ΜΕΝΙΠΠΟΣ [20.9] Να αφήσει και τη γενειάδα του αυτήν, Ερμή, που είναι βαριά και πυκνότριχη, όπως βλέπεις. Πρόκειται για τρίχες που ζυγίζουν τουλάχιστον πέντε μνες. ΕΡΜΗΣ Καλά λες. Άφησέ τηνα κι αυτήν. ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ Και ποιός θα την κουρέψει; ΕΡΜΗΣ Αυτός εδώ ο Μένιππος θα πάρει ένα τσεκούρι από το ναυπηγείο και θα την κόψει χρησιμοποιώντας για κούτσουρο τη σανιδόσκαλα. ΜΕΝΙΠΠΟΣ Όχι, Ερμή, αλλά δώσε μου καλύτερα πριόνι. Θα είναι πιο αστείο. ΕΡΜΗΣ Το τσεκούρι σού αρκεί. Ωραία. Τώρα φάνηκες ανθρωπινότερος, βγάζοντας από πάνω σου τη βρομιάρικη τραγογενειάδα. ΜΕΝΙΠΠΟΣ Θέλεις να του πάρω λίγο και από τα φρύδια; ΕΡΜΗΣ Βεβαιότατα, γιατί κι αυτά τα έχει σηκώσει πάνω από το μέτωπό του, καθώς τεντώνεται να φτάσει κι εγώ δεν ξέρω τί. Τί συμβαίνει; Δακρύζεις, παλιάνθρωπε, και δειλιάζεις μπροστά στον θάνατο; Επιβιβάσου λοιπόν. ΜΕΝΙΠΠΟΣ Ένα ακόμη, το βαρύτερο, το κρατάει κάτω από τη μασχάλη του. ΕΡΜΗΣ Ποιό πράγμα, Μένιππε; ΜΕΝΙΠΠΟΣ Την κολακεία, Ερμή, που του χρησίμεψε πολύ στη ζωή του. ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ Ε, λοιπόν, κι εσύ, Μένιππε, να αφήσεις την ελευθερία και την ευθύτητα και την ευθυμία και τη γενναιότητα και το γέλιο. Μόνο εσύ γελάς ανάμεσα σ᾽ όλους τους άλλους. ΕΡΜΗΣ Σε καμιά περίπτωση. Το αντίθετο· κράτησέ τα αυτά, γιατί είναι ελαφριά και κουβαλιούνται εύκολα και είναι χρήσιμα για το ταξίδι μας στον κάτω κόσμο. [20.10] Κι εσύ, ο ρήτορας, παράτα τήν τόση απεραντολογία στην ομιλία σου και τις αντιθέσεις και τις παρισώσεις και τις περιόδους και τους βαρβαρισμούς και όλα τα άλλα που βαραίνουν τον λόγο σου. ΡΗΤΟΡΑΣ Νά λοιπόν, τα παρατάω.
|