Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΡΡΙΑΝΟΣ

Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις (6.11.1-6.11.8)

[6.11.1] Ἐν τούτῳ δὲ οἱ μὲν ἔκτεινον τοὺς Ἰνδούς, καὶ ἀπέκτεινάν γε πάντας οὐδὲ γυναῖκα ἢ παῖδα ὑπελείποντο, οἱ δὲ ἐξέφερον τὸν βασιλέα ἐπὶ τῆς ἀσπίδος κακῶς ἔχοντα, οὔπω γιγνώσκοντες βιώσιμον ὄντα. τὸ δὲ βέλος ἐξελκύσαι ἐκ τοῦ τραύματος ἐπιτεμόντα τὴν πληγὴν οἱ μὲν Κριτόδημον ἀνέγραψαν, ἰατρὸν Κῶον, τὸ γένος τῶν Ἀσκληπιαδῶν, οἱ δὲ Περδίκκαν τὸν σωματοφύλακα, οὐ παρόντος ἐν τῷ δεινῷ ἰατροῦ, ἐγκελευσαμένου Ἀλεξάνδρου τῷ ξίφει ἐπιτεμεῖν τὴν πληγὴν καὶ κομίσασθαι τὸ βέλος. [6.11.2] ἐν δὲ τῇ κομιδῇ φορὰ αἵματος πολλοῦ γίγνεται, ὥστε λειποψυχῆσαι αὖθις Ἀλέξανδρον καὶ οὕτω σχεθῆναι αὐτῷ τὸ αἷμα ὑπὸ τῇ λειποψυχίᾳ. πολλὰ δὲ καὶ ἄλλα ἀναγέγραπται τοῖς ξυγγραφεῦσιν ὑπὲρ τοῦ παθήματος, καὶ ἡ φήμη παραδεξαμένη αὐτὰ κατὰ τοὺς πρώτους ψευσαμένους ἔτι καὶ εἰς ἡμᾶς διασώζει, οὐδὲ ἀφήσει παραδιδοῦσα καὶ ἐφεξῆς ἄλλοις τὰ ψευδῆ, εἰ μὴ ὑπὸ τῆσδε τῆς ξυγγραφῆς παύσεται.
[6.11.3] Αὐτίκα ἐν Ὀξυδράκαις τὸ πάθημα τοῦτο γενέσθαι Ἀλεξάνδρῳ ὁ πᾶς λόγος κατέχει· τὸ δὲ ἐν Μαλλοῖς ἔθνει αὐτονόμῳ Ἰνδικῷ ξυνέβη, καὶ ἥ τε πόλις Μαλλῶν ἦν καὶ οἱ βαλόντες Ἀλέξανδρον Μαλλοί, οἳ δὴ ἐγνώκεσαν μὲν ξυμμίξαντες τοῖς Ὀξυδράκαις οὕτω διαγωνίζεσθαι, ἔφθη δὲ διὰ τῆς ἀνύδρου ἐπ᾽ αὐτοὺς ἐλάσας πρίν τινα ὠφέλειαν αὐτοῖς παρὰ τῶν Ὀξυδρακῶν γενέσθαι ἢ αὐτοὺς ἐκείνοις τι ἐπωφελῆσαι. [6.11.4] ἐπεὶ καὶ τὴν τελευταίαν μάχην τὴν πρὸς Δαρεῖον γενομένην, καθ᾽ ἥντινα ἔφυγε Δαρεῖος οὐδὲ πρόσθεν ἔληξε τῆς φυγῆς πρὶν ξυλληφθῆναι ὑπὸ τῶν ἀμφὶ Βῆσσον καὶ προσάγοντος ἤδη Ἀλεξάνδρου ἀποθανεῖν, πρὸς Ἀρβήλοις γενέσθαι ὁ πᾶς λόγος κατέχει, καθάπερ οὖν καὶ τὴν πρὸ ταύτης ἐν Ἰσσῷ καὶ τὴν πρώτην ἱππομαχίαν πρὸς Γρανίκῳ. [6.11.5] ἀλλὰ πρὸς Γρανίκῳ μὲν ξυνέβη ‹ἡ› μάχη ἡ ἱππικὴ καὶ πρὸς Ἰσσῷ ἡ αὖθις πρὸς Δαρεῖον μάχη, Ἄρβηλα δὲ τοῦ χώρου, ἐν ᾧ τὴν ἐσχάτην μάχην Δαρεῖός τε καὶ Ἀλέξανδρος ἐμαχέσαντο, οἱ μὲν τὰ πλεῖστα ξυγγράψαντες λέγουσιν ὅτι ἑξακοσίους σταδίους ἀπέχει, οἱ δὲ τὰ ἐλάχιστα, ὅτι ἐς πεντακοσίους. ἀλλὰ ἐν Γαυγαμήλοις γὰρ γενέσθαι τὴν μάχην πρὸς ποταμῷ Βουμήλῳ λέγει Πτολεμαῖος καὶ Ἀριστόβουλος. [6.11.6] πόλις δὲ οὐκ ἦν τὰ Γαυγάμηλα, ἀλλὰ κώμη μεγάλη, οὐδὲ ὀνομαστὸς ὁ χῶρος οὐδὲ ἐς ἀκοὴν ἡδὺ τὸ ὄνομα· ἔνθεν δή μοι δοκεῖ πόλις οὖσα τὰ Ἄρβηλα ἀπηνέγκατο τὴν δόξαν τῆς μεγάλης μάχης. εἰ δὲ πρὸς Ἀρβήλοις χρὴ οἴεσθαι γενέσθαι τὸ ἔργον ἐκεῖνο ἐς τοσόνδε Ἀρβήλων ἀπέχον, καὶ τὴν ἐν Σαλαμῖνι γενομένην ναυμαχίαν πρὸς ἰσθμῷ τῷ Κορινθίων ἔξεστι λέγειν ὅτι ἐγένετο, καὶ τὴν ἐπ᾽ Ἀρτεμισίῳ τῆς Εὐβοίας πρὸς Αἰγίνῃ ἢ Σουνίῳ.
[6.11.7] Καὶ μὴν ὑπὲρ τῶν ὑπερασπισάντων ἐν τῷ κινδύνῳ Ἀλεξάνδρου, Πευκέσταν μὲν γενέσθαι ξύμπαντες ὁμολογοῦσιν, ὑπὲρ Λεοννάτου δὲ οὐκέτι ξυμφέρονται οὐδὲ ὑπὲρ Ἀβρέου τοῦ διμοιρίτου. καὶ οἱ μὲν ξύλῳ πληγέντα κατὰ τοῦ κράνους Ἀλέξανδρον καὶ ἰλιγγιάσαντα πεσεῖν, αὖθις δὲ ἀναστάντα βληθῆναι βέλει διὰ τοῦ θώρακος ἐς τὸ στῆθος· Πτολεμαῖος δὲ ὁ Λάγου ταύτην μόνην τὴν πληγὴν πληγῆναι λέγει τὴν ἐς τὸ στῆθος. [6.11.8] τὸ δὲ δὴ μέγιστον πλημμέλημα τῶν ξυγγραψάντων τὰ ἀμφὶ Ἀλέξανδρον ἐκεῖνο τίθεμαι ἔγωγε. Πτολεμαῖον γὰρ τὸν Λάγου ἔστιν οἳ ἀνέγραψαν ξυναναβῆναί τε Ἀλεξάνδρῳ κατὰ τὴν κλίμακα ὁμοῦ Πευκέστᾳ καὶ ὑπερασπίσαι κειμένου, καὶ ἐπὶ τῷδε Σωτῆρα ἐπικληθῆναι τὸν Πτολεμαῖον· καίτοι αὐτὸς Πτολεμαῖος ἀναγέγραφεν οὐδὲ παραγενέσθαι τούτῳ τῷ ἔργῳ, ἀλλὰ στρατιᾶς γὰρ αὐτὸς ἡγούμενος ἄλλας μάχεσθαι μάχας καὶ πρὸς ἄλλους βαρβάρους. ταῦτα μὲν δὴ ἐν ἐκβολῇ τοῦ λόγου ἀναγεγράφθω μοι, ὡς μὴ ἀταλαίπωρον γίγνεσθαι τοῖς ἔπειτα ἀνθρώποις τὴν ὑπὲρ τῶν τηλικούτων ἔργων τε καὶ παθημάτων ἀφήγησιν.

[6.11.1] Στο μεταξύ άλλοι σκότωναν τους Ινδούς —και τους σκότωσαν όλους χωρίς να αφήσουν ούτε γυναίκα ούτε παιδί— και άλλοι μετέφεραν έξω τον βασιλιά επάνω στην ασπίδα σε κακή κατάσταση μη γνωρίζοντας ακόμη αν θα ζούσε. Άλλοι ιστορικοί ανέγραψαν ότι ο Κριτόδημος, ένας γιατρός από την Κω, που ανήκε στο γένος των Ασκληπιαδών, έβγαλε το βέλος από το τραύμα, αφού άνοιξε την πληγή. Άλλοι όμως λένε ότι ο σωματοφύλακας Περδίκκας, κατά διαταγή του Αλεξάνδρου άνοιξε με το ξίφος την πληγή και έβγαλε το βέλος, επειδή δεν ήταν παρών γιατρός κατά την κρίσιμη ώρα. [6.11.2] Κατά την εξαγωγή του βέλους τόσο μεγάλη ήταν η ροή του αίματος, ώστε λιποθύμησε και πάλι ο Αλέξανδρος και έτσι η λιποθυμία του σταμάτησε την αιμορραγία. Για το πάθημα του Αλεξάνδρου οι συγγραφείς έχουν γράψει και πολλά άλλα πράγματα. Αυτά τα ψεύδη τα παρέλαβε η παράδοση από εκείνους που πρώτοι τα έγραψαν και τα διασώζει ακόμη και ως τις μέρες μας, και θα συνεχίσει να μεταδίδει και στο μέλλον σε άλλους τα αναληθή αυτά πράγματα, εκτός και αν τα σταματήσει αυτό εδώ το έργο.
[6.11.3] Έτσι, ομόφωνα σχεδόν η παράδοση αναφέρει ότι αυτό το πάθημα συνέβη στον Αλέξανδρο στη χώρα των Οξυδρακών. Στην πραγματικότητα όμως συνέβη στη χώρα των Μαλλών, που είναι ένας ανεξάρτητος ινδικός λαός, και η πόλη ήταν των Μαλλών και Μαλλοί ήταν εκείνοι που χτύπησαν με βέλος τον Αλέξανδρο. Οι Μαλλοί είχαν βέβαια αποφασίσει, αφού ενωθούν με τους Οξυδράκες, να αγωνισθούν έτσι ενωμένοι, αλλά πρόλαβε ο Αλέξανδρος να προχωρήσει εναντίον τους μέσα από την άνυδρη χώρα, πριν αυτοί λάβουν κάποια βοήθεια από τους Οξυδράκες ή πριν οι Μαλλοί βοηθήσουν εκείνους. [6.11.4] Κατά τον ίδιο τρόπο, ομόφωνα σχεδόν η παράδοση αναφέρει ότι και η τελευταία μάχη που έγινε με τον Δαρείο, κατά την οποία τράπηκε σε φυγή ο Δαρείος και δεν σταμάτησε να φεύγει πριν συλληφθεί από τους άνδρες του Βήσσου και εκτελεσθεί, όταν πλέον πλησίαζε ο Αλέξανδρος, έγινε κοντά στα Άρβηλα, όπως ακριβώς η πριν από αυτήν μάχη στην Ισσό και η πρώτη ιππομαχία κοντά στον Γρανικό. [6.11.5] Η μάχη όμως με το ιππικό έγινε κοντά στον Γρανικό και η δεύτερη εναντίον του Δαρείου κοντά στην Ισσό· τα Άρβηλα σύμφωνα με αυτούς που αναφέρουν τη μεγαλύτερη απόσταση απέχουν εξακόσιους σταδίους από τον χώρο όπου ο Αλέξανδρος και ο Δαρείος έδωσαν την τελευταία τους μάχη, ενώ σύμφωνα με αυτούς που αναφέρουν την μικρότερη, πεντακόσιους περίπου σταδίους. Αλλά ο Πτολεμαίος και ο Αριστόβουλος αναφέρουν ότι η μάχη στην πραγματικότητα έγινε στα Γαυγάμηλα, κοντά στον ποταμό Βούμηλο. [6.11.6] Τα Γαυγάμηλα όμως δεν ήταν πόλη, αλλά μεγάλη κώμη, ούτε ονομαστός τόπος ήταν ούτε το όνομά του ακουγόταν ευχάριστα. Γι᾽ αυτό νομίζω ότι τα Άρβηλα, που ήταν πόλη, απέκτησαν τη δόξα της μεγάλης μάχης. Αν όμως πρέπει να δεχθούμε ότι η μάχη εκείνη έγινε κοντά στα Άρβηλα, που τόσο απέχουν από τον χώρο της μάχης, τότε μας επιτρέπεται να υποστηρίζομε ότι και η ναυμαχία της Σαλαμίνας έγινε κοντά στον ισθμό της Κορίνθου και η ναυμαχία στο Αρτεμίσιο της Εύβοιας έγινε κοντά στην Αίγινα ή στο Σούνιο.
[6.11.7] Σχετικά πάλι με εκείνους που προστάτευσαν με τις ασπίδες τους τον Αλέξανδρο κατά την ώρα του κινδύνου, όλοι συμφωνούν ότι παρών ήταν ο Πευκέστας, δεν συμφωνούν όμως για τον Λεοννάτο ούτε για τον διμοιρίτη Αβρέα. Άλλοι συγγραφείς αναφέρουν ότι ο Αλέξανδρος χτυπήθηκε με ρόπαλο στο κράνος και ότι ζαλίσθηκε και έπεσε κάτω, αλλά σηκώθηκε και ξαναχτυπήθηκε στο στήθος με βέλος, που διαπέρασε τον θώρακά του. Ο Πτολεμαίος όμως, ο γιος του Λάγου, αναφέρει ότι δέχθηκε μονάχα εκείνο το τραύμα στο στήθος. [6.11.8] Εγώ τουλάχιστον θεωρώ ότι το σοβαρότερο λάθος όσων έγραψαν για τον Αλέξανδρο είναι το εξής: μερικοί έγραψαν ότι ο Πτολεμαίος, ο γιος του Λάγου, ανέβηκε τη σκάλα μαζί με τον Αλέξανδρο συγχρόνως με τον Πευκέστα και ότι τον κάλυψε με την ασπίδα του, όσο ήταν πεσμένος κάτω, και ότι γι᾽ αυτό ο Πτολεμαίος ονομάσθηκε Σωτήρας. Και όμως ο ίδιος ο Πτολεμαίος έχει γράψει ότι ούτε ήταν καν παρών σε εκείνη την επιχείρηση, γιατί αυτός επικεφαλής στρατού πολεμούσε σε άλλες μάχες εναντίον άλλων βαρβάρων. Ας μου επιτραπεί, λοιπόν, να γράψω αυτά ως παρέκβαση, ώστε οι μεταγενέστεροι να μη δέχονται αβασάνιστα την αφήγηση για τόσο σημαντικά κατορθώματα και παθήματα.