Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας
Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7
ΑΡΡΙΑΝΟΣ
Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις (7.17.1-7.18.6)
[7.17.1] Ἦν δέ τι καὶ ὕποπτον αὐτῷ ἐς τοὺς Χαλδαίους, ὡς οὐ κατὰ μαντείαν τι μᾶλλον ἢ ἐς ὠφέλειαν τὴν αὑτῶν φέροι αὐτοῖς ἡ κώλυσις τῆς Ἀλεξάνδρου ἐς Βαβυλῶνα ἐν τῷ τότε ἐλάσεως. ὁ γὰρ τοῦ Βήλου νεὼς ἐν μέσῃ τῇ πόλει ἦν τῶν Βαβυλωνίων, μεγέθει τε μέγιστος καὶ ἐκ πλίνθου ὀπτῆς ἐν ἀσφάλτῳ ἡρμοσμένης. [7.17.2] τοῦτον τὸν νεών, ὥσπερ καὶ τὰ ἄλλα ἱερὰ τὰ Βαβυλωνίων, Ξέρξης κατέσκαψεν, ὅτε ἐκ τῆς Ἑλλάδος ὀπίσω ἀπενόστησεν· Ἀλέξανδρος δὲ ἐν νῷ εἶχεν ἀνοικοδομεῖν οἱ μὲν λέγουσιν ὅτι ἐπὶ τοῖς θεμελίοις τοῖς πρόσθεν, καὶ τούτου ἕνεκα τὸν χοῦν ἐκφέρειν ἐκέλευε τοὺς Βαβυλωνίους, οἱ δέ, ὅτι καὶ μείζονα ἔτι τοῦ πάλαι ὄντος. [7.17.3] ἐπεὶ δὲ ἀποστάντος αὐτοῦ μαλθακῶς ἀνθήψαντο τοῦ ἔργου οἷς ταῦτα ἐπετέτραπτο, ὁ δὲ τῇ στρατιᾷ πάσῃ ἐπενόει τὸ ἔργον ἐργάσασθαι. εἶναι δὲ τῷ θεῷ τῷ Βήλῳ πολλὴν μὲν τὴν χώραν ἀνειμένην ἐκ τῶν Ἀσσυρίων βασιλέων, πολὺν δὲ χρυσόν. [7.17.4] καὶ ἀπὸ τούτου πάλαι μὲν τὸν νεὼν ἐπισκευάζεσθαι καὶ τὰς θυσίας τῷ θεῷ θύεσθαι, τότε δὲ τοὺς Χαλδαίους τὰ τοῦ θεοῦ νέμεσθαι, οὐκ ὄντος ἐς ὅ τι ἀναλωθήσεται τὰ περιγιγνόμενα. τούτων δὴ εἵνεκα ὕποπτοι Ἀλεξάνδρῳ ἦσαν οὐκ ἐθέλειν παρελθεῖν εἴσω Βαβυλῶνος Ἀλέξανδρον, ὡς μὴ δι᾽ ὀλίγου τὸν νεὼν ἐπιτελεσθέντα ἀφελέσθαι αὐτοὺς τὰς ἐκ τῶν χρημάτων ὠφελείας. [7.17.5] ὅμως δὲ τά γε τῆς ἐπιστροφῆς τῆς κατὰ τὴν εἴσοδον τὴν ἐς τὴν πόλιν ἐθελῆσαι αὐτοῖς πεισθῆναι λέγει Ἀριστόβουλος, καὶ τῇ πρώτῃ μὲν παρὰ τὸν ποταμὸν τὸν Εὐφράτην καταστρατοπεδεῦσαι, ἐς δὲ τὴν ὑστεραίαν ἐν δεξιᾷ ἔχοντα τὸν ποταμὸν παρ᾽ αὐτὸν πορεύεσθαι, θέλοντα ὑπερβάλλειν τῆς πόλεως τὸ μέρος τὸ ἐς δυσμὰς τετραμμένον, ὡς ταύτῃ ἐπιστρέψαντα πρὸς ἕω ἄγειν· [7.17.6] ἀλλὰ οὐ γὰρ δυνηθῆναι ὑπὸ δυσχωρίας οὕτως ἐλάσαι ξὺν τῇ στρατιᾷ, ὅτι τὰ ἀπὸ δυσμῶν τῆς πόλεως εἰσιόντι, εἰ ταύτῃ πρὸς ἕω ἐπέστρεφεν, ἑλώδη τε καὶ τεναγώδη ἦν. καὶ οὕτω καὶ ἑκόντα καὶ ἄκοντα ἀπειθῆσαι τῷ θεῷ. |
[7.17.1] Είχε όμως ο Αλέξανδρος και κάποιες υποψίες για τους Χαλδαίους, ότι δηλαδή παρεμπόδιζαν την είσοδό του τότε στη Βαβυλώνα όχι εξαιτίας του χρησμού, αλλά επειδή μάλλον απέβλεπαν σε κάποια δική τους ωφέλεια. Γιατί ο ναός του Βήλου βρισκόταν στο μέσο της πόλης των Βαβυλωνίων και ήταν ο μεγαλύτερος σε μέγεθος, κατασκευασμένος από ψημένους πλίνθους συγκολλημένους με άσφαλτο. [7.17.2] Τον ναό αυτόν, όπως και τα άλλα ιερά των Βαβυλωνίων, κατεδάφισε ο Ξέρξης, όταν επέστρεψε από την Ελλάδα. Ο Αλέξανδρος είχε στον νου του να τον ξαναχτίσει, όπως λένε μερικοί, επάνω στα παλιά του θεμέλια και για αυτόν τον λόγο διέταξε τους Βαβυλωνίους να απομακρύνουν τα χώματα, ενώ άλλοι λένε ότι σχεδίαζε να τον χτίσει ακόμη μεγαλύτερο από ό,τι ήταν ο παλιός. [7.17.3] Επειδή όμως μετά την αναχώρησή του εκείνοι στους οποίους είχε αναθέσει την εργασία την εκτελούσαν με νωθρότητα, σκεφτόταν να αποπερατώσει το έργο με ολόκληρο τον στρατό του. Οι βασιλείς της Ασσυρίας είχαν αφιερώσει στον θεό Βήλο μεγάλη έκταση γης καθώς και πολύ χρυσό. [7.17.4] Από τον χρυσό αυτόν επισκευαζόταν ο ναός την παλιά εποχή και γίνονταν οι θυσίες στον θεό, τότε όμως οι Χαλδαίοι νέμονταν την περιουσία του θεού, χωρίς να έχουν πού να ξοδεύσουν το πλεόνασμα. Για αυτόν τον λόγο τούς υποπτευόταν ο Αλέξανδρος ότι δεν ήθελαν να μπει μέσα στη Βαβυλώνα, μήπως στερηθούν το κέρδος που είχαν από τα χρήματα με τη γρήγορη ανέγερση του ναού. [7.17.5] Ο Αριστόβουλος αναφέρει ότι παρόλα αυτά ο Αλέξανδρος θέλησε και πείσθηκε σε αυτούς σχετικά με την αλλαγή κατεύθυνσης κατά την είσοδό του στην πόλη και ότι την πρώτη μέρα στρατοπέδευσε κοντά στον Ευφράτη ποταμό και την επομένη μέρα έχοντας τον ποταμό στα δεξιά του βάδιζε πλάι σε αυτόν· ήθελε να προσπεράσει το μέρος της πόλης που ήταν στραμμένο προς τα δυτικά, έτσι ώστε να κάμει εκεί στροφή και να προχωρήσει προς τα ανατολικά. [7.17.6] Αλλά δεν μπόρεσε στο δύσβατο έδαφος να προχωρήσει με τον στρατό του, επειδή όποιος έμπαινε στην πόλη από τα δυτικά, αν στο σημείο εκείνο έκανε στροφή προς τα ανατολικά, συναντούσε εκεί έλη και ρηχά νερά. Και έτσι θέλοντας και μη δεν υπάκουσε στον θεό. |