Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Ἱστορίαι (4.70.1-4.72.4)

[4.70.1] Βρασίδας δὲ ὁ Τέλλιδος Λακεδαιμόνιος κατὰ τοῦτον τὸν χρόνον ἐτύγχανε περὶ Σικυῶνα καὶ Κόρινθον ὤν, ἐπὶ Θρᾴκης στρατείαν παρασκευαζόμενος. καὶ ὡς ᾔσθετο τῶν τειχῶν τὴν ἅλωσιν, δείσας περί τε τοῖς ἐν τῇ Νισαίᾳ Πελοποννησίοις καὶ μὴ τὰ Μέγαρα ληφθῇ, πέμπει ἔς τε τοὺς Βοιωτοὺς κελεύων κατὰ τάχος στρατιᾷ ἀπαντῆσαι ἐπὶ Τριποδίσκον (ἔστι δὲ κώμη τῆς Μεγαρίδος ὄνομα τοῦτο ἔχουσα ὑπὸ τῷ ὄρει τῇ Γερανείᾳ), καὶ αὐτὸς ἔχων ἦλθεν ἑπτακοσίους μὲν καὶ δισχιλίους Κορινθίων ὁπλίτας, Φλειασίων δὲ τετρακοσίους, Σικυωνίων δὲ ἑξακοσίους, καὶ τοὺς μεθ᾽ αὑτοῦ ὅσοι ἤδη ξυνειλεγμένοι ἦσαν, οἰόμενος τὴν Νίσαιαν ἔτι καταλήψεσθαι ἀνάλωτον. [4.70.2] ὡς δὲ ἐπύθετο (ἔτυχε γὰρ νυκτὸς ἐπὶ τὸν Τριποδίσκον ἐξελθών), ἀπολέξας τριακοσίους τοῦ στρατοῦ, πρὶν ἔκπυστος γενέσθαι, προσῆλθε τῇ τῶν Μεγαρέων πόλει λαθὼν τοὺς Ἀθηναίους ὄντας περὶ τὴν θάλασσαν, βουλόμενος μὲν τῷ λόγῳ καὶ ἅμα, εἰ δύναιτο, ἔργῳ τῆς Νισαίας πειρᾶσαι, τὸ δὲ μέγιστον, τὴν τῶν Μεγαρέων πόλιν ἐσελθὼν βεβαιώσασθαι. καὶ ἠξίου δέξασθαι σφᾶς, λέγων ἐν ἐλπίδι εἶναι ἀναλαβεῖν Νίσαιαν. [4.71.1] αἱ δὲ τῶν Μεγαρέων στάσεις φοβούμεναι, οἱ μὲν μὴ τοὺς φεύγοντας σφίσιν ἐσαγαγὼν αὐτοὺς ἐκβάλῃ, οἱ δὲ μὴ αὐτὸ τοῦτο ὁ δῆμος δείσας ἐπίθηται σφίσι καὶ ἡ πόλις ἐν μάχῃ καθ᾽ αὑτὴν οὖσα ἐγγὺς ἐφεδρευόντων Ἀθηναίων ἀπόληται, οὐκ ἐδέξαντο, ἀλλ᾽ ἀμφοτέροις ἐδόκει ἡσυχάσασι τὸ μέλλον περιιδεῖν. [4.71.2] ἤλπιζον γὰρ καὶ μάχην ἑκάτεροι ἔσεσθαι τῶν τε Ἀθηναίων καὶ τῶν προσβοηθησάντων, καὶ οὕτω σφίσιν ἀσφαλεστέρως ἔχειν, οἷς τις εἴη εὔνους, κρατήσασι προσχωρῆσαι· ὁ δὲ Βρασίδας ὡς οὐκ ἔπειθεν, ἀνεχώρησε πάλιν ἐς τὸ ἄλλο στράτευμα.
[4.72.1] Ἅμα δὲ τῇ ἕῳ οἱ Βοιωτοὶ παρῆσαν, διανενοημένοι μὲν καὶ πρὶν Βρασίδαν πέμψαι βοηθεῖν ἐπὶ τὰ Μέγαρα, ὡς οὐκ ἀλλοτρίου ὄντος τοῦ κινδύνου, καὶ ἤδη ὄντες πανστρατιᾷ Πλαταιᾶσιν· ἐπειδὴ δὲ καὶ ἦλθεν ὁ ἄγγελος, πολλῷ μᾶλλον ἐρρώσθησαν, καὶ ἀποστείλαντες διακοσίους καὶ δισχιλίους ὁπλίτας καὶ ἱππέας ἑξακοσίους τοῖς πλέοσιν ἀπῆλθον πάλιν. [4.72.2] παρόντος δὲ ἤδη ξύμπαντος τοῦ στρατεύματος, ὁπλιτῶν οὐκ ἔλασσον ἑξακισχιλίων, καὶ τῶν Ἀθηναίων τῶν μὲν ὁπλιτῶν περί τε τὴν Νίσαιαν ὄντων καὶ τὴν θάλασσαν ἐν τάξει, τῶν δὲ ψιλῶν ἀνὰ τὸ πεδίον ἐσκεδασμένων, οἱ ἱππῆς οἱ τῶν Βοιωτῶν ἀπροσδοκήτοις ἐπιπεσόντες τοῖς ψιλοῖς ἔτρεψαν ἐπὶ τὴν θάλασσαν (ἐν γὰρ τῷ πρὸ τοῦ οὐδεμία βοήθειά πω τοῖς Μεγαρεῦσιν οὐδαμόθεν ἐπῆλθεν)· [4.72.3] ἀντεπεξελάσαντες δὲ καὶ οἱ τῶν Ἀθηναίων ἐς χεῖρας ᾖσαν, καὶ ἐγένετο ἱππομαχία ἐπὶ πολύ, ἐν ᾗ ἀξιοῦσιν ἑκάτεροι οὐχ ἥσσους γενέσθαι. [4.72.4] τὸν μὲν γὰρ ἵππαρχον τῶν Βοιωτῶν καὶ ἄλλους τινὰς οὐ πολλοὺς πρὸς αὐτὴν τὴν Νίσαιαν προσελάσαντας οἱ Ἀθηναῖοι [καὶ] ἀποκτείναντες ἐσκύλευσαν, καὶ τῶν τε νεκρῶν τούτων κρατήσαντες ὑποσπόνδους ἀπέδοσαν καὶ τροπαῖον ἔστησαν· οὐ μέντοι ἔν γε τῷ παντὶ ἔργῳ βεβαίως οὐδέτεροι τελευτήσαντες ἀπεκρίθησαν, ἀλλ᾽ οἱ μὲν Βοιωτοὶ πρὸς τοὺς ἑαυτῶν, οἱ δὲ ἐπὶ τὴν Νίσαιαν.

[4.70.1] Τον ίδιο καιρό, έτυχε να βρίσκεται στην περιοχή της Σικυώνας και Κορίνθου ο Λακεδαιμόνιος Βρασίδας του Τέλλιδος που ετοίμαζε εκστρατεία στην Θράκη. Όταν έμαθε ότι κυριεύτηκαν τα τείχη φοβήθηκε τόσο για τους Πελοποννησίους που ήσαν στην Νίσαια, όσο και για τα ίδια τα Μέγαρα. Έστειλε μήνυμα στους Βοιωτούς, ζητώντας τους να στείλουν γρήγορα στρατό να τον συναντήσουν στον Τριποδίσκο —χωριό της Μεγαρίδας στους πρόποδες των Γερανίων— όπου πήγε και ο ίδιος με δυο χιλιάδες επτακόσιους Κορινθίους οπλίτες, τετρακόσιους Φλειασίους, εξακόσιους Συκιωνίους και όσους δικούς του είχαν κιόλας συγκεντρωθεί. Πίστευε ότι θα μπορούσε να φτάσει στην Νίσαια προτού κυριευτεί. [4.70.2] Όταν, όμως, έμαθε, στον Τριποδίσκο, μετά από νυχτερινή πορεία, ότι έπεσε η Νίσαια, διάλεξε τριακόσιους στρατιώτες και, προτού καταλάβουν την παρουσία του, πλησίασε στα Μέγαρα χωρίς να το νιώσουν οι Αθηναίοι που ήσαν προς την θάλασσα. Σκοπός του ήταν να προσπαθήσει να ξαναπάρει την Νίσαια, είτε με διαπραγματεύσεις είτε, αν μπορούσε, με την βία, αλλά πρώτ᾽ απ᾽ όλα να μπει στα Μέγαρα και να εξασφαλίσει την πολιτεία. Ζήτησε επίμονα να τον δεχτούν μέσα στην πολιτεία, λέγοντας ότι είχε την ελπίδα να ξαναπάρει την Νίσαια.
[4.71.1] Αλλά και οι δύο αντίπαλες παρατάξεις στα Μέγαρα, φοβήθηκαν· οι δημοκρατικοί ότι ο Βρασίδας θα ξαναφέρει τους εξορίστους και θα διώξει τους δημοκρατικούς· οι ολιγαρχικοί ότι, απ᾽ αυτόν ακριβώς τον φόβο, οι δημοκρατικοί θα τους επιτεθούν. Εμφύλια σύγκρουση, με τους Αθηναίους να παραφυλάνε εκεί κοντά, θα ήταν η καταστροφή της πολιτείας. Δεν δέχτηκαν, λοιπόν, τον Βρασίδα και προτίμησαν να μην πάρουν καμιά πρωτοβουλία, περιμένοντας να δουν τί θα γίνει. [4.71.2] Και οι δύο παρατάξεις είχαν την ελπίδα ότι θα γίνει μάχη μεταξύ Αθηναίων και εκείνων που είχαν έρθει να βοηθήσουν την πολιτεία και θεωρούσαν πως ήταν ασφαλέστερο να εκδηλωθούν με το μέρος των φίλων τους, μόνο, αφού θα είχαν νικήσει. Ο Βρασίδας, λοιπόν, δεν κατόρθωσε να τους πείσει και γύρισε στο στρατόπεδο.
[4.72.1] Μόλις ξημέρωσε, φάνηκαν οι Βοιωτοί που, και πριν από το μήνυμα του Βρασίδα, είχαν σκοπό να στείλουν βοήθεια στα Μέγαρα, γιατί θεωρούσαν ότι ο κίνδυνος τους απειλούσε κι αυτούς. Είχαν συγκεντρώσει όλον τον στρατό τους στην Πλάταια και όταν έφτασε ο αγγελιαφόρος με το μήνυμα του Βρασίδα, αισθάνθηκαν πολύ μεγαλύτερη ασφάλεια. Έστειλαν δύο χιλιάδες διακόσιους οπλίτες και εξακόσιους ιππείς, αλλά το κύριο σώμα του στρατού τους γύρισε στην Βοιωτία. [4.72.2] Καθώς συγκεντρώθηκε, λοιπόν, ολόκληρος ο στρατός, που αριθμούσε έξι χιλιάδες οπλίτες, και οι Αθηναίοι οπλίτες είχαν πάρει θέσεις γύρω από την Νίσαια και στην παραλία, ενώ οι ψιλοί στρατιώτες είχαν σκορπίσει στα χωράφια, το βοιωτικό ιππικό έπεσε, απροσδόκητα, επάνω στους ψιλούς και τους ανάγκασε να υποχωρήσουν προς την θάλασσα, γιατί πριν από το επεισόδιο αυτό, καμιά βοήθεια δεν είχε φτάσει από πουθενά στα Μέγαρα. [4.72.3] Οι Αθηναίοι έκαναν αντεπίθεση με το ιππικό τους κι έγινε ιππομαχία, που κράτησε πολύ. Και οι δύο αντίπαλοι θεωρούσαν ότι είχαν νικήσει. [4.72.4] Οι Αθηναίοι σκότωσαν τον αρχηγό του βοιωτικού ιππικού και μερικούς ιππείς που είχαν πλησιάσει πολύ στην Νίσαια, και τους πήραν τ᾽ άρματά τους. Κράτησαν τους νεκρούς, αλλά μετά τους αποδώσαν, με σπονδές, κι έστησαν τρόπαιο. Καμιά από τις δύο παρατάξεις δεν κατόρθωσε κάτι το αποφασιστικό σ᾽ όλη την διάρκεια της μάχης, και χωρίστηκαν. Οι Βοιωτοί γύρισαν στο στρατόπεδό τους και οι Αθηναίοι στην Νίσαια.