Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΡΡΙΑΝΟΣ

Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις (6.15.1-6.15.7)

[6.15.1] Ἐνταῦθα ἐπὶ ταῖς ξυμβολαῖς τοῦ Ἀκεσίνου καὶ Ἰνδοῦ προσέμενεν ἔστε ἀφίκετο αὐτῷ ξὺν τῇ στρατιᾷ Περδίκκας καταστρεψάμενος ἐν παρόδῳ τὸ Ἀβαστανῶν ἔθνος αὐτόνομον. ἐν τούτῳ δὲ ἄλλαι τε προσγίγνονται Ἀλεξάνδρῳ τριακόντοροι καὶ πλοῖα στρογγύλα ἄλλα, ἃ δὴ ἐν Ξάθροις ἐναυπηγήθη αὐτῷ, καὶ ‹Σόγδοι› ἄλλο ἔθνος Ἰνδῶν αὐτόνομον προσεχώρησαν. καὶ παρὰ Ὀσσαδίων, καὶ τούτου γένους αὐτονόμου Ἰνδικοῦ, πρέσβεις ἧκον, ἐνδιδόντες καὶ οὗτοι τοὺς Ὀσσαδίους. [6.15.2] Φιλίππῳ μὲν δὴ τῆς σατραπείας ὅρους ἔταξε τὰς συμβολὰς τοῦ τε Ἀκεσίνου καὶ Ἰνδοῦ καὶ ἀπολείπει ξὺν αὐτῷ τούς τε Θρᾷκας πάντας καὶ ἐκ τῶν τάξεων ὅσοι ἐς φυλακὴν τῆς χώρας ἱκανοὶ ἐφαίνοντο, πόλιν τε ἐνταῦθα κτίσαι ἐκέλευσεν ἐπ᾽ αὐτῇ τῇ ξυμβολῇ τοῖν ποταμοῖν, ἐλπίσας μεγάλην τε ἔσεσθαι καὶ ἐπιφανῆ ἐς ἀνθρώπους, καὶ νεωσοίκους ποιηθῆναι. [6.15.3] ἐν τούτῳ δὲ καὶ Ὀξυάρτης ὁ Βάκτριος, ὁ Ῥωξάνης τῆς γυναικὸς τῆς Ἀλεξάνδρου πατήρ, ἧκε παρ᾽ Ἀλέξανδρον· καὶ προστίθησιν αὐτῷ Παραπαμισαδῶν σατραπεύειν, ἀπαλλάξας Τυρίεσπιν τὸν πρόσθεν σατράπην, ὅτι οὐκ ἐν κόσμῳ ἐξηγεῖσθαι αὐτῷ ὁ Τυρίεσπις ἐξήγγελτο.
[6.15.4] Ἔνθα δὴ διαβιβάσας Κρατερόν τε καὶ τῆς στρατιᾶς τὴν πολλὴν καὶ τοὺς ἐλέφαντας ἐπ᾽ ἀριστερὰ τοῦ Ἰνδοῦ ποταμοῦ, ὅτι εὐπορώτερά τε ταύτῃ τὰ παρὰ τὸν ποταμὸν στρατιᾷ βαρείᾳ ἐφαίνετο καὶ τὰ ἔθνη τὰ προσοικοῦντα οὐ πάντῃ φίλια ἦν, αὐτὸς κατέπλει ἐς τῶν Σόγδων τὸ βασίλειον. καὶ ἐνταῦθα πόλιν τε ἐτείχιζεν ἄλλην καὶ νεωσοίκους ἐποίει ἄλλους καὶ τὰ πλοῖα αὐτῷ τὰ πεπονηκότα ἐπεσκευάσθη. τῆς δὲ ἀπὸ τῶν ξυμβολῶν τοῦ τε Ἰνδοῦ καὶ Ἀκεσίνου χώρας ἔστε ἐπὶ θάλασσαν σατράπην ἀπέδειξε[ν Ὀξυάρτην καὶ] Πείθωνα ξὺν τῇ παραλίᾳ πάσῃ τῆς Ἰνδῶν γῆς.
[6.15.5] Καὶ Κρατερὸν μὲν ἐκπέμπει αὖθις ξὺν τῇ στρατιᾷ [διὰ τῆς Ἀραχωτῶν καὶ Δραγγῶν γῆς], αὐτὸς δὲ κατέπλει ἐς τὴν Μουσικανοῦ ἐπικράτειαν, ἥντινα εὐδαιμονεστάτην τῆς Ἰνδῶν γῆς εἶναι ἐξηγγέλλετο, ὅτι οὔπω οὔτε ἀπηντήκει αὐτῷ Μουσικανὸς ἐνδιδοὺς αὑτόν τε καὶ τὴν χώραν οὔτε πρέσβεις ἐπὶ φιλίᾳ ἐκπέμπει, οὐδέ τι οὔτε αὐτὸς ἐπεπόμφει ἃ δὴ μεγάλῳ βασιλεῖ εἰκός, οὔτε τι ᾐτήκει ἐξ Ἀλεξάνδρου. [6.15.6] καὶ γίγνεται αὐτῷ ὁ πλοῦς κατὰ τὸν ποταμὸν ἐς τοσόνδε ἐσπουδασμένος ὥστε ἔφθη ἐπὶ τοῖς ὁρίοις γενέσθαι τῆς Μουσικανοῦ χώρας, πρὶν πυθέσθαι Μουσικανὸν ὅτι ὥρμηται ὡς ἐπ᾽ αὐτὸν Ἀλέξανδρος. οὕτω δὴ ἐκπλαγεὶς κατὰ τάχος ἀπήντα Ἀλεξάνδρῳ, δῶρά τε τὰ πλείστου ἄξια παρ᾽ Ἰνδοῖς κομίζων καὶ τοὺς ἐλέφαντας ξύμπαντας ἄγων καὶ τὸ ἔθνος τε καὶ αὑτὸν ἐνδιδοὺς καὶ ὁμολογῶν ἀδικεῖν, ὅπερ μέγιστον παρ᾽ Ἀλεξάνδρῳ ἦν ἐς τὸ τυχεῖν ὧν τις δέοιτο. [6.15.7] καὶ οὖν καὶ Μουσικανῷ ἐπὶ τοῖσδε ἄδεια ἐδόθη ἐξ Ἀλεξάνδρου, καὶ τὴν πόλιν ἐθαύμασεν Ἀλέξανδρος καὶ τὴν χώραν, καὶ ἄρχειν αὐτῆς Μουσικανῷ ἔδωκεν· Κρατερὸς δὲ ἐν τῇ πόλει ἐτάχθη τὴν ἄκραν ἐκτειχίσαι· καὶ παρόντος ἔτι ἐτειχίσθη Ἀλεξάνδρου καὶ φυλακὴ κατεστάθη, ὅτι ἐπιτήδειον αὐτῷ ἐφάνη τὸ χωρίον ἐς τὸ κατέχεσθαι τὰ κύκλῳ ἔθνη φυλαττόμενα.

[6.15.1] Στη συμβολή του Ακεσίνη και του Ινδού, ο Αλέξανδρος περίμενε, ώσπου έφθασε ο Περδίκκας με τον στρατό του, αφού στο πέρασμά του υπέταξε τον ανεξάρτητο λαό των Αβαστανών. Στο μεταξύ προστέθηκαν στον στόλο του Αλεξάνδρου και άλλες τριακόντοροι, καθώς και άλλα εμπορικά πλοία που είχαν ναυπηγηθεί για αυτόν στη χώρα των Ξάθρων, και προσχώρησαν ‹οι Σόγδοι›, ένας άλλος ανεξάρτητος ινδικός λαός. Έφθασαν πρέσβεις και από τους Οσσαδίους, που ήταν επίσης μια ανεξάρτητη ινδική φυλή, προσφέροντας και αυτοί την υποταγή των Οσσαδίων. [6.15.2] Ο Αλέξανδρος, λοιπόν, καθόρισε ως όρια της σατραπείας του Φιλίππου τη συμβολή του Ακεσίνη και του Ινδού και άφησε μαζί του όλους τους Θράκες και όσους άνδρες από τα τάγματα φαίνονταν αρκετοί για τη διαφύλαξη της περιοχής. Τον διέταξε να ιδρύσει πόλη στη συμβολή ακριβώς των δύο ποταμών, με την ελπίδα ότι θα παραμείνει αυτή μεγάλη και ονομαστή ανάμεσα στους ανθρώπους. Τον διέταξε επίσης να κατασκευάσει ναύσταθμο. [6.15.3] Στο μεταξύ ήρθε στον Αλέξανδρο και ο Οξυάρτης ο Βακτριανός, ο πατέρας της Ρωξάνης, της γυναίκας του Αλεξάνδρου. Και ο Αλέξανδρος προσάρτησε στη σατραπεία του τη σατραπεία των Παραπαμισαδών, αφού απέλυσε τον Τυρίεσπη, τον προηγούμενο σατράπη της, επειδή τον είχαν πληροφορήσει ότι ο Τυρίεσπης δεν διοικούσε καλά. [6.15.4] Τότε, λοιπόν, ο Αλέξανδρος διέταξε να περάσει ο Κρατερός και το μεγαλύτερο μέρος του στρατού και οι ελέφαντες στην αριστερή όχθη του Ινδού ποταμού, επειδή ο δρόμος αυτός που ήταν κοντά στον ποταμό φαινόταν πιο ευκολοδιάβατος για έναν βαριά οπλισμένο στρατό και επειδή οι γειτονικοί λαοί δεν ήταν τελείως φιλικοί· ο ίδιος κατέπλευσε στο βασίλειο των Σόγδων. Οχύρωσε και εδώ με τείχος μια άλλη πόλη και κατασκεύασε άλλο ναύσταθμο και επισκεύασε τα πλοία του, που είχαν υποστεί ζημιές. Διόρισε [τον Οξυάρτη και] τον Πείθωνα σατράπη της περιοχής που εκτεινόταν από τη συμβολή του Ινδού και του Ακεσίνη ως τη θάλασσα μαζί με όλη την παραλία της ινδικής γης.
[6.15.5] Απέστειλε ξανά τον Κρατερό με τον στρατό [μέσα από τη χώρα των Αραχωσίων και των Δραγγών], ενώ ο ίδιος κατέπλευσε προς την περιοχή που εξουσίαζε ο Μουσικανός, για την οποία τον πληροφόρησαν ότι ήταν η πλουσιότερη περιοχή της Ινδίας. Ούτε τον είχε συναντήσει ακόμη ο Μουσικανός, για να παραδώσει τον εαυτό του και τη χώρα του, ούτε πρέσβεις του είχε στείλει για να συνάψει μαζί του φιλία ούτε κάτι από αυτά που ταιριάζει βέβαια να προσφέρονται σε έναν μεγάλο βασιλιά, ούτε είχε ζητήσει τίποτε από τον Αλέξανδρο. [6.15.6] Έγινε με τόση ταχύτητα το ταξίδι του μέσα στον ποταμό, ώστε πρόλαβε να φθάσει στα σύνορα της χώρας του Μουσικανού πριν πληροφορηθεί ο Μουσικανός ότι είχε ξεκινήσει εναντίον του ο Αλέξανδρος. Τόσο, λοιπόν, φοβήθηκε ο Μουσικανός, ώστε πήγε γρήγορα να συναντήσει τον Αλέξανδρο φέρνοντάς του και δώρα από εκείνα που οι Ινδοί θεωρούσαν ως τα πιο πολύτιμα και οδηγώντας όλους τους ελέφαντές του και προσφέροντας την υποταγή του λαού του και τη δική του και ομολογώντας ότι έσφαλε, πράγμα που ήταν ο καλύτερος τρόπος για να επιτύχει κανείς από τον Αλέξανδρο ό,τι θα του ζητούσε. [6.15.7] Για τους λόγους, λοιπόν, αυτούς ο Αλέξανδρος συγχώρεσε τον Μουσικανό, θαύμασε την πόλη και τη χώρα του, την παραχώρησε στον Μουσικανό, για να την κυβερνά, και διέταξε τον Κρατερό να οχυρώσει με τείχος την ακρόπολη της πόλης. Και ενώ ήταν ακόμη παρών ο Αλέξανδρος, η ακρόπολη οχυρώθηκε με τείχος και τοποθετήθηκε φρουρά, επειδή η θέση του φάνηκε πολύ κατάλληλη για να κρατά σε υποταγή και να ελέγχει τους γύρω λαούς.