Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ

Σόλων (18.1-18.7)


[18.1] Δεύτερον δὲ Σόλων τὰς μὲν ἀρχὰς ἁπάσας ὥσπερ ἦσαν τοῖς εὐπόροις ἀπολιπεῖν βουλόμενος, τὴν δ᾽ ἄλλην μεῖξαι πολιτείαν, ἧς ὁ δῆμος οὐ μετεῖχεν, ἔλαβε τὰ τιμήματα τῶν πολιτῶν, καὶ τοὺς μὲν ἐν ξηροῖς ὁμοῦ καὶ ὑγροῖς μέτρα πεντακόσια ποιοῦντας πρώτους ἔταξε καὶ πεντακοσιομεδίμνους προσηγόρευσε· δευτέρους δὲ τοὺς ἵππον τρέφειν δυναμένους ἢ μέτρα ποιεῖν τριακόσια, καὶ τούτους ἱππάδα τελοῦντας ἐκάλουν· ζευγῖται δ᾽ οἱ τοῦ τρίτου τιμήματος ὠνομάσθησαν, ὃ μέτρων ἦν συναμφοτέρων διακοσίων. [18.2] οἱ δὲ λοιποὶ πάντες ἐκαλοῦντο θῆτες, οἷς οὐδεμίαν ἄρχειν ἔδωκεν ἀρχήν, ἀλλὰ τῷ συνεκκλησιάζειν καὶ δικάζειν μόνον μετεῖχον τῆς πολιτείας. [18.3] ὃ κατ᾽ ἀρχὰς μὲν οὐδέν, ὕστερον δὲ παμμέγεθες ἐφάνη· τὰ γὰρ πλεῖστα τῶν διαφόρων ἐνέπιπτεν εἰς τοὺς δικαστάς· καὶ γὰρ ὅσα ταῖς ἀρχαῖς ἔταξε κρίνειν, ὁμοίως καὶ περὶ ἐκείνων εἰς τὸ δικαστήριον ἐφέσεις ἔδωκε τοῖς βουλομένοις. [18.4] λέγεται δὲ καὶ τοὺς νόμους ἀσαφέστερον γράψας καὶ πολλὰς ἀντιλήψεις ἔχοντας αὐξῆσαι τὴν τῶν δικαστηρίων ἰσχύν. μὴ δυναμένους γὰρ ὑπὸ τῶν νόμων διαλυθῆναι περὶ ὧν διεφέροντο, συνέβαινεν ἀεὶ δεῖσθαι δικαστῶν καὶ πᾶν ἄγειν ἀμφισβήτημα πρὸς ἐκείνους, τρόπον τινὰ τῶν νόμων κυρίους ὄντας. [18.5] ἐπισημαίνεται δ᾽ αὐτὸς αὑτῷ τὴν ἀξίωσιν οὕτως·
δήμῳ μὲν γὰρ ἔδωκα τόσον κράτος ὅσσον ἀπαρκεῖ,
τιμῆς οὔτ᾽ ἀφελὼν οὔτ᾽ ἐπορεξάμενος·
οἳ δ᾽ εἶχον δύναμιν καὶ χρήμασιν ἦσαν ἀγητοί,
καὶ τοῖς ἐφρασάμην μηδὲν ἀεικὲς ἔχειν.
ἔστην δ᾽ ἀμφιβαλὼν κρατερὸν σάκος ἀμφοτέροισι,
νικᾶν δ᾽ οὐκ εἴασ᾽ οὐδετέρους ἀδίκως.
[18.6] ἔτι μέντοι μᾶλλον οἰόμενος δεῖν ἐπαρκεῖν τῇ τῶν πολλῶν ἀσθενείᾳ, παντὶ λαβεῖν δίκην ὑπὲρ τοῦ κακῶς πεπονθότος ἔδωκε. καὶ γὰρ καὶ πληγέντος ἑτέρου καὶ βιασθέντος ἢ βλαβέντος, ἐξῆν τῷ δυναμένῳ καὶ βουλομένῳ γράφεσθαι τὸν ἀδικοῦντα καὶ διώκειν, ὀρθῶς ἐθίζοντος τοῦ νομοθέτου τοὺς πολίτας ὥσπερ ἑνὸς μέρη ‹σώματος› συναισθάνεσθαι καὶ συναλγεῖν ἀλλήλοις. [18.7] τούτῳ δὲ τῷ νόμῳ συμφωνοῦντα λόγον αὐτοῦ διαμνημονεύουσιν. ἐρωτηθεὶς γὰρ ὡς ἔοικεν ἥτις οἰκεῖται κάλλιστα τῶν πόλεων, ἐκείνην εἶπεν ἐν ᾗ τῶν ἀδικουμένων οὐχ ἧττον οἱ μὴ ἀδικούμενοι προβάλλονται καὶ κολάζουσι τοὺς ἀδικοῦντας.


[18.1] Εν συνεχεία, καθώς επιθυμία του ήταν να αφήσει όλα τα αξιώματα των αρχόντων στους εύπορους, όπως ακριβώς ίσχυαν έως τότε, αλλά να δώσει έναν μεικτό τύπο στους υπόλοιπους θεσμούς, στους οποίους δεν έπαιρνε μέρος ο λαός ως εκείνη τη στιγμή, όρισε να γίνει εκτίμηση των περιουσιών των πολιτών. Έτσι, όσους είχαν ετήσια παραγωγή πεντακόσιες μετρικές μονάδες σε ξηρούς και υγρούς καρπούς μαζί, τους κατέταξε στην πρώτη κοινωνική τάξη και τους ονόμασε πεντακοσιομέδιμνους· αυτούς που μπορούσαν να συντηρούν άλογο ή να παράγουν τριακόσιες μετρικές μονάδες, τους κατέταξε στη δεύτερη κοινωνική τάξη· αυτούς τους έλεγαν ιππείς· ζευγίτες ονομάστηκαν όσοι σύμφωνα με την εκτίμηση της περιουσίας τους ανήκαν στην τρίτη τάξη, και ήταν εκείνοι που είχαν παραγωγή διακόσιες μετρικές μονάδες και από τα δύο προϊόντα μαζί. [18.2] Όλοι οι υπόλοιποι πολίτες ονομάζονταν θήτες· σ᾽ αυτούς δεν επέτρεψε ο Σόλων να ασκούν καμιά εξουσία· μετείχαν όμως στα πράγματα με το να παίρνουν μέρος μαζί με τους άλλους πολίτες στις συνελεύσεις και στα δικαστήρια. [18.3] Το δικαίωμα αυτό των θητών στην αρχή θεωρήθηκε ασήμαντο, αργότερα όμως αποδείχτηκε σπουδαιότατο· γιατί οι περισσότερες από τις διαφορές μεταξύ των πολιτών κατέληγαν στα δικαστήρια. Πράγματι, και για όσες υποθέσεις όρισε ο Σόλων να εκδικάζουν οι άρχοντες, και για εκείνες ακόμη έδωσε το δικαίωμα σε όσους το επιθυμούσαν να κάνουν εφέσεις στο δικαστήριο της Ηλιαίας. [18.4] Λέγεται ακόμη ότι, καθώς συνέταξε τους νόμους με κάποιαν ασάφεια, με αποτέλεσμα να επιδέχονται πολλές ερμηνείες, ενίσχυσε τη δύναμη των δικαστηρίων. Πραγματικά, καθώς οι πολίτες δεν μπορούσαν να επιλύσουν τις μεταξύ τους διαφορές με τους νόμους, συνέβαινε να έχουν πάντοτε την ανάγκη των δικαστών και να φέρνουν ενώπιον εκείνων κάθε ζήτημα για το οποίο υπήρχε αμφισβήτηση, σαν να ήταν κατά κάποιον τρόπο οι αρμόδιοι για την ερμηνεία των νόμων. [18.5] Ο Σόλων αποδίδει ο ίδιος στον εαυτό του την τιμή αυτή λέγοντας τα εξής:
Έδωσα στον λαό τόση εξουσία όση του ήταν αρκετή,
χωρίς ούτε να του αφαιρέσω κανένα δικαίωμα
αλλά ούτε και να του προσθέσω.
όσοι είχαν πριν δύναμη και θαυμάζονταν για τα πλούτη τους,
και γι᾽ αυτούς προνόησα ώστε να μην αδικηθούν καθόλου.
Στάθηκα ανάμεσα στους δύο σαν δυνατή ασπίδα,
δεν άφησα να επικρατήσει με άδικο τρόπο ούτε ο ένας ούτε ο άλλος.
[18.6] Επειδή όμως πίστευε ο Σόλων ότι έπρεπε να ενισχύσει ακόμη περισσότερο την αδύναμη θέση του λαού, έδωσε στον καθένα το δικαίωμα να προσφεύγει στη δικαιοσύνη για λογαριασμό κάποιου άλλου, που είχε πάθει κάποιο κακό. Εάν δηλαδή είχαν χτυπήσει κάποιον ή χρησιμοποιούσαν βία εναντίον του ή τον είχαν βλάψει, μπορούσε, όποιος είχε τη δύναμη και τη βούληση, να καταγγείλει και να διώξει δικαστικά αυτόν που διέπραττε το αδίκημα· συνήθιζε έτσι ο νομοθέτης σωστά τους πολίτες να συναισθάνονται και να νιώθει ο ένας τον πόνο του άλλου, σαν να ήταν μέλη ενός σώματος. [18.7] Αναφέρουν και κάποιον λόγο του Σόλωνα που συμφωνεί με το πνεύμα αυτού του νόμου. Όταν δηλαδή ρωτήθηκε κάποτε, όπως φαίνεται, ποιά πόλη διοικείται κατά τον καλύτερο τρόπο, εκείνη, είπε, στην οποία αυτοί που δεν αδικούνται καταγγέλλουν και τιμωρούν αυτούς που αδικούν εξίσου με αυτούς που αδικούνται.