ΧΟΡ. Πρώτο το Δία, τον τρανό βασιλιά των θεών,
που μες στα ύψη θρονιάζει,
πρώτον αυτόν στο Χορό μας καλώ·
και τον αφέντη της τρίαινας, τον άγριο
μεγαλοδύναμο σείστη στεριάς και πελάγου·
τον πολυσέβαστο Αιθέρα μαζί, τον πατέρα μας,
570το δοξασμένο ζωοδότη των όλων·
τον αλογάρη κατόπι καλώ που μ᾽ ακτίνες υπέρλαμπρες
ζώνει τη γη
κι είναι μεγάλη θεότητα ανάμεσα
και σε θεούς και σ᾽ ανθρώπους.
ΚΟΡ. Ω σοφότατοι θεατές μας, για προσέξτε δω σ᾽ εμάς.
Αθηναίοι, μας αδικείτε, κι έχουμε παράπονα·
άλλος θεός αυτή την πόλη δεν την ωφελεί κανείς
όσο εμείς, κι είμαστε οι μόνες θεότητες που ούτε σπονδές
ούτε και θυσίες ποτέ μας είδαμε από σας, ενώ
σας φυλάμε. Αν πάει να γίνει μια εκστρατεία παράλογη,
580ρίχνουμε ή βροντή ή ψιχάλα. Στρατηγό όταν βγάζατε
το θεομίσητον εκείνο τομαρά, τα φρύδια εμείς
τα σουφρώναμε αγριεμένες· κι έπεσε αστραπόβροντο,
η σελήνη απ᾽ τη γραμμή της έφευγε, το φτίλι του
μέσα του το ρούφηξε όλο ο ήλιος κι είπε πως για σας
πια δε θα ᾽φεγγε, αν γινόταν στρατηγός ο Κλέωνας.
Μα τον θέλατε, και βγήκε. Λένε για την πόλη αυτή
στραβοκέφαλη πως είναι, κι όμως τα στραβά που εσείς
κάνετε, οι θεοί απ᾽ την άλλη τα γυρίζουν σε καλό.
590Πως κι αυτό θα σιάξει τώρα, θα το δείξουμε εύκολα·
αν ο Κλέωνας, τέτοιος γλάρος, σε δωροδοκίες πιαστεί
ή να κλέβει, κι ο λαιμός του μες στο φάλαγγα κλειστεί,
όσα λάθη έχετε κάμει, σαν που πάντα γίνεται,
και για σας και για την πόλη θα γυρίσουν σε καλό.
|