(Μπαίνει από τα δεξιά ο Χορός των γυναικών, αντρικά ντυμένος.)
ΚΟΡ. Δρόμο! Βιαστείτε!
Μπας και κανείς μαντράχαλος μας πήρε το κατόπι.
480Κοιτάτε πάντα πίσω
να προφυλάγεστε καλά, τι ᾽ναι πολύ αλεπούδες
να μη μας πάρουν μυρωδιά πως είμαστε γυναίκες.
ΧΟΡ. Και περπατάτε ασίκικα βροντώντας το τακούνι [στρ.]
τι θα ᾽ταν ολονώ μας
ντροπή μεγάλη να μας πιάσουν άξαφνα στα πράσα.
Να διπλοτυλιχτείτε
και να γυροβιγλίζετε
με μάτια δεκατέσσερα
δεξιά ζερβά σας.
Μη μας γενεί καταστροφή η άξια μας τούτη πράξη.
Πιο γρήγορα και φτάνουμε πολύ κοντά στο μέρος,
490απ᾽ όπου ξεκινήσαμε στη σύναξη να πάμε.
Νά! Και το σπίτι φάνηκε της στρατηγίνας, που ᾽χε
την έμπνευση που σήμερα την ψήφισε ο λαός μας.
Γι᾽ αυτό να μην αργοπορούμε και στεκόμαστ᾽ έτσι [αντ.]
με τα γένια τούτα.
Βγάλτε τα, μη μας δει κανείς και πάει και μας προδώσει.
Εδώ στον ίσκιο ελάτε
στη μάντρ᾽ αυτήνε απόγυρα
και να γυροκοιτάτε
να ξαναγίνουμε και πάλε ό,τ᾽ είμαστε: γυναίκες.
500Και μην χασομεράτε. Νά ζυγώνει η στρατηγίνα,
γυρίζει από τη σύναξη. Τί στέκεστε; Βιαστείτε,
πετάχτε από τα μάγουλα τις κατσικότριχές σας.
Νά! Βλέπω οι άλλες κι έρχονται γυναίκες, σαν και πρώτα.
ΠΡΑ. Καλά τα καταφέραμε ως την ώρα,
καθώς τα μελετήσαμε, ω γυναίκες.
Τώρα βγάλτε τις χλαίνες και πετάχτε
τ᾽ άρβυλα, πριν μας πάρει αντρίκιο μάτι.
(Σε μιαν απ᾽ όλες)
Ε συ, τί στέκεις; Λύσε τα κορδόνια σου.
(Σ᾽ όλες)
Όλες σας, ρίχτε πέρα τα ραβδιά σας.
(Στην Κορυφαία)
510Και συ, κυρά μου, σιάξε τις. Εγώ
πάω, να γλιστρήσω μέσα μουλωχτά
να μη με νιώσει ο μάπας, να γδυθώ
τα ρούχα του και να τα ξαναβάλω
όθες τα πήρα — κι ό,τι άλλο δικό του.
(Οι γυναίκες του Χορού σωριάζουν χάμου τ᾽ αντρίκια ρούχα τους κ.λπ.)
ΚΟΡ. Όλα χάμου, γιά κοίτα, σωρός. Τώρα μάθε μας
τα καλά και συμφέροντα κι όλες σ᾽ ακούμε...
Από σένα πιο ξύπνια δεν είδαμε.
ΠΡΑ. Τοιμαστείτε. Μ᾽ εκλέξατε πριν από λίγο
κυβερνήτη του κράτους κι εγώ θα ᾽χω εσάς
συμβουλάτορες σ᾽ ό,τι κι αν κάνω. Στης μάχης
την αντάρα σταθήκαμε πρωτοπαλίκαρα.
|