Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΠΙΝΔΑΡΟΣ

Νεμεονίκαις (10.73-10.90)


ταχέως δ᾽ ἐπ᾽ ἀδελφεοῦ βί- [στρ. ε]
αν πάλιν χώρησεν ὁ Τυνδαρίδας,
καί νιν οὔπω τεθναότ᾽, ἄσθματι δὲ φρίσ-
σοντα πνοὰς ἔκιχεν.
75 θερμὰ δὴ τέγγων δάκρυα στοναχαῖς
ὄρθιον φώνασε· «Πάτερ Κρονίων, τίς δὴ λύσις
ἔσσεται πενθέων; καὶ ἐμοὶ θάνατον σὺν
τῷδ᾽ ἐπίτειλον, ἄναξ.
οἴχεται τιμὰ φίλων τατωμένῳ
φωτί· παῦροι δ᾽ ἐν πόνῳ πιστοὶ βροτῶν

καμάτου μεταλαμβάνειν.» ὣς [ἀντ. ε]
ἤνεπε· Ζεὺς δ᾽ ἀντίος ἤλυθέ οἱ,
80 καὶ τόδ᾽ ἐξαύδασ᾽ ἔπος· «Ἐσσί μοι υἱός·
τόνδε δ᾽ ἔπειτα πόσις
σπέρμα θνατὸν ματρὶ τεᾷ πελάσαις
στάξεν ἥρως, ἀλλ᾽ ἄγε τῶνδέ τοι ἔμπαν αἵρεσιν
παρδίδωμ᾽· εἰ μὲν θάνατόν τε φυγὼν καὶ
γῆρας ἀπεχθόμενον
αὐτὸς Οὔλυμπον θέλεις ‹ναίειν ἐμοὶ›
σύν τ᾽ Ἀθαναίᾳ κελαινεγχεῖ τ᾽ Ἄρει,

85 ἔστι σοι τούτων λάχος· εἰ δὲ κασιγνήτου πέρι [ἐπῳδ. ε]
μάρνασαι, πάντων δὲ νοεῖς ἀποδάσσασθαι ἴσον,
ἥμισυ μέν κε πνέοις γαίας ὑπένερθεν ἐών,
ἥμισυ δ᾽ οὐρανοῦ ἐν χρυσέοις δόμοισιν.»
ὣς ἄρ᾽ αὐδάσαντος οὐ γνώμᾳ διπλόαν θέτο βουλάν,
90 ἀνὰ δ᾽ ἔλυσεν μὲν ὀφθαλμόν, ἔπειτα δὲ φωνὰν
χαλκομίτρα Κάστορος.


Βιαστικά πίσω ο Τυνδαρίδης γύρισε [στρ. ε]
στον ήρωα τον αδερφό του και τον βρήκε
όχι νεκρόν ακόμη, μα που τις στερνές
πνοές του βαριαγκομαχούσε·
75και βρέχοντας δάκρυα θερμά κι αναλυγκιάζοντας,
έκραξε με φωνή σπαραχτικιά:
«Δία, ω πατέρα, ποιός θα γίνει λυτρωμός
στον πόνο αυτό μου; τάξε μου και μένα
θάνατο, ω Κύριε, μαζί μ᾽ αυτόν·
τιμή δεν του απομένει πια, σα στερηθεί
τους δικούς τους κανείς τους ακριβούς του·
κι από τους άλλους, λίγοι στην ανάγκη του πιστοί
να μεραστούν μαζί τους κίντυνούς του».

Είπε και βγήκε ο Δίας αντίκρυ του [αντ. ε]
80κι αυτόν του μίλησε το λόγο:
«Εσύ ᾽σαι γιος μου εμένα μα αυτόν έπειτα
σμίγοντας τη μητέρα σου ο θνητός της άντρας
τον έσπειρε, φύτρα θνητή.
Μα έλα και νά, σου δίνω να διαλέξεις απ᾽ αυτά:
αν θες, απαλλαγμένος απ᾽ το θάνατο
κι από τα μαύρα γηρατειά, να ζεις αιώνια εσύ
στον Όλυμπο με μένα και την Αθηνά
και με τον πολεμόχαρο τον Άρη,

85η μοίρα θα σου λάχει αυτή. [επωδ. ε]
Μα αν πάλι για τον αδερφό σου ψυχομάχεσαι
κι έχεις στο νου σου να ισιομοιραστείς
μαζί του όλα τα πάντα, τη μισή ζωή σου
θα την περνάς κάτω απ᾽ τη γης, και τη μισή
στα ολόχρυσα παλάτια τ᾽ ουρανού».
Είπε και κείνος ούτε που στιγμή
δεν έδωσε διπλή βουλή του λογισμού του.
90Ξανάλυσε τα μάτια ευθύς και τη φωνή
του Κάστορα, του χαλκαρμάτωτου αδερφού του.