Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Ἱστορίαι (4.129.1-4.131.3)

[4.129.1] Βρασίδας δὲ ἀναχωρήσας ἐκ Μακεδονίας ἐς Τορώνην καταλαμβάνει Ἀθηναίους Μένδην ἤδη ἔχοντας, καὶ αὐτοῦ ἡσυχάζων ἐς μὲν τὴν Παλλήνην ἀδύνατος ἤδη ἐνόμιζεν εἶναι διαβὰς τιμωρεῖν, τὴν δὲ Τορώνην ἐν φυλακῇ εἶχεν. [4.129.2] ὑπὸ γὰρ τὸν αὐτὸν χρόνον τοῖς ἐν τῇ Λύγκῳ ἐξέπλευσαν ἐπί τε τὴν Μένδην καὶ τὴν Σκιώνην οἱ Ἀθηναῖοι, ὥσπερ παρεσκευάζοντο, ναυσὶ μὲν πεντήκοντα, ὧν ἦσαν δέκα Χῖαι, ὁπλίταις δὲ χιλίοις ἑαυτῶν καὶ τοξόταις ἑξακοσίοις καὶ Θρᾳξὶ μισθωτοῖς χιλίοις καὶ ἄλλοις τῶν αὐτόθεν ξυμμάχων πελτασταῖς· ἐστρατήγει δὲ Νικίας ὁ Νικηράτου καὶ Νικόστρατος ὁ Διειτρέφους. [4.129.3] ἄραντες δὲ ἐκ Ποτειδαίας ταῖς ναυσὶ καὶ σχόντες κατὰ τὸ Ποσειδώνιον ἐχώρουν ἐς τοὺς Μενδαίους. οἱ δὲ αὐτοί τε καὶ Σκιωναίων τριακόσιοι βεβοηθηκότες Πελοποννησίων τε οἱ ἐπίκουροι, ξύμπαντες [δὲ] ἑπτακόσιοι ὁπλῖται, καὶ Πολυδαμίδας ὁ ἄρχων αὐτῶν, ἔτυχον ἐξεστρατοπεδευμένοι ἔξω τῆς πόλεως ἐπὶ λόφου καρτεροῦ. [4.129.4] καὶ αὐτοῖς Νικίας μὲν Μεθωναίους τε ἔχων εἴκοσι καὶ ἑκατὸν ψιλοὺς καὶ λογάδας τῶν Ἀθηναίων ὁπλιτῶν ἑξήκοντα καὶ τοὺς τοξότας ἅπαντας κατὰ ἀτραπόν τινα τοῦ λόφου πειρώμενος προσβῆναι καὶ τραυματιζόμενος ὑπ᾽ αὐτῶν οὐκ ἐδυνήθη βιάσασθαι· Νικόστρατος δὲ ἄλλῃ ἐφόδῳ ἐκ πλέονος παντὶ τῷ ἄλλῳ στρατοπέδῳ ἐπιὼν τῷ λόφῳ ὄντι δυσπροσβάτῳ καὶ πάνυ ἐθορυβήθη, καὶ ἐς ὀλίγον ἀφίκετο πᾶν τὸ στράτευμα τῶν Ἀθηναίων νικηθῆναι. [4.129.5] καὶ ταύτῃ μὲν τῇ ἡμέρᾳ, ὡς οὐκ ἐνέδοσαν οἱ Μενδαῖοι καὶ οἱ ξύμμαχοι, οἱ Ἀθηναῖοι ἀναχωρήσαντες ἐστρατοπεδεύσαντο, καὶ οἱ Μενδαῖοι νυκτὸς ἐπελθούσης ἐς τὴν πόλιν ἀπῆλθον. [4.130.1] τῇ δ᾽ ὑστεραίᾳ οἱ μὲν Ἀθηναῖοι περιπλεύσαντες ἐς τὸ πρὸς Σκιώνης τό τε προάστειον εἷλον καὶ τὴν ἡμέραν ἅπασαν ἐδῄουν τὴν γῆν οὐδενὸς ἐπεξιόντος (ἦν γάρ τι καὶ στασιασμοῦ ἐν τῇ πόλει), οἱ δὲ τριακόσιοι τῶν Σκιωναίων τῆς ἐπιούσης νυκτὸς ἀπεχώρησαν ἐπ᾽ οἴκου. [4.130.2] καὶ τῇ ἐπιγιγνομένῃ ἡμέρᾳ Νικίας μὲν τῷ ἡμίσει τοῦ στρατοῦ προϊὼν ἅμα ἐς τὰ μεθόρια τῶν Σκιωναίων τὴν γῆν ἐδῄου, Νικόστρατος δὲ τοῖς λοιποῖς κατὰ τὰς ἄνω πύλας, ᾗ ἐπὶ Ποτειδαίας ἔρχονται, προσεκάθητο τῇ πόλει. [4.130.3] ὁ δὲ Πολυδαμίδας (ἔτυχε γὰρ ταύτῃ τοῖς Μενδαίοις καὶ ἐπικούροις ἐντὸς τοῦ τείχους τὰ ὅπλα κείμενα) διατάσσει τε ὡς ἐς μάχην καὶ παρῄνει τοῖς Μενδαίοις ἐπεξιέναι. [4.130.4] καί τινος αὐτῷ τῶν ἀπὸ τοῦ δήμου ἀντειπόντος κατὰ τὸ στασιωτικὸν ὅτι οὐκ ἐπέξεισιν οὐδὲ δέοιτο πολεμεῖν, καὶ ὡς ἀντεῖπεν ἐπισπασθέντος τε τῇ χειρὶ ὑπ᾽ αὐτοῦ καὶ θορυβηθέντος, ὁ δῆμος εὐθὺς ἀναλαβὼν τὰ ὅπλα περιοργὴς ἐχώρει ἐπί τε Πελοποννησίους καὶ τοὺς τὰ ἐναντία σφίσι μετ᾽ αὐτῶν πράξαντας. [4.130.5] καὶ προσπεσόντες τρέπουσιν ἅμα μὲν μάχῃ αἰφνιδίῳ, ἅμα δὲ τοῖς Ἀθηναίοις τῶν πυλῶν ἀνοιγομένων φοβηθέντων· ᾠήθησαν γὰρ ἀπὸ προειρημένου τινὸς αὐτοῖς τὴν ἐπιχείρησιν γενέσθαι. [4.130.6] καὶ οἱ μὲν ἐς τὴν ἀκρόπολιν, ὅσοι μὴ αὐτίκα διεφθάρησαν, κατέφυγον, ἥνπερ καὶ τὸ πρότερον αὐτοὶ εἶχον· οἱ δὲ Ἀθηναῖοι (ἤδη γὰρ καὶ ὁ Νικίας ἐπαναστρέψας πρὸς τῇ πόλει ἦν) ἐσπεσόντες ἐς τὴν Μένδην πόλιν, ἅτε οὐκ ἀπὸ ξυμβάσεως ἀνοιχθεῖσαν, ἁπάσῃ τῇ στρατιᾷ ὡς κατὰ κράτος ἑλόντες διήρπασαν, καὶ μόλις οἱ στρατηγοὶ κατέσχον ὥστε μὴ καὶ τοὺς ἀνθρώπους διαφθείρεσθαι. [4.130.7] καὶ τοὺς μὲν Μενδαίους μετὰ ταῦτα πολιτεύειν ἐκέλευον ὥσπερ εἰώθεσαν, αὐτοὺς κρίναντας ἐν σφίσιν αὐτοῖς εἴ τινας ἡγοῦνται αἰτίους εἶναι τῆς ἀποστάσεως· τοὺς δ᾽ ἐν τῇ ἀκροπόλει ἀπετείχισαν ἑκατέρωθεν τείχει ἐς θάλασσαν καὶ φυλακὴν ἐπικαθίσταντο. ἐπειδὴ δὲ τὰ περὶ τὴν Μένδην κατέσχον, ἐπὶ τὴν Σκιώνην ἐχώρουν. [4.131.1] οἱ δὲ ἀντεπεξελθόντες αὐτοὶ καὶ Πελοποννήσιοι ἱδρύθησαν ἐπὶ λόφου καρτεροῦ πρὸ τῆς πόλεως, ὃν εἰ μὴ ἕλοιεν οἱ ἐναντίοι, οὐκ ἐγίγνετο σφῶν περιτείχισις. [4.131.2] προσβαλόντες δ᾽ αὐτῷ κατὰ κράτος οἱ Ἀθηναῖοι καὶ μάχῃ ἐκκρούσαντες τοὺς ἐπόντας ἐστρατοπεδεύσαντό τε καὶ ἐς τὸν περιτειχισμὸν τροπαῖον στήσαντες παρεσκευάζοντο. [4.131.3] καὶ αὐτῶν οὐ πολὺ ὕστερον ἤδη ἐν ἔργῳ ὄντων οἱ ἐκ τῆς ἀκροπόλεως ἐν τῇ Μένδῃ πολιορκούμενοι ἐπίκουροι βιασάμενοι παρὰ θάλασσαν τὴν φυλακὴν νυκτὸς ἀφικνοῦνται, καὶ διαφυγόντες οἱ πλεῖστοι τὸ ἐπὶ τῇ Σκιώνῃ στρατόπεδον ἐσῆλθον ἐς αὐτήν.

[4.129.1] Ο Βρασίδας έφυγε από την Μακεδονία κι έφτασε στην Τορώνη όταν πια οι Αθηναίοι είχαν υποτάξει πάλι την Μένδη. Θεωρώντας ότι δεν του ήταν δυνατόν να περάσει στην Παλλήνη για να βοηθήσει την πολιτεία, έμεινε εκεί, φρουρώντας την Τορώνη, χωρίς να επιχειρήσει άλλο τίποτε. [4.129.2] Τις ίδιες μέρες με τα γεγονότα της Λύγκου, οι Αθηναίοι, οι οποίοι ετοιμάζονταν από καιρό, εξεστράτευσαν εναντίον της Μένδης και της Σκιώνης με στόλο πενήντα καράβια —από τα οποία δέκα ήσαν της Χίου— με χίλιους οπλίτες και εξακόσιους τοξότες δικούς τους, με χίλιους Θράκες μισθοφόρους και πελταστές από τους συμμάχους τους της περιοχής. Στρατηγοί ήσαν ο Νικίας του Νικηράτου και ο Νικόστρατος του Διειτρέφους. [4.129.3] Ξεκίνησαν με τα καράβια από την Ποτίδαια και άραξαν κοντά στο Ποσειδώνιο, από όπου προχώρησαν εναντίον των Μενδαίων οι οποίοι έτυχε να είναι στρατοπεδευμένοι έξω από την πόλη, σε οχυρό ύψωμα. Μαζί τους ήσαν τριακόσιοι Σκιωναίοι που είχαν έρθει να τους βοηθήσουν και οι Πελοποννήσιοι επικουρικοί. Όλοι μαζί ήσαν επτακόσιοι οπλίτες, με αρχηγό τον Πολυδαμίδα. [4.129.4] Ο Νικίας, με εκατόν είκοσι Μεθωναίους ψιλούς, εξήντα διαλεχτούς Αθηναίους οπλίτες και όλους τους τοξότες, προσπάθησε, ανεβαίνοντας από κρυφό μονοπάτι, να κυριέψει το ύψωμα, αλλά τον χτυπούσαν οι υπερασπιστές του λόφου και δεν μπόρεσε να τον πάρει. Ο Νικόστρατος, με τον υπόλοιπο στρατό, έκανε κι εκείνος έφοδο από άλλη κατεύθυνση εναντίον του λόφου, ο οποίος ήταν δύσβατος. Δημιουργήθηκε μεγάλη σύγχυση και παραλίγο να νικηθεί ολόκληρος ο στρατός των Αθηναίων. [4.129.5] Την μέρα εκείνη, λοιπόν, επειδή οι Μενδαίοι και οι σύμμαχοί τους δεν λύγισαν, οι Αθηναίοι υποχώρησαν κι έστησαν στρατόπεδο. Οι Μενδαίοι, όταν έπεσε η νύχτα, γύρισαν στην πολιτεία τους.
[4.130.1] Την επομένη οι Αθηναίοι παραπλεύσαν την άκρη που αντικρίζει την Σκιώνη, κυρίεψαν το προάστιο της πολιτείας και ρήμαξαν την γη όλη την ημέρα χωρίς να βγει κανείς να τους εμποδίσει, γιατί μέσα στην πολιτεία γίνονταν ταραχές. Την επομένη νύχτα οι τριακόσιοι Σκιωναίοι έφυγαν πίσω στην πολιτεία τους. [4.130.2] Την άλλη μέρα το πρωί ο Νικίας με το μισό στράτευμα προχώρησε έως τα σύνορα της Σκιώνης, ρημάζοντας τον τόπο, ενώ ο Νικόστρατος με τον υπόλοιπο στρατό, πολιορκούσε την πολιτεία, στρατοπεδευμένος μπροστά στην απάνω Πύλη, από όπου αρχίζει ο δρόμος για την Ποτίδαια. [4.130.3] Στο σημείο εκείνο της πολιτείας έτυχε να είναι στρατοπεδευμένοι οι Μενδαίοι και οι επίκουροί τους και ο Πολυδαμίδας τούς έβαλε σε παράταξη μάχης και τους παρακινούσε να κάνουν έξοδο. [4.130.4] Κάποιος από τους δημοκρατικούς τού αντιμίλησε μ᾽ απείθαρχο τρόπο, λέγοντάς του ότι ούτε έξοδο θα κάνει ούτε είναι αναγκασμένος να πολεμήσει. Δεν είχε ακόμα τελειώσει και ο Πολυδαμίδας τον άρπαξε από το χέρι, τον τράνταξε και τον κακομεταχειρίστηκε. Τότε οι δημοκρατικοί πήραν τα όπλα και, εξαγριωμένοι, όρμησαν εναντίον των Πελοποννησίων και των πολιτικών τους αντιπάλων που είχαν συνεργαστεί μαζί τους. [4.130.5] Έπεσαν απάνω τους και τους έτρεψαν σε φυγή, τόσο επειδή η επίθεση έγινε ξαφνικά όσο κι επειδή οι Πελοποννήσιοι φοβήθηκαν ότι ανοίγονταν οι πύλες για να μπουν οι Αθηναίοι. Νόμιζαν ότι όλα αυτά γίνονταν μετά από συνεννόηση με τους Αθηναίους. [4.130.6] Όσοι δεν σκοτώθηκαν επιτόπου, καταφύγαν στην Ακρόπολη, την οποία κρατούσαν κι από πριν. Οι Αθηναίοι (ο Νικίας είχε γυρίσει και βρισκόταν μπροστά στην πολιτεία) χύθηκαν μέσα στην πόλη. Επειδή δεν είχε γίνει συνθηκολόγηση για ν᾽ ανοίξουν οι πύλες, οι στρατιώτες, θεωρώντας ότι είχαν κυριέψει την πολιτεία, άρχισαν την διαρπαγή και οι στρατηγοί μόλις κατόρθωσαν να τους εμποδίσουν να σφάξουν τους κατοίκους. [4.130.7] Είπαν στους Μενδαίους ν᾽ αποκαταστήσουν το πολιτικό τους καθεστώς και να δικάσουν αυτοί οι ίδιοι όσους θεωρούν αιτίους της αποστασίας. Τους Πελοποννησίους που είχαν καταφύγει στην Ακρόπολη, τους απόκλεισαν με τείχη έως την θάλασσα και έβαλαν φρουρά να τα φυλάει. Αφού εξασφάλισαν την κατάσταση στην Μένδη, στράφηκαν εναντίον της Σκιώνης.
[4.131.1] Οι Σκιωναίοι και οι Πελοποννήσιοι βγήκαν να τους αποκρούσουν κι έπιασαν έναν οχυρό λόφο μπρος από την πόλη. Ο εχθρός δεν θα μπορούσε ν᾽ αποκλείσει την πολιτεία με τείχος, προτού κυριέψει τον λόφο αυτόν. [4.131.2] Οι Αθηναίοι έκαναν έφοδο με όλη τους την ορμή, τους έδιωξαν από τον λόφο όπου εγκαταστάθηκαν και, αφού έστησαν τρόπαιο, ετοιμάστηκαν ν᾽ αποκλείσουν την πολιτεία με τείχος. [4.131.3] Λίγο αργότερα, κι ενώ είχαν αρχίσει το περιτείχισμα, οι επίκουροι που ήσαν πολιορκημένοι στην Ακρόπολη της Μένδης, διασπάσαν την πολιορκία από την μεριά της θάλασσας κι έφτασαν, νύχτα, μπρος στην Σκιώνη. Οι περισσότεροι μπόρεσαν ν᾽ αποφύγουν το στρατόπεδο των Αθηναίων και μπήκαν μέσα στην Σκιώνη.