ΗΛΕΚΤΡΑ
Οϊμένα, οϊμένα, φόνισσα
κακούργα μάνα!
430σα να ᾽ταν ξόδι ενός εχθρού
και δίχως ν᾽ ακλουθά ο λαός
την εκφορά του βασιλιά του,
απένθητο κι αθρήνητο τον άντρα σου
να θάψεις βάσταξε η καρδιά σου.
ΟΡΕΣΤΗΣ
Είπες, την πάσα, οϊμέ, ατιμία της,
μα βέβαια και θα την πλερώσει
την καταφρόνια του πατέρα μας·
πρώτα οι θεοί κι έπειτα αυτό
το χέρι το δεξί μου,
θα την σκοτώσω κι ας χαθώ.
ΧΟΡΟΣ
Κι ακόμη, του κολόβωσε το λείψανο,
— αν θέλεις όλα να τα μάθεις —
440και το ᾽καμε κι έτσι τον έθαφτε
σ᾽ αυτό το χάλι,
τέτοιο ζητώντας ανυπόφερτο
ντρόπιασμα στη ζωή σου να σου βάλει.
Άκουσες του πατέρα σου τ᾽ άτιμα πάθη.
ΗΛΕΚΤΡΑ
Λες για την τύχη του πατέρα μας·
μα εγώ παράμερα εστεκόμουν
για τίποτ᾽ άξια, καταφρονεμένη·
κι όξω απ᾽ το σπίτι, σαν πολύ
κακούργικο σκυλί κλεισμένη,
δάκρυα από γέλια πιο έτοιμα
μου ανέβαιναν και στα κρυφά βογγούσα
χύνοντας κλάιμα ατέλειωτο·
450μ᾽ άκου τα συ και γράφε τα στο νου σου.
ΧΟΡΟΣ
Κι ας τριβελίσει ο λόγος μας
τ᾽ αυτιά σου, να κατασταλάξει
στα ήσυχα της ψυχής σου βάθη.
Έτσ᾽ είν᾽ αυτά, όπως τ᾽ άκουσες.
Για τ᾽ άλλα — η οργή σου θα σ᾽ τα μάθει·
όποιος σ᾽ αγώνα μπαίνει, αλύγιστη
πρέπει τη γνώμη της καρδιάς του να ᾽χει.
|