Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΡΡΙΑΝΟΣ

Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις (7.13.2-7.14.7)

[7.13.2] Ἐνταῦθα λέγουσιν ὅτι Ἀτροπάτης ὁ τῆς Μηδίας σατράπης γυναῖκας ἑκατὸν αὐτῷ ἔδωκεν, ταύτας φάσκων εἶναι τῶν Ἀμαζόνων, καὶ ταύτας σκευῇ ἀνδρῶν ἱππέων ἐσταλμένας, πλήν γε δὴ ὅτι πελέκεις ἀντὶ δοράτων ἐφόρουν καὶ ἀντὶ ἀσπίδων πέλτας· οἱ δὲ καὶ τὸν μαστὸν λέγουσιν ὅτι μείονα εἶχον τὸν δεξιόν, ὃν δὴ καὶ ἔξω εἶχον ἐν ταῖς μάχαις. [7.13.3] ταύτας μὲν δὴ ἀπαλλάξαι τῆς στρατιᾶς Ἀλέξανδρον, μή τι νεωτερισθείη κατ᾽ αὐτὰς ἐς ὕβριν πρὸς τῶν Μακεδόνων ἢ βαρβάρων· κελεῦσαι δὲ ἀπαγγεῖλαι πρὸς τὴν βασίλισσαν σφῶν ὅτι αὐτὸς ἥξει πρὸς αὐτὴν παιδοποιησόμενος. ταῦτα δὲ οὔτε Ἀριστόβουλος οὔτε Πτολεμαῖος οὔτε τις ἄλλος ἀνέγραψεν ὅστις ἱκανὸς ὑπὲρ τῶν τηλικούτων τεκμηριῶσαι. [7.13.4] οὐδὲ δοκεῖ μοι ἐν τῷ τότε σώζεσθαι τὸ γένος τῶν Ἀμαζόνων, οὐδ᾽ ἔτι πρὸ Ἀλεξάνδρου, ἢ Ξενοφῶν ἂν ἐμνήσθη αὐτῶν, Φασιανῶν τε μνησθεὶς καὶ Κόλχων καὶ ὅσα ἄλλα ἀπὸ Τραπεζοῦντος ὁρμώμενοι ἢ πρὶν ἐς Τραπεζοῦντα κατελθεῖν οἱ Ἕλληνες ἐπῆλθον ἔθνη βαρβαρικά, ἵναπερ καὶ ταῖς Ἀμαζόσιν ἐντετυχήκεσαν ‹ἄν›, εἴπερ οὖν ἔτι ἦσαν Ἀμαζόνες. [7.13.5] μὴ γενέσθαι μὲν γὰρ παντελῶς τὸ γένος τούτων τῶν γυναικῶν οὐ πιστὸν δοκεῖ ἔμοιγε, πρὸς τοσούτων καὶ τοιούτων ὑμνηθέν. ὡς Ἡρακλέα τε ἐπ᾽ αὐτὰς λόγος κατέχει ὅτι ἐστάλη καὶ ζωστῆρά τινα Ἱππολύτης τῆς βασιλίσσης αὐτῶν ὅτι ἐς τὴν Ἑλλάδα ἐκόμισε, καὶ οἱ ξὺν Θησεῖ Ἀθηναῖοι ὅτι ἐπιούσας τὰς γυναῖκας ταύτας τὴν Εὐρώπην πρῶτοι μάχῃ νικήσαντες ἀνέστειλαν· καὶ γέγραπται ἡ Ἀθηναίων καὶ Ἀμαζόνων μάχη πρὸς Μίκωνος οὐ μεῖον ἤπερ ἡ Ἀθηναίων καὶ Περσῶν. [7.13.6] καὶ Ἡροδότῳ πολλάκις περὶ τῶν γυναικῶν τούτων πεποίηται, καὶ ὅσοι Ἀθηναίων τοὺς ἐν πολέμῳ τελευτήσαντας λόγῳ ἐκόσμησαν, καὶ τοῦ πρὸς Ἀμαζόνας ἔργου Ἀθηναίων ἐν τοῖς μάλιστα μνήμην ἐποιήσαντο. εἰ δὲ ἱππικὰς δή τινας γυναῖκας Ἀτροπάτης ἔδειξεν Ἀλεξάνδρῳ, βαρβάρους τινὰς ἄλλας γυναῖκας ἱππεύειν ἠσκημένας δοκῶ ὅτι ἔδειξεν ἐς τὸν λεγόμενον δὴ τῶν Ἀμαζόνων κόσμον ἐσταλμένας.
[7.14.1] Ἐν Ἐκβατάνοις δὲ θυσίαν τε ἔθυσεν Ἀλέξανδρος, ὥσπερ αὐτῷ ἐπὶ ξυμφοραῖς ἀγαθαῖς νόμος, καὶ ἀγῶνα ἐπετέλει γυμνικόν τε καὶ μουσικόν, καὶ πότοι αὐτῷ ἐγίνοντο παρὰ τοῖς ἑταίροις. καὶ ἐν τούτῳ Ἡφαιστίων ἔκαμε τὸ σῶμα· ἑβδόμη τε ἡμέρα ἤδη ἦν αὐτῷ τῆς νόσου καὶ λέγουσι τὸ μὲν στάδιον πλῆρες εἶναι· παίδων γὰρ ἀγὼν ἦν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ γυμνικός· ἐπεὶ δὲ ἐξηγγέλλετο Ἀλεξάνδρῳ ὅτι κακῶς ἔχοι Ἡφαιστίων, ὁ δὲ παρ᾽ αὐτὸν ἐλθὼν σπουδῇ οὐκέτι ζῶντα κατέλαβεν.
[7.14.2] Ἔνθα δὴ καὶ ἄλλοι ἄλλα ἀνέγραψαν ὑπὲρ τοῦ πένθους τοῦ Ἀλεξάνδρου· μέγα μὲν γενέσθαι αὐτῷ τὸ πένθος, πάντες τοῦτο ἀνέγραψαν, τὰ δὲ πραχθέντα ἐπ᾽ αὐτῷ ἄλλοι ἄλλα, ὡς ἕκαστος ἢ εὐνοίας πρὸς Ἡφαιστίωνα ἢ φθόνου εἶχεν ἢ καὶ πρὸς αὐτὸν Ἀλέξανδρον. [7.14.3] ὧν οἱ τὰ ἀτάσθαλα ἀναγράψαντες οἱ μὲν ἐς κόσμον φέρει‹ν› μοι δοκοῦσιν οἰηθῆναι Ἀλεξάνδρῳ ὅσα ὑπεραλγήσας ἔδρασεν ἢ εἶπεν ἐπὶ τῷ πάντων δὴ ἀνθρώπων φιλτάτῳ, οἱ δὲ ἐς αἰσχύνην μᾶλλόν τι ὡς οὐ πρέποντα οὔτ᾽ οὖν βασιλεῖ οὔτε Ἀλεξάνδρῳ, οἱ μέν, τὸ πολὺ μέρος τῆς ἡμέρας ἐκείνης ἐρριμμένον ἐπὶ τοῦ σώματος τοῦ ἑταίρου ὀδύρεσθαι οὐδ᾽ ἐθέλειν ἀπαλλαγῆναι, πρίν γε δὴ πρὸς βίαν ἀπηνέχθη πρὸς τῶν ἑταίρων· [7.14.4] οἱ δέ, τήν τε ἡμέραν ὅλην καὶ τὴν νύκτα ὅλην ἐρρῖφθαι ἐπὶ τῷ σώματι· οἱ δὲ καί, τὸν ἰατρὸν Γλαυκίαν ὅτι ἐκρέμασε, καὶ τοῦτο[ν] ὡς ἐπὶ φαρμάκῳ κακῶς δοθέντι, οἱ δέ, ὅτι οἴνου περιεῖδεν ἐμπλησθέντα θεωρῶν αὐτός· καὶ κείρασθαι Ἀλέξανδρον ἐπὶ τῷ νεκρῷ τὴν κόμην τά τε ἄλλα οὐκ ἀπεικότα τίθεμαι καὶ κατὰ ζῆλον τὸν Ἀχιλλέως, πρὸς ὅντινα ἐκ παιδὸς φιλοτιμία αὐτῷ ἦν· [7.14.5] οἱ δὲ καί, τὸ ἅρμα ἐφ᾽ ὅτῳ τὸ σῶμα ἐφέρετο αὐτὸς ἔστιν ὅτε ‹ὅτι› ἡνιόχει, τοῦτο οὐδαμῇ πιστὸν ἔμοιγε λέγοντες· ἄλλοι δέ, ὅτι καὶ τοῦ Ἀσκληπιοῦ τὸ ἕδος ἐν Ἐκβατάνοις κατασκάψαι ἐκέλευσε, βαρβαρικὸν τοῦτό γε καὶ οὐδαμῇ Ἀλεξάνδρῳ πρόσφορον, ἀλλὰ τῇ Ξέρξου μᾶλλόν τι ἀτασθαλίᾳ τῇ ἐς τὸ θεῖον καὶ ταῖς πέδαις ἃς λέγουσιν ἐς τὸν Ἑλλήσποντον καθεῖναι Ξέρξην, τιμωρούμενον δῆθεν τὸν Ἑλλήσποντον. [7.14.6] ἀλλὰ καὶ ἐκεῖνο οὐ πάντῃ ἔξω τοῦ εἰκότος ἀναγεγράφθαι μοι δοκεῖ, ὡς ἐπὶ Βαβυλῶνος ἤλαυνεν Ἀλέξανδρος, ἐντυχεῖν αὐτῷ κατὰ τὴν ὁδὸν πολλὰς πρεσβείας ἀπὸ τῆς Ἑλλάδος, εἶναι δὲ δὴ ἐν τούτοις Ἐπιδαυρίων πρέσβεις· καὶ τούτους ὧν τε ἐδέοντο ἐξ Ἀλεξάνδρου τυχεῖν καὶ ἀνάθημα δοῦναι αὐτοῖς Ἀλέξανδρον κομίζειν τῷ Ἀσκληπιῷ, ἐπειπόντα ὅτι· καίπερ οὐκ ἐπιεικῶς κέχρηταί μοι ὁ Ἀσκληπιός, οὐ σώσας μοι τὸν ἑταῖρον ὅντινα ἴσον τῇ ἐμαυτοῦ κεφαλῇ ἦγον. [7.14.7] ἐναγίζειν τε ὅτι ἀεὶ ὡς ἥρωϊ ἐκέλευεν Ἡφαιστίωνι, τοῦτο μὲν πρὸς τῶν πλείστων ἀναγέγραπται· οἱ δὲ λέγουσιν ὅτι καὶ εἰς Ἄμμωνος ἔπεμψεν ἐρησομένους τὸν θεὸν εἰ καὶ ὡς θεῷ θύειν συγχωρεῖ Ἡφαιστίωνι, τὸν δὲ οὐ ξυγχωρῆσαι.

[7.13.2] Λένε ότι εδώ ο Ατροπάτης, ο σατράπης της Μηδίας, έδωσε στον Αλέξανδρο εκατό γυναίκες υποστηρίζοντας ότι ήταν Αμαζόνες· αυτές φορούσαν στολή ανδρών του ιππικού, εκτός βέβαια ότι έφεραν πελέκεις αντί για δόρατα και πέλτες αντί για ασπίδες. Άλλοι λένε και ότι είχαν μικρότερο τον δεξιό μαστό τους, τον οποίο άφηναν ακάλυπτο στις μάχες. [7.13.3] Ο Αλέξανδρος, λοιπόν, τις απομάκρυνε από τον στρατό, μήπως οι Μακεδόνες ή οι βάρβαροι φερθούν προς αυτές κατ᾽ ανάρμοστο τρόπο, τις διέταξε όμως να αναγγείλουν στη βασίλισσά τους ότι θα έρθει ο ίδιος για να αποκτήσει παιδιά μαζί της. Αυτά όμως ούτε ο Αριστόβουλος ούτε ο Πτολεμαίος τα αναφέρει ούτε κάποιος άλλος συγγραφέας, από τον οποίο μπορεί κανείς να αντλήσει συμπεράσματα για τόσο σημαντικά γεγονότα. [7.13.4] Ούτε νομίζω ότι την εποχή εκείνη επιζούσε η φυλή των Αμαζόνων ούτε ακόμη και πριν από τον Αλέξανδρο, άλλως θα αναφερόταν σε αυτές ο Ξενοφών, ο οποίος αναφέρθηκε και στους Φασιανούς και στους Κόλχους, όπως και σε όσους άλλους βαρβάρους λαούς συνάντησαν οι Έλληνες ξεκινώντας από την Τραπεζούντα ή και πριν κατεβούν στην Τραπεζούντα, όπου ασφαλώς θα είχαν συναντήσει και τις Αμαζόνες, αν βέβαια υπήρχαν ακόμη. [7.13.5] Γιατί σε μένα τουλάχιστον δεν φαίνεται πιστευτό να μην υπήρξε ποτέ η φυλή των γυναικών αυτών, εφόσον τόσο πολλοί και τόσο αξιόλογοι συγγραφείς την εξύμνησαν. Έτσι π.χ. η παράδοση αναφέρει ότι ο Ηρακλής εξεστράτευσε εναντίον τους και ότι έφερε στην Ελλάδα κάποια ζώνη της βασίλισσάς τους Ιππολύτης· και ότι οι Αθηναίοι με τον Θησέα νίκησαν πρώτοι σε μάχη τις γυναίκες αυτές και τις απώθησαν, όταν επιτέθηκαν κατά της Ευρώπης. Ο Μίκων έχει ζωγραφίσει τη μάχη Αθηναίων και Αμαζόνων με τέχνη όχι κατώτερη από την απεικόνιση της μάχης Αθηναίων και Περσών. [7.13.6] Και ο Ηρόδοτος αναφέρει συχνά τις γυναίκες αυτές και όσοι Αθηναίοι εγκωμίασαν σε λόγους αυτούς που σκοτώθηκαν σε πολέμους μνημόνευσαν ιδιαιτέρως και τους αγώνες των Αθηναίων εναντίον των Αμαζόνων. Αν όμως ο Ατροπάτης παρουσίασε στον Αλέξανδρο μερικές γυναίκες ιππείς, νομίζω ότι παρουσίασε πράγματι κάποιες άλλες βάρβαρες γυναίκες, ασκημένες στην ιππασία, με οπλισμό και στολή, όπως πιστευόταν, των Αμαζόνων.
[7.14.1] Στα Εκβάτανα ο Αλέξανδρος προσέφερε θυσία, όπως συνήθιζε ύστερα από χαρμόσυνα γεγονότα, τέλεσε αγώνα γυμνικό και μουσικό και παρέθεσε συμπόσια στους εταίρους. Στο μεταξύ αρρώστησε ο Ηφαιστίων.
Ήταν πια η έβδομη μέρα της αρρώστιας του, όπως λένε, και το στάδιο είχε γεμίσει, γιατί γινόταν εκείνη τη μέρα γυμνικός αγώνας παιδιών. Όταν πληροφορήθηκε ο Αλέξανδρος ότι ο Ηφαιστίων ήταν σε κακή κατάσταση, έτρεξε γρήγορα προς αυτόν, αλλά δεν τον βρήκε πλέον ζωντανό.
[7.14.2] Στο σημείο, λοιπόν, αυτό οι διάφοροι συγγραφείς έγραψαν διαφορετικά πράγματα για το πένθος του Αλεξάνδρου· ότι το πένθος του ήταν μεγάλο όλοι το έγραψαν, για τις ενέργειες όμως του Αλεξάνδρου σχετικά με αυτό οι συγγραφείς αναφέρουν διαφορετικά πράγματα, ανάλογα με την εύνοια ή τον φθόνο που ο καθένας αισθανόταν για τον Ηφαιστίωνα ή και για τον ίδιο τον Αλέξανδρο. [7.14.3] Από τους συγγραφείς που αναφέρουν τα άπρεπα, άλλοι, όπως νομίζω, έχουν τη γνώμη ότι είναι προς τιμή του Αλεξάνδρου όσα έκαμε ή είπε μέσα στη μεγάλη λύπη του για τον πιο αγαπημένο του από όλους, ενώ άλλοι φρονούν ότι οι ενέργειές του εκείνες μάλλον τον ντρόπιασαν, επειδή δεν ταίριαζαν ούτε βέβαια σε βασιλιά ούτε στον Αλέξανδρο. [7.14.4] Μερικοί αναφέρουν ότι το μεγαλύτερο μέρος εκείνης της μέρας θρηνούσε πεσμένος επάνω από το πτώμα του φίλου του και δεν ήθελε να αποτραβηχθεί, μέχρις ότου τον απομάκρυναν με πραγματική βία οι εταίροι. Άλλοι λένε ότι όλη τη μέρα και όλη τη νύχτα ήταν πεσμένος επάνω από το πτώμα του. Άλλοι, ότι και κρέμασε τον Γλαυκία τον γιατρό και τούτο επειδή έδωσε ακατάλληλο φάρμακο στον Ηφαιστίωνα, ενώ άλλοι ότι τον τιμώρησε, επειδή τον άφησε να πιει πολύ κρασί, αν και τον έβλεπε ο ίδιος. Και για άλλους λόγους δεν θεωρώ απίθανο να έκοψε τα μαλλιά του ο Αλέξανδρος επάνω από τον νεκρό, κυρίως όμως επειδή επιδίωκε να μιμηθεί τον Αχιλλέα, τον οποίο από την παιδική του ηλικία ανταγωνιζόταν. [7.14.5] Μερικοί λένε ακόμη ότι οδηγούσε ο ίδιος για κάποιο χρονικό διάστημα και το άρμα που έφερε το πτώμα του Ηφαιστίωνα, αλλά σε μένα τουλάχιστον δεν φαίνεται αξιόπιστη η πληροφορία αυτή. Άλλοι αναφέρουν ότι διέταξε να κατεδαφίσουν και τον ναό του Ασκληπιού στα Εκβάτανα. Αυτή ήταν πράξη βάρβαρη και δεν ταίριαζε καθόλου στον Αλέξανδρο, αλλά μάλλον με την ασέβεια του Ξέρξη προς τους θεούς και με τις αλυσίδες που λένε ότι έριξε στον Ελλήσποντο ο Ξέρξης, για να τιμωρήσει δήθεν τον Ελλήσποντο. [7.14.6] Δεν θεωρώ όμως τελείως απίθανο και εκείνο που έχουν γράψει, ότι δηλαδή ενώ προχωρούσε προς τη Βαβυλώνα ο Αλέξανδρος, τον συνάντησαν στον δρόμο πολλές πρεσβείες από την Ελλάδα και μεταξύ αυτών ήταν και πρέσβεις της Επιδαύρου. Αυτοί πέτυχαν ό,τι ζήτησαν από τον Αλέξανδρο και ο Αλέξανδρος τους έδωσε ένα αφιέρωμα να φέρουν στον Ασκληπιό προσθέτοντας ότι «αν και ο Ασκληπιός δεν μου έχει φερθεί με ευμένεια, εφόσον δεν μου έσωσε τον φίλο μου που τον είχα σαν τον εαυτό μου». [7.14.7] Οι περισσότεροι συγγραφείς έχουν γράψει και τούτο, ότι δηλαδή διέταξε να προσφέρονται πάντοτε θυσίες στον Ηφαιστίωνα, όπως θα έκαναν για έναν ήρωα. Άλλοι αναφέρουν ότι έστειλε ανθρώπους του και στο μαντείο του Άμμωνα, για να ρωτήσει τον θεό αν επιτρέπει να προσφέρουν στον Ηφαιστίωνα και θυσίες όμοιες με εκείνες που προσφέρονται στους θεούς, αλλά αυτός δεν το επέτρεψε.