Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας
Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7
ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ
Ἱστορίαι (4.96.1-4.99.1)
[4.96.1] Τοιαῦτα τοῦ Ἱπποκράτους παρακελευομένου καὶ μέχρι μὲν μέσου τοῦ στρατοπέδου ἐπελθόντος, τὸ δὲ πλέον οὐκέτι φθάσαντος, οἱ Βοιωτοί, παρακελευσαμένου καὶ σφίσιν ὡς διὰ ταχέων καὶ ἐνταῦθα Παγώνδου, παιανίσαντες ἐπῇσαν ἀπὸ τοῦ λόφου. ἀντεπῇσαν δὲ καὶ οἱ Ἀθηναῖοι καὶ προσέμειξαν δρόμῳ. [4.96.2] καὶ ἑκατέρων τῶν στρατοπέδων τὰ ἔσχατα οὐκ ἦλθεν ἐς χεῖρας, ἀλλὰ τὸ αὐτὸ ἔπαθεν· ῥύακες γὰρ ἐκώλυσαν. τὸ δὲ ἄλλο καρτερᾷ μάχῃ καὶ ὠθισμῷ ἀσπίδων [4.96.3] ξυνειστήκει. καὶ τὸ μὲν εὐώνυμον τῶν Βοιωτῶν καὶ μέχρι μέσου ἡσσᾶτο ὑπὸ τῶν Ἀθηναίων, καὶ ἐπίεσαν τούς τε ἄλλους ταύτῃ καὶ οὐχ ἥκιστα τοὺς Θεσπιᾶς. ὑποχωρησάντων γὰρ αὐτοῖς τῶν παρατεταγμένων, καὶ κυκλωθέντων ἐν ὀλίγῳ, οἵπερ διεφθάρησαν Θεσπιῶν, ἐν χερσὶν ἀμυνόμενοι κατεκόπησαν· καί τινες καὶ τῶν Ἀθηναίων διὰ τὴν κύκλωσιν ταραχθέντες ἠγνόησάν τε καὶ ἀπέκτειναν ἀλλήλους. [4.96.4] τὸ μὲν οὖν ταύτῃ ἡσσᾶτο τῶν Βοιωτῶν καὶ πρὸς τὸ μαχόμενον κατέφυγε, τὸ δὲ δεξιόν, ᾗ οἱ Θηβαῖοι ἦσαν, ἐκράτει τῶν Ἀθηναίων, καὶ ὠσάμενοι κατὰ βραχὺ τὸ πρῶτον ἐπηκολούθουν. [4.96.5] καὶ ξυνέβη, Παγώνδου περιπέμψαντος δύο τέλη τῶν ἱππέων ἐκ τοῦ ἀφανοῦς περὶ τὸν λόφον, ὡς ἐπόνει τὸ εὐώνυμον αὐτῶν, καὶ ὑπερφανέντων αἰφνιδίως, τὸ νικῶν τῶν Ἀθηναίων κέρας, νομίσαν ἄλλο στράτευμα ἐπιέναι, ἐς φόβον καταστῆναι· [4.96.6] καὶ ἀμφοτέρωθεν ἤδη, ὑπό τε τοῦ τοιούτου καὶ ὑπὸ τῶν Θηβαίων ἐφεπομένων καὶ παραρρηγνύντων, φυγὴ καθειστήκει παντὸς τοῦ στρατοῦ τῶν Ἀθηναίων. [4.96.7] καὶ οἱ μὲν πρὸς τὸ Δήλιόν τε καὶ τὴν θάλασσαν ὥρμησαν, οἱ δὲ ἐπὶ τοῦ Ὠρωποῦ, ἄλλοι δὲ πρὸς Πάρνηθα τὸ ὄρος, οἱ δὲ ὡς ἕκαστοί τινα εἶχον ἐλπίδα σωτηρίας. [4.96.8] Βοιωτοὶ δὲ ἐφεπόμενοι ἔκτεινον, καὶ μάλιστα οἱ ἱππῆς οἵ τε αὐτῶν καὶ οἱ Λοκροὶ βεβοηθηκότες ἄρτι τῆς τροπῆς γιγνομένης· νυκτὸς δὲ ἐπιλαβούσης τὸ ἔργον ῥᾷον τὸ πλῆθος τῶν φευγόντων διεσώθη. [4.96.9] καὶ τῇ ὑστεραίᾳ οἵ τε ἐκ τοῦ Ὠρωποῦ καὶ οἱ ἐκ τοῦ Δηλίου φυλακὴν ἐγκαταλιπόντες (εἶχον γὰρ αὐτὸ ὅμως ἔτι) ἀπεκομίσθησαν κατὰ θάλασσαν ἐπ᾽ οἴκου. [4.97.1] καὶ οἱ Βοιωτοὶ τροπαῖον στήσαντες καὶ τοὺς ἑαυτῶν ἀνελόμενοι νεκροὺς τούς τε τῶν πολεμίων σκυλεύσαντες καὶ φυλακὴν καταλιπόντες ἀνεχώρησαν ἐς τὴν Τάναγραν, καὶ τῷ Δηλίῳ ἐπεβούλευον ὡς προσβαλοῦντες. |
[4.96.1] Ενώ ο Ιπποκράτης παρακινούσε με τέτοια λόγια τους Αθηναίους και είχε περάσει μπροστά στην μισή μόνο παράταξή τους, οι Βοιωτοί που τους είχε μιλήσει ο Παγώνδας βιαστικά, σάλπισαν τον παιάνα και όρμησαν από τον λόφο. Όρμησαν και οι Αθηναίοι κι έτσι οι δύο παρατάξεις συγκρούστηκαν τρέχοντας. [4.96.2] Οι πτέρυγες των δύο παρατάξεων δεν συγκρούστηκαν, αλλά έπαθαν το ίδιο πράγμα και οι δύο. Βρήκαν εμπόδιο ρεματιές. Ο υπόλοιπος, όμως, στρατός άρχισε σκληρή μάχη ασπίδα προς ασπίδα. [4.96.3] Οι Αθηναίοι υπερίσχυσαν στην αριστερή παράταξη και έως το κέντρο της παράταξης των Βοιωτών, κι έφεραν σε δύσκολη θέση όσους ήσαν σ᾽ εκείνο το σημείο και ιδιαίτερα τους Θεσπιείς, επειδή εκείνοι που ήσαν παραταγμένοι στα πλευρά τους υποχώρησαν. Οι Θεσπιείς βρέθηκαν κυκλωμένοι σε μικρό χώρο και, πολεμώντας σώμα προς σώμα, σκοτώθηκαν πολλοί. Ακόμα και μερικοί Αθηναίοι δεν αναγνωρίστηκαν μες στην σύγχυση που δημιουργήθηκε από την κύκλωση κι αλληλοσκοτώθηκαν. [4.96.4] Στο σημείο εκείνο, λοιπόν, νικήθηκαν οι Βοιωτοί κι έτρεξαν να σωθούν πίσω από την υπόλοιπη παράταξη που πολεμούσε ακόμα. Αλλά στο δεξί μέρος οι Θηβαίοι νικούσαν τους Αθηναίους απωθώντας τους, στην αρχή, βήμα προς βήμα. [4.96.5] Ο Παγώνδας, επειδή η αριστερή παράταξη πιεζόταν πολύ, έστειλε δύο ίλες ιππικού να την βοηθήσουν, περνώντας πίσω από τον λόφο, για να μην τους δει ο εχθρός. Φάνηκαν ξαφνικά μπροστά στους Αθηναίους οι οποίοι νικούσαν και νόμισαν ότι ερχόταν άλλος στρατός εναντίον τους. Τους έπιασε πανικός. [4.96.6] Έτσι, και στις δύο πτέρυγες, δηλαδή και εκεί που συνέβησαν αυτά και εκεί όπου οι Θηβαίοι εξακολουθούσαν να πιέζουν και να διασπούν την παράταξη, γενικεύτηκε η φυγή του αθηναϊκού στρατού. [4.96.7] Μερικοί έτρεξαν προς το Δήλιον και την θάλασσα, άλλοι προς τον Ωρωπό, άλλοι προς την Πάρνηθα και άλλοι όπου ήλπιζαν ότι θα μπορούσαν να σωθούν. [4.96.8] Οι Βοιωτοί άρχισαν να τους καταδιώκουν και να τους σκοτώνουν με το ιππικό τους και το ιππικό των Λοκρών οι οποίοι είχαν μόλις φτάσει την στιγμή που άρχισε η φυγή. Αλλά έπεσε, στο μεταξύ, η νύχτα και σώθηκαν, έτσι, οι περισσότεροι. [4.96.9] Την επομένη, όσοι είχαν πάει στον Ωρωπό και όσοι βρίσκονταν στο Δήλιον —που το κρατούσαν ακόμα— άφησαν φρουρά εκεί, μπήκαν σε καράβια και γύρισαν στην Αθήνα. |