοις, οὐδ᾽ ἂν τότε, εἰ μὴ αὐτοὺς κατεῖχεν ὁ πρὸς Ἱππωνιᾶς καὶ Μεδμαίους πόλεμος ὁμόρους τε ὄντας καὶ ἀποίκους. καὶ ὁ μὲν Φαίαξ ἐς τὰς Ἀθήνας χρόνῳ ὕστερον ἀφίκετο.
[5.6.1] Ὁ δὲ Κλέων ὡς ἀπὸ τῆς Τορώνης τότε περιέπλευσεν ἐπὶ τὴν Ἀμφίπολιν, ὁρμώμενος ἐκ τῆς Ἠιόνος Σταγίρῳ μὲν προσβάλλει Ἀνδρίων ἀποικίᾳ καὶ οὐχ εἷλε, Γαληψὸν δὲ τὴν Θασίων ἀποικίαν λαμβάνει κατὰ κράτος. [5.6.2] καὶ πέμψας ὡς Περδίκκαν πρέσβεις, ὅπως παραγένοιτο στρατιᾷ κατὰ τὸ ξυμμαχικόν, καὶ ἐς τὴν Θρᾴκην ἄλλους παρὰ Πολλῆν τὸν Ὀδομάντων βασιλέα, ἄξοντας μισθοῦ Θρᾷκας ὡς πλείστους, αὐτὸς ἡσύχαζε περιμένων ἐν τῇ Ἠιόνι. [5.6.3] Βρασίδας δὲ πυνθανόμενος ταῦτα ἀντεκάθητο καὶ αὐτὸς ἐπὶ τῷ Κερδυλίῳ· ἔστι δὲ τὸ χωρίον τοῦτο Ἀργιλίων ἐπὶ μετεώρου πέραν τοῦ ποταμοῦ, οὐ πολὺ ἀπέχον τῆς Ἀμφιπόλεως, καὶ κατεφαίνετο πάντα αὐτόθεν, ὥστε οὐκ ἂν ἔλαθεν αὐτὸν ὁρμώμενος ὁ Κλέων τῷ στρατῷ· ὅπερ προσεδέχετο ποιήσειν αὐτόν, ἐπὶ τὴν Ἀμφίπολιν, ὑπεριδόντα σφῶν τὸ πλῆθος, τῇ παρούσῃ στρατιᾷ ἀναβήσεσθαι. [5.6.4] ἅμα δὲ καὶ παρεσκευάζετο Θρᾷκάς τε μισθωτοὺς πεντακοσίους καὶ χιλίους, καὶ τοὺς Ἠδῶνας πάντας παρακαλῶν, πελταστὰς καὶ ἱππέας· καὶ Μυρκινίων καὶ Χαλκιδέων χιλίους πελταστὰς εἶχε πρὸς τοῖς ἐν Ἀμφιπόλει. [5.6.5] τὸ δ᾽ ὁπλιτικὸν ξύμπαν ἡθροίσθη δισχίλιοι μάλιστα καὶ ἱππῆς Ἕλληνες τριακόσιοι. τούτων Βρασίδας μὲν ἔχων ἐπὶ Κερδυλίῳ ἐκάθητο ἐς πεντακοσίους καὶ χιλίους, οἱ δ᾽ ἄλλοι ἐν Ἀμφιπόλει μετὰ Κλεαρίδου ἐτετάχατο. [5.7.1] ὁ δὲ Κλέων τέως μὲν ἡσύχαζεν, ἔπειτα ἠναγκάσθη ποιῆσαι ὅπερ ὁ Βρασίδας προσεδέχετο. [5.7.2] τῶν γὰρ στρατιωτῶν ἀχθομένων μὲν τῇ ἕδρᾳ, ἀναλογιζομένων δὲ τὴν ἐκείνου ἡγεμονίαν πρὸς οἵαν ἐμπειρίαν καὶ τόλμαν μετὰ οἵας ἀνεπιστημοσύνης καὶ μαλακίας γενήσοιτο καὶ οἴκοθεν ὡς ἄκοντες αὐτῷ ξυνῆλθον, αἰσθόμενος τὸν θροῦν καὶ οὐ βουλόμενος αὐτοὺς διὰ τὸ ἐν τῷ αὐτῷ καθημένους βαρύνεσθαι, ἀναλαβὼν ἦγεν. [5.7.3] καὶ ἐχρήσατο τῷ τρόπῳ ᾧπερ καὶ ἐς τὴν Πύλον εὐτυχήσας ἐπίστευσέ τι φρονεῖν· ἐς μάχην μὲν γὰρ οὐδὲ ἤλπισέν οἱ ἐπεξιέναι οὐδένα, κατὰ θέαν δὲ μᾶλλον ἔφη ἀναβαίνειν τοῦ χωρίου, καὶ τὴν μείζω παρασκευὴν περιέμενεν, οὐχ ὡς τῷ ἀσφαλεῖ, ἢν ἀναγκάζηται, περισχήσων, ἀλλ᾽ ὡς κύκλῳ περιστὰς βίᾳ αἱρήσων τὴν πόλιν. [5.7.4] ἐλθών τε καὶ καθίσας ἐπὶ λόφου καρτεροῦ πρὸ τῆς Ἀμφιπόλεως τὸν στρατὸν αὐτὸς ἐθεᾶτο τὸ λιμνῶδες τοῦ Στρυμόνος καὶ τὴν θέσιν τῆς πόλεως ἐπὶ τῇ Θρᾴκῃ ὡς ἔχοι. ἀπιέναι τε ἐνόμιζεν, ὁπόταν βούληται, ἀμαχεί· [5.7.5] καὶ γὰρ οὐδὲ ἐφαίνετο οὔτ᾽ ἐπὶ τοῦ τείχους οὐδεὶς οὔτε κατὰ πύλας ἐξῄει, κεκλῃμέναι τε ἦσαν πᾶσαι. ὥστε καὶ μηχανὰς ὅτι οὐκ ἀνῆλθεν ἔχων, ἁμαρτεῖν ἐδόκει· ἑλεῖν γὰρ ἂν τὴν πόλιν διὰ τὸ ἐρῆμον. [5.8.1] ὁ δὲ Βρασίδας εὐθὺς ὡς εἶδε κινουμένους τοὺς Ἀθηναίους, καταβὰς καὶ αὐτὸς ἀπὸ τοῦ Κερδυλίου ἐσέρχεται ἐς τὴν Ἀμφίπολιν. [5.8.2] καὶ ἐπέξοδον μὲν καὶ ἀντίταξιν οὐκ ἐποιήσατο πρὸς τοὺς Ἀθηναίους, δεδιὼς τὴν αὑτοῦ παρασκευὴν καὶ νομίζων ὑποδεεστέρους εἶναι, οὐ τῷ πλήθει (ἀντίπαλα γάρ πως ἦν), ἀλλὰ τῷ ἀξιώματι (τῶν γὰρ Ἀθηναίων ὅπερ ἐστράτευε καθαρὸν ἐξῆλθε καὶ Λημνίων καὶ Ἰμβρίων τὸ κράτιστον), τέχνῃ δὲ παρεσκευάζετο ἐπιθησόμενος. [5.8.3] εἰ γὰρ δείξειε τοῖς ἐναντίοις τό τε πλῆθος καὶ τὴν ὅπλισιν ἀναγκαίαν οὖσαν τῶν μεθ᾽ ἑαυτοῦ, οὐκ ἂν ἡγεῖτο μᾶλλον περιγενέσθαι ἢ ἄνευ προόψεώς τε αὐτῶν καὶ μὴ ἀπὸ τοῦ ὄντος καταφρονήσεως. [5.8.4] ἀπολεξάμενος οὖν αὐτὸς πεντήκοντα καὶ ἑκατὸν ὁπλίτας καὶ τοὺς ἄλλους Κλεαρίδᾳ προστάξας ἐβουλεύετο ἐπιχειρεῖν αἰφνιδίως πρὶν ἀπελθεῖν τοὺς Ἀθηναίους, οὐκ ἂν νομίζων αὐτοὺς ὁμοίως ἀπολαβεῖν αὖθις μεμονωμένους, εἰ τύχοι ἐλθοῦσα αὐτοῖς ἡ βοήθεια. ξυγκαλέσας δὲ τοὺς πάντας στρατιώτας καὶ βουλόμενος παραθαρσῦναί τε καὶ τὴν ἐπίνοιαν φράσαι, ἔλεγε τοιάδε.

[5.4.1] Την ίδια, περίπου, εποχή ο Φαίαξ του Ερασιστράτου με άλλους δύο, έφυγε με δύο καράβια για την Ιταλία και την Σικελία όπου τον έστειλαν πρέσβη οι Αθηναίοι. [5.4.2] Όταν, μετά την γενική ειρήνη που είχαν κάνει μεταξύ τους οι πολιτείες της Σικελίας, οι Αθηναίοι είχαν αποσύρει τις δυνάμεις τους, οι Λεοντίνοι είχαν πολιτογραφήσει πολλούς νέους πολίτες και οι δημοκρατικοί είχαν σκοπό να κάνουν αναδασμό της γης. [5.4.3] Οι ολιγαρχικοί το πληροφορήθηκαν, ζήτησαν την βοήθεια των Συρακουσίων κι έδιωξαν τους δημοκρατικούς, που σκόρπισαν εδώ κι εκεί. Οι ολιγαρχικοί έκαναν συμφωνία με τους Συρακουσίους, εγκατέλειψαν την πολιτεία τους, που έτσι έμεινε έρημη κι έγιναν πολίτες των Συρακουσών, όπου εγκαταστάθηκαν. [5.4.4] Αργότερα, όμως, μερικοί απ᾽ αυτούς, δυσαρεστημένοι, έφυγαν από τις Συρακούσες κι εγκαταστάθηκαν σ᾽ ένα τμήμα της γης των Λεοντίνων που ονομάζεται Φώκαια και στο φρούριο Βρικιννίες, που βρίσκεται κι αυτό στο έδαφος των Λεοντίνων. Οι περισσότεροι από τους δημοκρατικούς, οι οποίοι είχαν εξοριστεί, πήγαν κι ενώθηκαν μαζί τους κι αφού ετοιμάστηκαν, άρχισαν εχθροπραξίες έχοντας βάσεις τα δύο αυτά σημεία. [5.4.5] Όταν οι Αθηναίοι το πληροφορήθηκαν, έστειλαν τον Φαίακα για να προσπαθήσουν να πείσουν τις συμμαχικές τους πολιτείες της Σικελίας και —αν μπορούσαν— τους άλλους Σικελιώτες να συμμαχήσουν εναντίον των Συρακουσών που η δύναμή τους αύξανε ολοένα, και να σώσουν τους Λεοντίνους δημοκρατικούς. [5.4.6] Ο Φαίαξ έφτασε στην Σικελία και έπεισε τους Καμαριναίους και τους Ακραγαντίνους. Στην Γέλα, όμως, απέτυχε και δεν πήγε σε άλλες πολιτείες, επειδή κατάλαβε ότι δεν θα τις έπειθε. Διασχίζοντας το έδαφος των Σικελών, πέρασε από τις Βρικιννίες όπου ενθάρρυνε τους δημοκρατικούς κι από εκεί έφτασε στην Κατάνη από όπου έφυγε με τα καράβια.
[5.5.1] Στην αποστολή αυτήν, και προς την Σικελία και στην επιστροφή του, ο Φαίαξ σταμάτησε σε μερικές πολιτείες της Ιταλίας για να δημιουργήσει φιλικές για την Αθήνα σχέσεις. Συναντήθηκε με μερικούς Λοκρούς τους οποίους είχε εξορίσει η Μεσσήνη, όπου είχαν πάει να εγκατασταθούν μετά την συνομολόγηση της γενικής ειρήνης. Την εποχή εκείνη, ένα από τα πολιτικά κόμματα της Μεσσήνης είχε ζητήσει την επέμβαση των Λοκρών που είχαν στείλει αποίκους κι έτσι, για ένα μικρό χρονικό διάστημα, η Μεσσήνη κυβερνήθηκε από αποίκους. [5.5.2] Ο Φαίαξ συνάντησε τους Λοκρούς που γύριζαν στην πατρίδα τους, αλλά δεν τους πείραξε, γιατί είχε επιτύχει από την πολιτεία τους υπόσχεση ότι θα κάνουν συνθήκη με τους Αθηναίους. [5.5.3] Μόνοι αυτοί, απ᾽ όλους τους άλλους συμμάχους τους, δεν είχαν κάνει ειρήνη με τους Αθηναίους όταν είχε γίνει η γενική ειρήνη στη Σικελία. Αλλά και τότε θα είχαν αρνηθεί, αν δεν είχαν πόλεμο με τους γείτονες και αποίκους τους Ιππωνιείς και Μεδμαίους. Αργότερα ο Φαίαξ γύρισε στην Αθήνα.
[5.6.1] Ο Κλέων, που είχε ξεκινήσει από την Τορώνη για την Αμφίπολη, εξορμώντας από την Ηιόνα, έκανε μιαν επιχείρηση εναντίον της Σταγείρου, αποικίας των Ανδρίων, αλλά δεν κατόρθωσε να την κυριέψει, μπόρεσε, όμως, να κυριέψει με έφοδο την Γαληψό, αποικία της Θάσου. [5.6.2] Έστειλε πρέσβεις στον Περδίκκα ζητώντας του να έρθει να τον βοηθήσει με στρατό, σύμφωνα με τις συμμαχικές του υποχρεώσεις. Έστειλε και άλλους πρέσβεις στην Θράκη, στον Πολλή, βασιλιά των Οδομάντων, για να φέρουν όσο μπορούσαν περισσότερους Θράκες μισθοφόρους. Ο ίδιος περίμενε, άπρακτος, στην Ηιόνα. [5.6.3] Ο Βρασίδας τα πληροφορήθηκε αυτά και κατέλαβε θέσεις στο Κερδύλιο. Το μέρος αυτό είναι ένα ύψωμα, στο έδαφος των Αργιλίων, πέρα από τον Στρυμόνα και σε μικρή απόσταση από την Αμφίπολη. Από εκεί ψηλά μπορούσε να τα παρακολουθεί όλα και καμιά κίνηση του στρατού του Κλέωνος δεν μπορούσε να του διαφύγει. Αυτό που περίμενε ο Βρασίδας ήταν ότι ο Κλέων, περιφρονώντας τις μικρές εχθρικές δυνάμεις, θα προχωρούσε στο εσωτερικό, προς την Αμφίπολη, με μόνες τις μονάδες που είχε. [5.6.4] Ο Βρασίδας εξακολουθούσε να ετοιμάζεται και είχε καλέσει χίλιους πεντακόσιους Θράκες μισθοφόρους, όλους τους Ηδώνες, πελταστές και ιππείς, και χίλιους πελταστές από την Μύρκινο και την Χαλκιδική, εκτός από εκείνους που ήσαν στην Αμφίπολη. [5.6.5] Το σώμα των οπλιτών αριθμούσε δυο χιλιάδες πολεμιστές. Είχε και τριακόσιους Έλληνες ιππείς. Από τον στρατό αυτόν ο Βρασίδας είχε μαζί του στο Κερδύλιο μόνο χίλιους πεντακόσιους, ενώ οι άλλοι ήσαν στην Αμφίπολη, στις διαταγές του Κλεαρίδα.
[5.7.1] Για λίγο καιρό ο Κλέων αδράνησε, αλλά έπειτα αναγκάστηκε να κάνει εκείνο ακριβώς που περίμενε ο Βρασίδας. [5.7.2] Ο στρατός του δυσφορούσε επειδή έμενε άπρακτος και άρχισαν να σκέπτονται τον αρχηγό τους και να συγκρίνουν την μεγάλη εμπειρία και την μεγάλη τόλμη του Βρασίδα, με τον οποίον θ᾽ αναμετριόταν η τόση απειρία και η τόση δειλία του δικού τους αρχηγού, που τον είχαν ακολουθήσει με μεγάλη απροθυμία. Ο Κλέων ένιωσε την δυσαρέσκεια αυτή και, για να μην χάσει ο στρατός το ηθικό του από την αδράνεια, σήκωσε το στρατόπεδο και ξεκίνησε. [5.7.3] Συμπεριφέρθηκε με τον τρόπο με τον οποίο είχε συμπεριφερθεί μετά την επιτυχία του στην Πύλο, όταν νόμισε ότι είχε στρατηγικές ικανότητες. Ούτε καν φαντάστηκε πως θα έβγαινε κανείς να τον αντιμετωπίσει, αλλά είπε ότι προχωρούσε για αναγνώριση του εδάφους και ότι περίμενε τις ενισχύσεις, όχι για να είναι απόλυτα ασφαλής στην περίπτωση που θα υποχρεωνόταν να δώσει μάχη, αλλά για να μπορέσει να περικυκλώσει εντελώς την πολιτεία και να την κυριέψει με έφοδο. [5.7.4] Προχώρησε, λοιπόν, κι εγκατέστησε τον στρατό του σ᾽ έναν οχυρό λόφο, μπροστά στην Αμφίπολη και πήγε να δει τους βάλτους που σχηματίζει ο Στρυμών και την πλευρά της πολιτείας που βλέπει προς την Θράκη. Νόμιζε ότι θα μπορούσε να υποχωρήσει όποια στιγμή ήθελε, χωρίς ν᾽ αναγκαστεί να δώσει μάχη. [5.7.5] Πραγματικά, κανείς δεν φαινόταν απάνω στα τείχη και κανείς δεν έβγαινε από τις πύλες. Ήσαν όλες κλειστές. Ο Κλέων μετανοούσε που δεν είχε φέρει μαζί του πολιορκητικές μηχανές, γιατί νόμιζε ότι η πολιτεία ήταν αφρούρητη και ότι θα την είχε κυριέψει.
[5.8.1] Μόλις ο Βρασίδας είδε τους Αθηναίους να ξεκινούν, κατέβηκε κι αυτός από το Κερδύλιο και μπήκε στην Αμφίπολη. [5.8.2] Δεν επιχείρησε να βγει από την πολιτεία και ν᾽ αντιπαραταχτεί εναντίον των Αθηναίων, γιατί δεν είχε εμπιστοσύνη στον στρατό του που τον θεωρούσε κατώτερο από του εχθρού, όχι σε αριθμό, αφού ήσαν περίπου ισόπαλοι, αλλά σε ποιότητα. Η Αθήνα είχε στείλει στρατιώτες μόνο Αθηναίους πολίτες και τους καλύτερους Λημνίους και Ιμβρίους. Ετοιμάστηκε, λοιπόν, να εφαρμόσει ένα τέχνασμα. [5.8.3] Αν φανέρωνε στον εχθρό τον αριθμό των πολεμιστών του και τον οπλισμό τους, που μόλις επαρκούσε, θα είχε λιγότερες πιθανότητες να νικήσει παρά εάν έκρυβε τις δυνάμεις του για να μην τις δει ο εχθρός από πριν και τις αψηφήσει. [5.8.4] Διάλεξε, λοιπόν, εκατόν πενήντα οπλίτες, άφησε τον υπόλοιπο στρατό στις διαταγές του Κλεαρίδα και σχεδίασε να κάνει αιφνιδιασμό προτού αποσυρθούν οι Αθηναίοι, γιατί πίστευε ότι δεν θα παρουσιαζόταν άλλη ευκαιρία να τους βρει μόνους, εάν τους ερχόταν η βοήθεια που περίμεναν. Συγκέντρωσε όλους τους στρατιώτες και θέλοντας να τους ενθαρρύνει και να τους εξηγήσει το σχέδιό του είπε, περίπου, τα εξής: