[1.13.6] Ο Αλέξανδρος απάντησε: «Τα γνωρίζω αυτά, Παρμενίων. Ντρέπομαι όμως, να μας εμποδίσει το μικρό αυτό ρεύμα —όπως υποτιμητικά ονόμασε τον Γρανικό— να το διαβούμε τώρα αμέσως, όπως είμαστε, ενώ τόσο εύκολα περάσαμε τον Ελλήσποντο. [1.13.7] Μια τέτοια αναβολή την θεωρώ ανάξια και για την πολεμική δόξα των Μακεδόνων και για τη δική μου ευψυχία στους κινδύνους. Έχω ακόμη τη γνώμη ότι θα αναθαρρήσουν οι Πέρσες και θα νομίσουν ότι είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν σε μάχη τους Μακεδόνες, εφόσον τώρα δεν θα πάθουν τίποτε που να δικαιολογεί τον φόβο τους». [1.14.1] Αυτά είπε και έστειλε τον Παρμενίωνα στην αριστερή πτέρυγα να αναλάβει τη διοίκησή της, ενώ ο ίδιος προχώρησε προς τη δεξιά. Τον Φιλώτα, τον γιο του Παρμενίωνα, τον τοποθέτησε μπροστά του στο άκρο δεξιό της παρατάξεως, με τους εταίρους ιππείς, τους τοξότες και τους Αγριάνες ακοντιστές. Πίσω από τον Φιλώτα τοποθέτησε τον Αμύντα, τον γιο του Αρραβαίου, με τους σαρισοφόρους ιππείς, τους Παίονες και την ίλη του Σωκράτη. [1.14.2] Δίπλα τους παρατάχθηκαν οι υπασπιστές των εταίρων με αρχηγό τον Νικάνορα, τον γιο του Παρμενίωνα· πίσω από αυτούς η φάλαγγα του Περδίκκα, του γιου του Ορόντη· ακολουθούσαν οι φάλαγγες του Κοίνου, του γιου του Πολεμοκράτη, [ύστερα η φάλαγγα του Κρατερού, του γιου του Αλεξάνδρου], έπειτα του Αμύντα, του γιου του Ανδρομένη, και τέλος οι άνδρες που αρχηγός τους ήταν ο Φίλιππος, ο γιος του Αμύντα. [1.14.3] Στην αριστερή πτέρυγα πρώτοι τοποθετήθηκαν οι Θεσσαλοί ιππείς με αρχηγό τον Κάλα, τον γιο του Αρπάλου. Μετά από αυτούς οι σύμμαχοι ιππείς που είχαν για αρχηγό τους τον Φίλιππο, τον γιο του Μενελάου, και μετά οι Θράκες με αρχηγό τον Αγάθωνα. ΟΙ δυνάμεις που παρατάχθηκαν στη συνέχεια ήταν πεζικές, δηλαδή οι φάλαγγες του Κρατερού, του Μελεάγρου και του Φιλίππου, που έφθαναν ως το κέντρο ολόκληρης της παρατάξεως. [1.14.4] Οι ιππείς των Περσών ήταν είκοσι περίπου χιλιάδες και οι πεζοί ξένοι μισθοφόροι τους λίγο λιγότεροι από είκοσι χιλιάδες. Οι Πέρσες παρατάχθηκαν τοποθετώντας το ιππικό τους κατά μήκος της όχθης του ποταμού και σε ευρύ μέτωπο· παρέταξαν το πεζικό τους πίσω από το ιππικό, γιατί το έδαφος πάνω από την όχθη του ποταμού ήταν πολύ ψηλό. Στο σημείο όπου διέκριναν τον ίδιο τον Αλέξανδρο, που βρισκόταν απέναντι στην αριστερή τους πτέρυγα, —γιατί διακρινόταν από τη λαμπρότητα των όπλων καθώς και από τον μεγάλο σεβασμό με τον οποίο τον υπηρετούσαν οι γύρω του—, στο σημείο ακριβώς αυτό δίπλα στην όχθη παρέταξαν οι Πέρσες πυκνές τις ίλες του ιππικού τους. [1.14.5] Για αρκετή ώρα τα δυο στρατεύματα παρέμεναν ήσυχα στην άκρη του ποταμού, γιατί φοβούνταν για την έκβαση της μάχης, και έτσι επικρατούσε απόλυτη σιωπή και στα δυο στρατόπεδα. Οι Πέρσες περίμεναν τους Μακεδόνες πότε θα μπουν στο πέρασμα, ώστε να τους επιτεθούν καθώς θα έβγαιναν από αυτό. [1.14.6] Ο Αλέξανδρος όμως πήδησε πάνω στο άλογό του και παρακίνησε τους γύρω του να τον ακολουθήσουν και να αναδειχθούν γενναίοι άνδρες. Συγχρόνως διέταξε τον Αμύντα, τον γιο του Αρραβαίου, να ριχτεί πρώτος στον ποταμό παίρνοντας μαζί του τους έφιππους ανιχνευτές, τους Παίονες, και ένα τάγμα πεζικού. Πριν από αυτούς έστειλε τον Πτολεμαίο, τον γιο του Φιλίππου, με την ίλη του Σωκράτη, που συνέβαινε εκείνη τη μέρα να έχει τη διοίκηση όλου του ιππικού. [1.14.7] Ο ίδιος, οδηγώντας τη δεξιά του πτέρυγα υπό τους ήχους των σαλπίγγων και ενώ οι στρατιώτες επικαλούνταν με πολεμικές ιαχές τον Ενυάλιο, εισόρμησε στο πέρασμα, επεκτείνοντας διαρκώς λοξά την παράταξή του προς την κατεύθυνση του ρεύματος, για να μην τον πλευροκοπήσουν οι Πέρσες καθώς θα έβγαινε, αλλά και για να μπορέσει και ο ίδιος —όσο του ήταν δυνατό— να συγκρουστεί μαζί τους με τη φάλαγγα κατά μέτωπο. |