[6.33.1] Κι όταν το ναυτικό τους σηκώθηκε κι έφυγε από την Ιωνία, κυρίευε όλα τα μέρη που έχεις στο αριστερό χέρι καθώς μπαίνεις στον Ελλήσποντο· γιατί όσα βρίσκονται στο δεξί, στην ασιατική ακτή, τα είχαν κιόλας οι Πέρσες στην εξουσία τους. Νά ποιά μέρη βρίσκονται στην ευρωπαϊκή ακτή του Ελλησπόντου: η Χερσόνησος, όπου υπάρχουν πολλές πόλεις, και η Πέρινθος και τα φρούρια στις θρακικές ακτές και η Σηλυμβρία και το Βυζάντιο. [6.33.2] Λοιπόν οι Βυζάντιοι κι οι Χαλκηδόνιοι, που κατοικούν στην αντικρινή ακτή, ούτε που βγήκαν ν᾽ αντιμετωπίσουν τους Φοίνικες που αρμένιζαν εναντίον τους, αλλά εγκατέλειψαν βιαστικά τον τόπο τους και κίνησαν προς το εσωτερικό του Ευξείνου Πόντου και κατοίκησαν εκεί στην πόλη Μεσημβρία. Και οι Φοίνικες έκαναν στάχτη αυτά τα μέρη που απαριθμήσαμε κι ύστερα στράφηκαν εναντίον της Προκοννήσου και της Αρτάκης· τις παρέδωσαν κι αυτές στις φλόγες κι έβαλαν πλώρη και πάλι για τη Χερσόνησο, για να κυριέψουν και τις υπόλοιπες πόλεις, όσες δε διαγούμισαν την πρώτη φορά που έπιασαν στεριά εκεί. [6.33.3] Όσο για την Κύζικο, ούτε καν οδήγησαν τα καράβια τους προς την πόλη· γιατί οι Κυζικηνοί, πριν ακόμη μπουν οι Φοίνικες στον Ελλήσποντο, δήλωσαν υποταγή στο βασιλιά με συμφωνία που έκλεισαν με τον Οιοβάρη, το γιο του Μεγαβάζου, αντιβασιλέα του Δασκυλείου. Και οι Φοίνικες έβαλαν στο χέρι τους όλες τις άλλες πόλεις της Χερσονήσου, εκτός από την Καρδία. [6.34.1] Σ᾽ αυτές τις πολιτείες ώς τότε τύραννος ήταν ο Μιλτιάδης, ο γιος του Κίμωνος, γιου του Στησαγόρα· αυτή την εξουσία την απέκτησε προηγουμένως ο Μιλτιάδης, ο γιος του Κυψέλου, με τον εξής τρόπο· τη Χερσόνησο αυτή την είχαν οι Δόλογκοι, θρακική φυλή. Αυτοί οι Δόλογκοι λοιπόν, στενεμένοι από τον πόλεμο που τους κήρυξαν οι Αψίνθιοι, έστειλαν στους Δελφούς τους βασιλιάδες τους να ζητήσουν χρησμό για τον πόλεμο. [6.34.2] Και η Πυθία τούς έδωσε χρησμό: όποιος, μετά την αποχώρησή τους από το μαντείο, πρώτος τούς καλέσει για φιλοξενία, αυτόν να τον πάρουν μαζί τους στη χώρα τους ως οικιστή. Λοιπόν οι Δόλογκοι πήραν την ιερά οδό και βάδιζαν μέσ᾽ από τη χώρα των Φωκέων και των Βοιωτών· και καθώς κανένας δεν τους προσκαλούσε, παίρνουν άλλο δρόμο και τραβούν προς την Αθήνα. [6.35.1] Εκείνη την εποχή λοιπόν στην Αθήνα όλη η εξουσία βρισκόταν βέβαια στα χέρια του Πεισιστράτου, όμως είχε δύναμη κι ο Μιλτιάδης, ο γιος του Κυψέλου, που ήταν από οικογένεια που συντηρούσε άλογα γι᾽ αγώνες τεθρίππων· η καταγωγή του κρατούσε από τον Αιακό και την Αίγινα, και στη νεότερη εποχή απ᾽ την Αθήνα, απ᾽ τη γενιά του Φιλαίου, του γιου του Αίαντα, που πρώτος απ᾽ αυτή την οικογένεια εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. [6.35.2] Λοιπόν αυτός ο Μιλτιάδης, καθώς καθόταν στο κατώφλι του σπιτιού του, είδε τους Δολόγκους να περνούν ντυμένοι με ρούχα ξενικά και κρατώντας δόρατα· τους φώναξε να πλησιάσουν, κι όταν πήγαν κοντά του τους υποσχέθηκε κατάλυμα και τραπέζι. Εκείνοι δέχτηκαν, κι όταν χάρηκαν τη φιλοξενία του, του αποκάλυψαν ολόκληρο το χρησμό· κι ύστερ᾽ από την αποκάλυψη, τον παρακαλούσαν ν᾽ ακολουθήσει το θέλημα του θεού. [6.35.3] Κι ο Μιλτιάδης, αμέσως μόλις άκουσε την πρόταση, πείστηκε — ο άνθρωπος δυσανασχετούσε με τη δεσποτεία του Πεισιστράτου και ήθελε να ξεμπλέξει. Κι αμέσως ετοιμάστηκε και πήγε στους Δελφούς, για να ρωτήσει το μαντείο αν πρέπει να πράξει τα όσα του παρακαλούσαν οι Δόλογκοι. [6.36.1] Κι έτσι λοιπόν με την παρακίνηση και της Πυθίας ο Μιλτιάδης, ο γιος του Κυψέλου, που ανακηρύχτηκε προηγουμένως ολυμπιονίκης σε αγώνα τεθρίππων, πήρε τότε μαζί του κάθε Αθηναίο που προθυμοποιήθηκε να πάρει μέρος στην αποστολή και ξεκίνησε με καράβια μαζί με τους Δολόγκους και έγινε κύριος της χώρας τους. Και οι Δόλογκοι που τον έφεραν μαζί τους στη χώρα τους τον ανακήρυξαν τύραννο. [6.36.2] Κι αυτός το πρώτο που έκανε ήταν να χτίσει τείχος, από την πόλη Καρδία ώς την Πακτύη, που έκλεινε τον ισθμό της Χερσονήσου, για να μη μπορούν οι Αψίνθιοι να κάνουν εισβολές στη χώρα και να τους ρημάζουν. Το μήκος του ισθμού αυτού είναι τριάντα έξι στάδιοι· κι από τον ισθμό και πέρα το εσωτερικό της Χερσονήσου έχει μήκος τετρακόσιους είκοσι σταδίους. [6.37.1] Έκλεισε λοιπόν με τείχος το λαιμό της Χερσονήσου ο Μιλτιάδης και μ᾽ αυτό τον τρόπο απώθησε τους Αψινθίους· κι ύστερα, οι πρώτοι με τους οποίους έκανε πόλεμο ήταν οι Λαμψακηνοί· κι οι Λαμψακηνοί τού έστησαν καρτέρι και τον έπιασαν ζωντανό. Αλλά ο Μιλτιάδης είχε την εκτίμηση του Κροίσου· όταν λοιπόν ο Κροίσος έμαθε αυτά, στέλνοντας απεσταλμένους παράγγελνε στους Λαμψακηνούς ν᾽ αφήσουν ελεύθερο τον Μιλτιάδη· ειδεμή, τους απειλούσε πως θα τους πελεκήσει όπως οι ξυλοκόποι τις κουκουναριές· [6.37.2] κι οι Λαμψακηνοί να κάνουν λαθεμένες υποθέσεις συζητώντας τί θέλει να πει η φράση με την οποία τους απειλούσε ο Κροίσος, «θα τους πελεκήσει σαν κουκουναριές»· ώσπου κάποιος από τους γεροντότερους, όταν κάποια ώρα την άκουσε, αμέσως είπε την πραγματική έννοιά της, πως η κουκουναριά είναι το μοναδικό απ᾽ όλα τα δέντρα που, έτσι και κοπεί, δεν ξαναβγάζει βλαστό, αλλά χάνεται εντελώς, μια για πάντα. Φοβήθηκαν λοιπόν οι Λαμψακηνοί τον Κροίσο κι άφησαν τον Μιλτιάδη λύνοντας τα δεσμά του. [6.38.1] Λοιπόν αυτός γλιτώνει χάρη στον Κροίσο κι αργότερα πεθαίνει άκληρος, παραδίνοντας την εξουσία και την περιουσία του στον Στησαγόρα, το γιο του αδερφού του απ᾽ την ίδια μητέρα, του Κίμωνος. Και μετά το θάνατό του οι Χερσονησίτες τελούν θυσίες στ᾽ όνομά του, τιμώντας τον ως οικιστή και θέσπισαν αγώνες γυμναστικούς και ιπποδρομίες· στους αγώνες αυτούς δεν επιτρέπεται σε κανένα Λαμψακηνό να πάρει μέρος. [6.38.2] Κι ο θάνατος πήρε και τον Στησαγόρα, κι αυτόν άκληρο, όταν βρισκόταν σε πόλεμο με τους Λαμψακηνούς, από χτύπημα στο κεφάλι με τσεκούρι, στο πρυτανείο· τον σκότωσε κάποιος που προσποιήθηκε τον αυτόμολο, στην πραγματικότητα όμως ήταν εχθρός κι από τους πιο φανατικούς. [6.39.1] Μ᾽ αυτό τον τρόπο πέθανε ο Στησαγόρας· τότε λοιπόν στέλνουν τον Μιλτιάδη, το γιο του Κίμωνος κι αδερφό του σκοτωμένου Στησαγόρα, με μια τριήρη, για να πάρει στα χέρια του την εξουσία στη Χερσόνησο, οι Πεισιστρατίδες, που και στην Αθήνα τού έδειχναν εύνοια, κάνοντας πως δεν ήξεραν το θάνατο του πατέρα του (που εγώ σε άλλο μέρος της ιστορίας μου θα δηλώσω πώς έγινε). [6.39.2] Ο Μιλτιάδης λοιπόν, φτάνοντας στη Χερσόνησο, κλείστηκε και δεν έβγαινε απ᾽ το σπίτι του, κρατώντας τάχα πένθος για τον αδερφό του Στησαγόρα. Κι οι Χερσονησίτες, μαθαίνοντας αυτά, συγκεντρώθηκαν απ᾽ όλα τα μέρη οι προεστοί όλων των πόλεων, κι όταν έφτασαν, κοινή αποστολή, για να τον συλλυπηθούν, αυτός τους έριξε στη φυλακή. Λοιπόν ο Μιλτιάδης εξουσίαζε τη Χερσόνησο συντηρώντας πεντακόσιους δορυφόρους και παντρεύεται τη θυγατέρα του βασιλιά των Θρακών Ολόρου, την Ηγησιπύλη. [6.40.1] Λοιπόν αυτόν τον Μιλτιάδη, το γιο του Κίμωνος, που ήταν νεοφερμένος στη Χερσόνησο, ύστερ᾽ από την άφιξή του εκεί τον βρήκαν άλλες δυσκολίες μεγαλύτερες από εκείνες που τον σκότιζαν. Δηλαδή, τρία χρόνια πριν από αυτές, γλιτώνει από τους Σκύθες· γιατί νομάδες Σκύθες, έτσι που τους εξερέθισε ο βασιλιάς Δαρείος, ένωσαν τις δυνάμεις τους σ᾽ ένα σώμα και προέλασαν μέχρι αυτή τη Χερσόνησο. [6.40.2] Ο Μιλτιάδης δεν έμεινε να τους αντιμετωπίσει κι εγκατέλειψε την επικράτειά του, ώσπου οι Σκύθες σηκώθηκαν κι έφυγαν και οι Δόλογκοι τον ξανάφεραν στην εξουσία. Λοιπόν τρία χρόνια πριν από τις σκοτούρες που του ήρθαν τότε είχαν συμβεί αυτά. [6.41.1] Τότε λοιπόν, παίρνοντας την πληροφορία πως οι Φοίνικες βρίσκονται στην Τένεδο, ο Μιλτιάδης φόρτωσε την περιουσία του σε πέντε τριήρεις και πήρε το δρόμο του γυρισμού για την Αθήνα. Κι όπως σήκωσε άγκυρα από την πόλη Καρδία, αρμένιζε διασχίζοντας τον Μέλανα κόλπο· τα καράβια του έπλεαν γιαλό γιαλό τη θάλασσα της Χερσονήσου, όταν πέφτουν απάνω τους οι Φοίνικες. [6.41.2] Λοιπόν ο Μιλτιάδης με τέσσερα καράβια καταφεύγει στην Ίμβρο, το πέμπτο όμως καράβι το πήραν στο κατόπι οι Φοίνικες και το αιχμαλώτισαν. Κι έτυχε κυβερνήτης αυτού του καραβιού να είναι ο μεγαλύτερος γιος του Μιλτιάδη, ο Μητίοχος, που δεν τον απόχτησε από τη θυγατέρα του Ολόρου του Θράκα, αλλά από άλλη γυναίκα· [6.41.3] αυτόν μαζί με το καράβι τον αιχμαλώτισαν οι Φοίνικες. Κι όταν έμαθαν πως είναι γιος του Μιλτιάδη, τον ανέβασαν στο βασιλιά, προσδοκώντας πως θα εξασφαλίσουν μόνιμα τη μεγάλη ευγνωμοσύνη του, αφού, όπως ήταν γνωστό, ο Μιλτιάδης ήταν αυτός που στη συνέλευση των Ιώνων έκανε πρόταση παρακινώντας τους να πειστούν στους Σκύθες, όταν οι Σκύθες τούς παρακαλούσαν να διαλύσουν την πλωτή γέφυρα και να γυρίσουν με τα καράβια στη χώρα τους. [6.41.4] Κι ο Δαρείος, όταν ανέβασαν οι Φοίνικες και του παρέδωσαν τον Μητίοχο, το γιο του Μιλτιάδη, δεν πείραξε καθόλου τον Μητίοχο, αλλά του χάρισε πολλά· γιατί του έδωσε σπίτι και κτήματα και γυναίκα Περσίδα, απ᾽ την οποία απόχτησε παιδιά που αξιώθηκαν ν᾽ αναγνωριστούν Πέρσες. Κι ο Μιλτιάδης από την Ίμβρο φτάνει στην Αθήνα. |