ΜΕΝΕΛΑΟΣ
Πώς να τους πει κανείς μυαλωμένους τους γέροντες;
κι εκείνους που οι Έλληνες ξεχώριζαν
κάποτε για τη φρόνησή τους;
Όταν εσύ,
ένας Πηλέας, ο γιος δοξασμένου πατέρα,
που μαζί μου συγγένεψες, ξεστομίζεις κουβέντες
που κι εσένα ντροπιάζουν κι εμένα προσβάλλουνε;
Κι αυτό για χάρη μιας βάρβαρης γυναίκας,
που έπρεπε να την είχες διώξει πέρα
650από τα ρέματα του Νείλου και του Φάση
και να με συμβουλεύεις, πάντοτε, κι εμένα,
απέναντί της να κρατώ την ίδια στάση,
αφού έρχεται απ᾽ τις χώρες της Ασίας, όπου
τόσοι Έλληνες επέσανε κονταροχτυπημένοι
κι έχει μερίδιο στον φόνο του παιδιού σου.
Γιατί ο Πάρις, που σκότωσε τον γιο σου,
τον Αχιλλέα, ήταν αδέρφι του Έκτορα. Κι όμως εσύ,
μένεις μαζί της κάτω από την ίδια στέγη
και την κρίνεις
άξια να τρώει στο ίδιο τραπέζι με σένα
και την αφήνεις να γεννά μέσα στο σπίτι σου
παιδιά που είναι οι εχθροί μας οι χειρότεροι.
660Για το καλό και των δυο μας, γέροντα,
θέλω να τη σκοτώσω, κι εσύ θέλεις
να την αρπάξεις μέσα από τα χέρια μου.
Γιά κοίταξε όμως —και ντροπή δεν είναι να το πούμε—
αν τύχει και η δική μου κόρη δεν γεννήσει
παιδιά, γεννήσει όμως αυτή, θα επιτρέψεις
να γίνουν βασιλιάδες της Φθιώτιδας
και βάρβαροι να κυβερνούν το γένος των Ελλήνων;
Εγώ, λοιπόν, είμαι άμυαλος, που δεν δέχομαι το άδικο,
και γνωστικός εσύ; Σκέψου τώρα κι αυτό:
αν έδινες την κόρη σου σε κάποιον πατριώτη σου
και πάθαινε τα ίδια, θα το υπόμενες
670σωπαίνοντας; Δεν το νομίζω· κι όμως,
για το χατίρι κάποιας ξένης, βρίζεις
αγαπημένους συγγενείς. Και κάτι ακόμα:
γυναίκα κι άντρας έχουν ίδια δικαιώματα,
αν η γυναίκα προσβληθεί απ᾽ τον άντρα
κι ο άντρας αν έχει παλαβή γυναίκα·
κι όσο γι᾽ αυτόν, έχει τη δύναμη στα χέρια του,
για κείνη όμως φροντίζουν οι γονείς και οι φίλοι.
Δεν έχω δίκιο λοιπόν να βοηθώ τους δικούς μου;
Γέρασες, κακομοίρη, γέρασες.
Κι όσο πια για τη στρατηγία μου,
πιο πολύ με ωφελείς όταν μιλάς,
παρά όταν σωπαίνεις. Κι ακόμα
να ξέρεις πως η Ελένη αν έσφαλε,
δεν ήταν με τη θέλησή της, ήτανε γιατί
680το αποφασίσανε οι θεοί, και το σφάλμα της
εβγήκε σε καλό για την Ελλάδα.
Άπραγοι ως τότε σε όπλα και πολέμους οι Έλληνες,
έγιναν αντρειωμένοι. Γιατί σε όλα,
δάσκαλος των ανθρώπων είναι η πείρα.
Φέρθηκα φρόνιμα λοιπόν που δεν εσκότωσα
τη γυναίκα μου μόλις την αντίκρισα.
Και πολύ θα ᾽θελα και συ να μην εσκότωνες
τον αδερφό σου τον Φώκο. Με καλή
διάθεση σου μίλησα έτσι, κι όχι από θυμό,
κι όταν εσύ παραφέρνεσαι, η γλώσσα σου
δεν έχει κρατημό· μα όσο για μένα,
690κέρδος θαρρώ τη φρονιμάδα.
ΧΟΡΟΣ
Σταματήστε
επιτέλους τ᾽ ανώφελα λόγια·
αυτό θα ᾽ταν πολύ προτιμότερο
για να μην έρθετε
σε δυσάρεστη θέση κι οι δυο σας.
|