Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Ἱστορίαι (4.45.1-4.48.6)

[4.45.1] Ἄραντες δὲ ἐκ τῶν νήσων οἱ Ἀθηναῖοι ἔπλευσαν αὐθημερὸν ἐς Κρομμυῶνα τῆς Κορινθίας· ἀπέχει δὲ τῆς πόλεως εἴκοσι καὶ ἑκατὸν σταδίους. καὶ καθορμισάμενοι τήν τε γῆν ἐδῄωσαν καὶ τὴν νύκτα ηὐλίσαντο. [4.45.2] τῇ δ᾽ ὑστεραίᾳ παραπλεύσαντες ἐς τὴν Ἐπιδαυρίαν πρῶτον καὶ ἀπόβασίν τινα ποιησάμενοι ἀφίκοντο ἐς Μέθανα τὴν μεταξὺ Ἐπιδαύρου καὶ Τροιζῆνος, καὶ ἀπολαβόντες τὸν τῆς χερσονήσου ἰσθμὸν ἐτείχισαν, [ἐν ᾧ ἡ Μεθώνη ἐστί,] καὶ φρούριον καταστησάμενοι ἐλῄστευον τὸν ἔπειτα χρόνον τήν τε Τροιζηνίαν γῆν καὶ Ἁλιάδα καὶ Ἐπιδαυρίαν. ταῖς δὲ ναυσίν, ἐπειδὴ ἐξετείχισαν τὸ χωρίον, ἀπέπλευσαν ἐπ᾽ οἴκου.
[4.46.1] Κατὰ δὲ τὸν αὐτὸν χρόνον, καθ᾽ ὃν ταῦτα ἐγίγνετο, καὶ Εὐρυμέδων καὶ Σοφοκλῆς, ἐπειδὴ ἐκ τῆς Πύλου ἀπῆραν ἐς τὴν Σικελίαν ναυσὶν Ἀθηναίων, ἀφικόμενοι ἐς Κέρκυραν ἐστράτευσαν μετὰ τῶν ἐκ τῆς πόλεως ἐπὶ τοὺς ἐν τῷ ὄρει τῆς Ἰστώνης Κερκυραίων καθιδρυμένους, οἳ τότε μετὰ τὴν στάσιν διαβάντες ἐκράτουν τε τῆς γῆς καὶ πολλὰ ἔβλαπτον. [4.46.2] προσβαλόντες δὲ τὸ μὲν τείχισμα εἷλον, οἱ δὲ ἄνδρες καταπεφευγότες ἁθρόοι πρὸς μετέωρόν τι ξυνέβησαν ὥστε τοὺς μὲν ἐπικούρους παραδοῦναι, περὶ δὲ σφῶν τὰ ὅπλα παραδόντων τὸν Ἀθηναίων δῆμον διαγνῶναι. [4.46.3] καὶ αὐτοὺς ἐς τὴν νῆσον οἱ στρατηγοὶ τὴν Πτυχίαν ἐς φυλακὴν διεκόμισαν ὑποσπόνδους, μέχρι οὗ Ἀθήναζε πεμφθῶσιν, ὥστ᾽, ἐάν τις ἁλῷ ἀποδιδράσκων, ἅπασι λελύσθαι τὰς σπονδάς. [4.46.4] οἱ δὲ τοῦ δήμου προστάται τῶν Κερκυραίων, δεδιότες μὴ οἱ Ἀθηναῖοι τοὺς ἐλθόντας οὐκ ἀποκτείνωσι, μηχανῶνται τοιόνδε τι· [4.46.5] τῶν ἐν τῇ νήσῳ πείθουσί τινας ὀλίγους, ὑποπέμψαντες φίλους καὶ διδάξαντες ὡς κατ᾽ εὔνοιαν δὴ λέγειν ὅτι κράτιστον αὐτοῖς εἴη ὡς τάχιστα ἀποδρᾶναι, πλοῖον δέ τι αὐτοὶ ἑτοιμάσειν· μέλλειν γὰρ δὴ τοὺς στρατηγοὺς τῶν Ἀθηναίων παραδώσειν αὐτοὺς τῷ δήμῳ τῶν Κερκυραίων. [4.47.1] ὡς δὲ ἔπεισαν, καὶ μηχανησαμένων τὸ πλοῖον ἐκπλέοντες ἐλήφθησαν, ἐλέλυντό τε αἱ σπονδαὶ καὶ τοῖς Κερκυραίοις παρεδίδοντο οἱ πάντες. [4.47.2] ξυνελάβοντο δὲ τοῦ τοιούτου οὐχ ἥκιστα, ὥστε ἀκριβῆ τὴν πρόφασιν γενέσθαι καὶ τοὺς τεχνησαμένους ἀδεέστερον ἐγχειρῆσαι, οἱ στρατηγοὶ τῶν Ἀθηναίων κατάδηλοι ὄντες τοὺς ἄνδρας μὴ ἂν βούλεσθαι ὑπ᾽ ἄλλων κομισθέντας, διότι αὐτοὶ ἐς Σικελίαν ἔπλεον, τὴν τιμὴν τοῖς ἄγουσι προσποιῆσαι. [4.47.3] παραλαβόντες δὲ αὐτοὺς οἱ Κερκυραῖοι ἐς οἴκημα μέγα κατεῖρξαν, καὶ ὕστερον ἐξάγοντες κατὰ εἴκοσιν ἄνδρας διῆγον διὰ δυοῖν στοίχοιν ὁπλιτῶν ἑκατέρωθεν παρατεταγμένων, δεδεμένους τε πρὸς ἀλλήλους καὶ παιομένους καὶ κεντουμένους ὑπὸ τῶν παρατεταγμένων, εἴ πού τίς τινα ἴδοι ἐχθρὸν ἑαυτοῦ· μαστιγοφόροι τε παριόντες ἐπετάχυνον τῆς ὁδοῦ τοὺς σχολαίτερον προϊόντας. [4.48.1] καὶ ἐς μὲν ἄνδρας ἑξήκοντα ἔλαθον τοὺς ἐν τῷ οἰκήματι τούτῳ τῷ τρόπῳ ἐξαγαγόντες καὶ διαφθείραντες (ᾤοντο γὰρ αὐτοὺς μεταστήσοντάς ποι ἄλλοσε ἄγειν)· ὡς δὲ ᾔσθοντο καί τις αὐτοῖς ἐδήλωσε, τούς τε Ἀθηναίους ἐπεκαλοῦντο καὶ ἐκέλευον σφᾶς, εἰ βούλονται, αὐτοὺς διαφθείρειν, ἔκ τε τοῦ οἰκήματος οὐκέτι ἤθελον ἐξιέναι, οὐδ᾽ ἐσιέναι ἔφασαν κατὰ δύναμιν περιόψεσθαι οὐδένα. [4.48.2] οἱ δὲ Κερκυραῖοι κατὰ μὲν τὰς θύρας οὐδ᾽ αὐτοὶ διενοοῦντο βιάζεσθαι, ἀναβάντες δὲ ἐπὶ τὸ τέγος τοῦ οἰκήματος καὶ διελόντες τὴν ὀροφὴν ἔβαλλον τῷ κεράμῳ καὶ ἐτόξευον κάτω. [4.48.3] οἱ δὲ ἐφυλάσσοντό τε ὡς ἐδύναντο καὶ ἅμα οἱ πολλοὶ σφᾶς αὐτοὺς διέφθειρον, οἰστούς τε οὓς ἀφίεσαν ἐκεῖνοι ἐς τὰς σφαγὰς καθιέντες καὶ ἐκ κλινῶν τινῶν αἳ ἔτυχον αὐτοῖς ἐνοῦσαι τοῖς σπάρτοις καὶ ἐκ τῶν ἱματίων παραιρήματα ποιοῦντες ἀπαγχόμενοι, παντί ‹τε› τρόπῳ τὸ πολὺ τῆς νυκτός (ἐπεγένετο γὰρ νὺξ τῷ παθήματι) ἀναλοῦντες σφᾶς αὐτοὺς καὶ βαλλόμενοι ὑπὸ τῶν ἄνω διεφθάρησαν. [4.48.4] καὶ αὐτοὺς οἱ Κερκυραῖοι, ἐπειδὴ ἡμέρα ἐγένετο, φορμηδὸν ἐπὶ ἁμάξας ἐπιβαλόντες ἀπήγαγον ἔξω τῆς πόλεως. τὰς δὲ γυναῖκας, ὅσαι ἐν τῷ τειχίσματι ἑάλωσαν, ἠνδραποδίσαντο. [4.48.5] τοιούτῳ μὲν τρόπῳ οἱ ἐκ τοῦ ὄρους Κερκυραῖοι ὑπὸ τοῦ δήμου διεφθάρησαν, καὶ ἡ στάσις πολλὴ γενομένη ἐτελεύτησεν ἐς τοῦτο, ὅσα γε κατὰ τὸν πόλεμον τόνδε· οὐ γὰρ ἔτι ἦν ὑπόλοιπον τῶν ἑτέρων ὅτι καὶ ἀξιόλογον. [4.48.6] οἱ δὲ Ἀθηναῖοι ἐς τὴν Σικελίαν, ἵναπερ τὸ πρῶτον ὥρμηντο, ἀποπλεύσαντες μετὰ τῶν ἐκεῖ ξυμμάχων ἐπολέμουν.

[4.45.1] Οι Αθηναίοι έφυγαν απ᾽ τα νησιά την ίδια μέρα και πήγαν στον Κρομμυώνα της Κορινθίας, που απέχει από την πολιτεία εκατόν είκοσι στάδια. Άραξαν εκεί, ρήμαξαν τον τόπο και πέρασαν την νύχτα. [4.45.2] Την επομένη αρμένισαν κοντά στην στεριά, στις ακτές της Επιδαυρίας, έκαναν πρώτα μιαν απόβαση και μετά πήγαν στα Μέθανα, που βρίσκονται μεταξύ Επιδαύρου και Τροιζήνας, κι έκτισαν ένα τείχος στον ισθμό της χερσονήσου. Άφησαν εκεί φρουρά, η οποία, από τότε, έκανε επιδρομές στο έδαφος της Τροιζηνίας, στην Αλιάδα και την Επιδαυρία. Όταν τελείωσε η κατασκευή του τείχους, ο στόλος γύρισε στον Πειραιά.
[4.46.1] Την ίδια περίπου εποχή, ο Ευρυμέδων και ο Σοφοκλής, που είχαν φύγει από την Πύλο με τον αθηναϊκό στόλο για την Σικελία, έφτασαν στην Κέρκυρα. Εκεί έκαναν μιαν επιχείρηση μαζί με τους Κερκυραίους της πολιτείας εναντίον των Κερκυραίων που είχαν γυρίσει μετά τον εμφύλιο πόλεμο, είχαν εγκατασταθεί στο όρος Ιστώνη κι από εκεί έκαναν επιδρομές και προξενούσαν μεγάλες ζημίες. [4.46.2] Οι Αθηναίοι και οι Κερκυραίοι της πολιτείας έκαναν έφοδο και κυρίεψαν το φρούριό τους, αλλά οι αντίπαλοι κατόρθωσαν να συγκεντρωθούν όλοι σ᾽ ένα ύψωμα, όπου συνθηκολόγησαν με όρο να παραδώσουν τους μισθοφόρους τους και οι ίδιοι να παραδώσουν τα όπλα τους. Για την τύχη τους θα έπρεπε να κρίνει ο αθηναϊκός λαός. [4.46.3] Οι στρατηγοί τούς μεταφέραν στο νησί Πτυχία, για να τους κρατούν εκεί, κατά την συμφωνία, έως ότου τους στείλουν στην Αθήνα. Αν, όμως, έστω κι ένας προσπαθούσε να ξεφύγει, τότε θα λυόταν η συμφωνία για όλους. [4.46.4] Οι δημοκρατικοί αρχηγοί των Κερκυραίων, από φόβο μήπως, όταν μεταφέρουν τους ολιγαρχικούς στην Αθήνα, δεν τους θανατώσουν οι Αθηναίοι, μηχανεύτηκαν το εξής. [4.46.5] Έστειλαν κρυφά στο νησί φίλους μερικών από τους κρατουμένους που προσποιήθηκαν ότι θέλουν το καλό τους, κι έπεισαν μερικούς ότι το καλύτερο που έχουν να κάνουν είναι να δραπετεύσουν αμέσως με πλοίο που θα τους ετοίμαζαν οι ίδιοι, επειδή οι Αθηναίοι στρατηγοί είχαν σκοπό να τους παραδώσουν στους δημοκρατικούς.
[4.47.1] Τους έπεισαν, το πλοίο ετοιμάστηκε και όλα οργανώθηκαν κατά τρόπο ώστε, την στιγμή που έφευγαν, να τους πιάσουν οι Αθηναίοι. [4.47.2] Συνέργησαν αρκετά οι Αθηναίοι στρατηγοί για να επιτύχει το τέχνασμα, τόσο για να δοθεί αφορμή να στηθεί η παγίδα, όσο και για να έχουν την βεβαιότητα εκείνοι που την επινόησαν ότι μπορούσαν να ενεργήσουν χωρίς κανέναν φόβο. Όλοι ήξεραν ότι οι στρατηγοί έπρεπε να φύγουν για την Σικελία και δεν ήθελαν ν᾽ αφήσουν σ᾽ άλλους την τιμή να μεταφέρουν τους αιχμαλώτους στην Αθήνα. [4.47.3] Οι Κερκυραίοι παράλαβαν τους αιχμαλώτους και τους έβαλαν σε μια μεγάλη οικοδομή. Μετά τους χώριζαν σε ομάδες από είκοσι, δεμένους δυο δυο, και τους διέταζαν να περάσουν ανάμεσα σε διπλή σειρά στρατιώτες, οι οποίοι, όταν αναγνώριζαν κανέναν εχθρό τους, τον χτυπούσαν και τον λόγχιζαν, ενώ άλλοι, που βάδιζαν πλάι τους με μαστίγια, ανάγκαζαν εκείνους που βραδυπορούσαν να περπατούν γρήγορα.
[4.48.1] Με τον τρόπο αυτόν έβγαλαν και σκότωσαν εξήντα από τους φυλακισμένους, προτού το καταλάβουν οι άλλοι, που νόμιζαν ότι τους μεταφέραν σε άλλο οίκημα. Αλλά, όταν το κατάλαβαν και κάποιος τους το επιβεβαίωσε, άρχισαν να παρακαλούν τους Αθηναίους να επέμβουν, και τους έλεγαν να τους σκοτώσουν εκείνοι. Δεν έστεργαν πια να βγουν από το κτίριο και είπαν ότι θα εμπόδιζαν, όπως μπορούσαν, οποιονδήποτε έμπαινε. [4.48.2] Οι απ᾽ έξω Κερκυραίοι δεν θέλησαν να σπάσουν τις πόρτες, αλλά ανέβηκαν στην στέγη της οικοδομής, ξήλωσαν την οροφή και άρχισαν να τους ρίχνουν κεραμίδια και να τοξεύουν προς τα κάτω. [4.48.3] Οι άλλοι φυλάγονταν όπως μπορούσαν, αλλά πολλοί άρχισαν να αυτοκτονούν. Άλλοι έμπηξαν στον λαιμό τους βέλη από εκείνα που έπεφταν από πάνω, άλλοι πάλι έπαιρναν τα πετσιά από μερικά κρεβάτια που έτυχε να βρίσκονται στο κτίριο ή έκοβαν λουρίδες από τα ίδια τους τα ρούχα κι έκαναν θηλιές να κρεμαστούν. Αυτό συνεχίστηκε το μεγαλύτερο μέρος της νύχτας —γιατί είχε πέσει νύχτα όσο γινόταν το φοβερό αυτό πράμα— και είτε αυτοκτονούσαν με οποιονδήποτε τρόπο είτε τους σκότωναν από πάνω, έως την στιγμή που δεν έμεινε κανείς ζωντανός. [4.48.4] Όταν ξημέρωσε, οι Κερκυραίοι τους στοίβαξαν, τον ένα πάνω στον άλλο, σε κάρα, και τους πήγαν έξω από την πόλη. Όσες γυναίκες είχαν αιχμαλωτίσει στο οχυρό, τις πούλησαν δούλες. [4.48.5] Έτσι καταστράφηκαν οι ολιγαρχικοί Κερκυραίοι από τους δημοκρατικούς και τέλειωσε —για τον πόλεμο τουλάχιστον που ιστορώ— ο εμφύλιος σπαραγμός που ήταν τόσο άγριος. Ό,τι απόμεινε από τους ολιγαρχικούς, δεν ήταν άξιο λόγου. [4.48.6] Οι Αθηναίοι, σύμφωνα με τον αρχικό τους σκοπό, ξεκίνησαν για την Σικελία όπου, μαζί με τους συμμάχους τους, άρχισαν τις εχθροπραξίες.