Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Ἱστορίαι (5.1.1-5.3.6)

ΙΣΤΟΡΙΩΝ Ε


[5.1.1] Τοῦ δ᾽ ἐπιγιγνομένου θέρους αἱ μὲν ἐνιαύσιοι σπονδαὶ διελέλυντο μέχρι Πυθίων, καὶ ἐν τῇ ἐκεχειρίᾳ Ἀθηναῖοι Δηλίους ἀνέστησαν ἐκ Δήλου, ἡγησάμενοι κατὰ παλαιάν τινα αἰτίαν οὐ καθαροὺς ὄντας ἱερῶσθαι, καὶ ἅμα ἐλλιπὲς σφίσιν εἶναι τοῦτο τῆς καθάρσεως, ᾗ πρότερόν μοι δεδήλωται ὡς ἀνελόντες τὰς θήκας τῶν τεθνεώτων ὀρθῶς ἐνόμισαν ποιῆσαι. καὶ οἱ μὲν Δήλιοι Ἀτραμύττιον Φαρνάκου δόντος αὐτοῖς ἐν τῇ Ἀσίᾳ ᾤκησαν, οὕτως ὡς ἕκαστος ὥρμητο.
[5.2.1] Κλέων δὲ Ἀθηναίους πείσας ἐς τὰ ἐπὶ Θρᾴκης χωρία ἐξέπλευσε μετὰ τὴν ἐκεχειρίαν, Ἀθηναίων μὲν ὁπλίτας ἔχων διακοσίους καὶ χιλίους καὶ ἱππέας τριακοσίους, τῶν δὲ ξυμμάχων πλείους, ναῦς δὲ τριάκοντα. [5.2.2] σχὼν δὲ ἐς Σκιώνην πρῶτον ἔτι πολιορκουμένην καὶ προσλαβὼν αὐτόθεν ὁπλίτας τῶν φρουρῶν, κατέπλευσεν ἐς τὸν Κωφὸν λιμένα τῶν Τορωναίων ἀπέχοντα οὐ πολὺ τῆς πόλεως. [5.2.3] ἐκ δ᾽ αὐτοῦ, αἰσθόμενος ὑπ᾽ αὐτομόλων ὅτι οὔτε Βρασίδας ἐν τῇ Τορώνῃ οὔτε οἱ ἐνόντες ἀξιόμαχοι εἶεν, τῇ μὲν στρατιᾷ τῇ πεζῇ ἐχώρει ἐς τὴν πόλιν, ναῦς δὲ περιέπεμψε δέκα ‹ἐς› τὸν λιμένα περιπλεῖν. [5.2.4] καὶ πρὸς τὸ περιτείχισμα πρῶτον ἀφικνεῖται, ὃ προσπεριέβαλε τῇ πόλει ὁ Βρασίδας ἐντὸς βουλόμενος ποιῆσαι τὸ προάστειον, καὶ διελὼν τοῦ παλαιοῦ τείχους μίαν αὐτὴν ἐποίησε πόλιν. [5.3.1] βοηθήσαντες δὲ ἐς αὐτὸ Πασιτελίδας τε ὁ Λακεδαιμόνιος ἄρχων καὶ ἡ παροῦσα φυλακὴ προσβαλόντων τῶν Ἀθηναίων ἠμύνοντο. καὶ ὡς ἐβιάζοντο καὶ αἱ νῆες ἅμα περιέπλεον ‹αἱ› ἐς τὸν λιμένα περιπεμφθεῖσαι, δείσας ὁ Πασιτελίδας μὴ αἵ τε νῆες φθάσωσι λαβοῦσαι ἐρῆμον τὴν πόλιν καὶ τοῦ τειχίσματος ἁλισκομένου ἐγκαταληφθῇ, ἀπολιπὼν αὐτὸ δρόμῳ ἐχώρει ἐς τὴν πόλιν. [5.3.2] οἱ δὲ Ἀθηναῖοι φθάνουσιν οἵ τε ἀπὸ τῶν νεῶν ἑλόντες τὴν Τορώνην καὶ ὁ πεζὸς ἐπισπόμενος αὐτοβοεὶ κατὰ τὸ διῃρημένον τοῦ παλαιοῦ τείχους ξυνεσπεσών. καὶ τοὺς μὲν ἀπέκτειναν τῶν Πελοποννησίων καὶ Τορωναίων εὐθὺς ἐν χερσί, τοὺς δὲ ζῶντας ἔλαβον, καὶ Πασιτελίδαν τὸν ἄρχοντα. [5.3.3] Βρασίδας δὲ ἐβοήθει μὲν τῇ Τορώνῃ, αἰσθόμενος δὲ καθ᾽ ὁδὸν ἑαλωκυῖαν ἀνεχώρησεν, ἀποσχὼν τεσσαράκοντα μάλιστα σταδίους μὴ φθάσαι ἐλθών. [5.3.4] ὁ δὲ Κλέων καὶ οἱ Ἀθηναῖοι τροπαῖά τε ἔστησαν δύο, τὸ μὲν κατὰ τὸν λιμένα, τὸ δὲ πρὸς τῷ τειχίσματι, καὶ τῶν Τορωναίων γυναῖκας μὲν καὶ παῖδας ἠνδραπόδισαν, αὐτοὺς δὲ καὶ Πελοποννησίους καὶ εἴ τις ἄλλος Χαλκιδέων ἦν, ξύμπαντας ἐς ἑπτακοσίους, ἀπέπεμψαν ἐς τὰς Ἀθήνας· καὶ αὐτοῖς τὸ μὲν Πελοποννήσιον ὕστερον ἐν ταῖς γενομέναις σπονδαῖς ἀπῆλθε, τὸ δὲ ἄλλο ἐκομίσθη ὑπ᾽ Ὀλυνθίων, ἀνὴρ ἀντ᾽ ἀνδρὸς λυθείς. [5.3.5] εἷλον δὲ καὶ Πάνακτον Ἀθηναίων ἐν μεθορίοις τεῖχος Βοιωτοὶ ὑπὸ τὸν αὐτὸν χρόνον προδοσίᾳ. [5.3.6] καὶ ὁ μὲν Κλέων φυλακὴν καταστησάμενος τῆς Τορώνης ἄρας περιέπλει τὸν Ἄθων ὡς ἐπὶ τὴν Ἀμφίπολιν.


[5.1.1] Το επόμενο καλοκαίρι η ετήσια ανακωχή έληξε, αφού παρατάθηκε έως τους Πυθικούς αγώνες. Στην διάρκεια της ανακωχής οι Αθηναίοι εκτόπισαν τους κατοίκους της Δήλου. Θεώρησαν ότι οι κάτοικοι αυτοί δεν είχαν υποστεί τέλεια κάθαρση για κάποια παλιά αμαρτία, όταν είχαν αφιερωθεί στην υπηρεσία του θεού, και ότι οι ίδιοι είχαν παραλείψει να πάρουν το μέτρο αυτό όταν, όπως ιστόρησα πρωτύτερα, είχαν σηκώσει τα φέρετρα των νεκρών και είχαν πιστέψει ότι αυτό ήταν αρκετό. Οι Δήλιοι έφυγαν όπως μπορούσε ο καθένας και πήγαν να κατοικήσουν στην Ασία, στο Αδραμύττιο που τους παραχώρησε ο Φαρνάκης.
[5.2.1] Μετά την λήξη της ανακωχής ο Κλέων έπεισε τους Αθηναίους να τον στείλουν στην Θράκη με χίλιους διακόσιους Αθηναίους οπλίτες και τριακόσιους ιππείς, με συμμαχικές δυνάμεις που ήταν ακόμα μεγαλύτερες και με τριάντα καράβια. [5.2.2] Πήγε πρώτα στην Σκιώνη που ήταν ακόμα πολιορκημένη, πήρε οπλίτες από τον στρατό της πολιορκίας και μετά πήγε στον Κωφό, λιμάνι των Τορωναίων που βρίσκεται σε μικρή απόσταση από την πολιτεία τους. [5.2.3] Έμαθε από αυτομόλους ότι ο Βρασίδας δεν βρισκόταν στην Τορώνη και ότι η φρουρά δεν ήταν αξιόμαχη. Προχώρησε με το πεζικό εναντίον της πολιτείας, ενώ έστειλε δέκα καράβια γύρω από το ακρωτήρι για να πιάσουν το λιμάνι της. [5.2.4] Έφτασε μπροστά στο πρόσθετο τείχος που είχε χτίσει ο Βρασίδας για να περιλάβει και το προάστιο μέσα στην πολιτεία γκρεμίζοντας ένα μέρος του παλιού τείχους, ώστε προάστιο και πόλη να ενωθούν.
[5.3.1] Ο Λακεδαιμόνιος Πασιτελίδας, διοικητής της πολιτείας, πήγε, με την φρουρά που είχε, στο σημείο όπου οι Αθηναίοι έκαναν επίθεση και προσπαθούσε να τους αποκρούσει. Τον πίεζαν, όμως, πολύ και όταν τα καράβια που είχαν περάσει το ακρωτήρι μπαίναν στο λιμάνι, ο Πασιτελίδας φοβήθηκε ότι, αν τα πολεμικά έφταναν και κυρίευαν την αφρούρητη πολιτεία και ο εχθρός κυρίευε το τείχος, τότε θα παγιδευόταν στο προάστιο. Το εγκατέλειψε, λοιπόν, και γύρισε τρέχοντας στην πολιτεία. [5.3.2] Αλλά οι Αθηναίοι τον πρόλαβαν. Όσοι ήσαν στα πολεμικά κατέλαβαν την πολιτεία, ενώ οι πεζοί τον πήραν καταπόδι και, με μιαν ορμή, τον ακολούθησαν και μπήκαν στην πολιτεία από το ρήγμα του παλιού τείχους. Σκότωσαν πολλούς Πελοποννησίους και Τορωναίους απάνω στη μάχη και τους άλλους τους έπιασαν αιχμαλώτους, ανάμεσά τους και τον Πασιτελίδα. [5.3.3] Ο Βρασίδας είχε ξεκινήσει για να βοηθήσει την Τορώνη, αλλά στο δρόμο έμαθε ότι η πολιτεία είχε πέσει και γύρισε πίσω. Παρά σαράντα στάδια θα πρόφταινε. [5.3.4] Ο Κλέων και οι Αθηναίοι έστησαν δύο τρόπαια, το ένα στο λιμάνι και το άλλο κοντά στο τείχος. Πήραν δούλους τα γυναικόπαιδα κι έστειλαν στην Αθήνα τους Τορωναίους, τους Πελοποννησίους και όσους Χαλκιδείς έτυχε να βρίσκονται εκεί. Όλοι μαζί ήσαν εφτακόσιοι. Από αυτούς, όταν αργότερα έγινε ειρήνη, οι Πελοποννήσιοι γύρισαν στην πατρίδα τους και για τους υπόλοιπους οι Ολύνθιοι πέτυχαν να γίνει ανταλλαγή ένας προς έναν. [5.3.5] Την ίδια εποχή οι Βοιωτοί κυρίεψαν με προδοσία το Πάνακτον, μεθοριακό φρούριο των Αθηναίων. [5.3.6] Ο Κλέων άφησε φρουρά στην Τορώνη και περιέπλεε τον Άθω με κατεύθυνση την Αμφίπολη.