ΤΕΤΑΡΤΟΣ ΟΛΥΜΠΙΟΝΙΚΗΣ(ΨΑΥΜΙΔΙ ΚΑΜΑΡΙΝΑΙΩΙ) Ύψιστε Δία, που λάμνεις της βροντής [στρ.]
το άρμα το φτερωτό,
οι κόρες σου οι Ώρες, που με της μυριόφωνης
καθάρας το σκοπό
φέρνουνε γύρα το χορό τους,
να διαλαλήσω μ᾽ έστειλαν
τους πιο υψηλούς θριάμβους·
γιατί στην ευτυχία των φίλων των
5οι ευγενικές καρδιές σκιρτούνε ευτύς
από χαρά για το γλυκό το μήνυμα.
Μα, ω γιε του Κρόνου, κύριε
της ανεμοδαρμένης Αίτνας, που πλακώνει
μ᾽ όλο το βάρος της το φοβερό
με τα εκατό κεφάλια του Τυφώνα,
δέξου, με των Χαρίτων την τιμή,
τον ύμνο αυτό του Ολυμπιονίκη,
10που με το φως το πιο πολύχρονο [αντ.]
μεγάλα κατορθώματα λαμπρύνει·
γιατ᾽ απ᾽ του Ψαύμη έρχεται
το αμάξι, που στεφανωμένος
με την ελιά της Πίσας
πετάει απ᾽ τη λαχτάρα του
με δόξα την Καμάρινα να υψώσει.
Άμποτε ο θεός καλόβουλος
να δέχεται και τις επίλοιπες ευχές του.
Εγώ εγκωμιάζω τον πολύ το ζήλο του
πὄχει γι᾽ αγώνες άλογα να θρέφει
15και τη χαρά του στα φιλόξενα τραπέζια του
να δέχετ᾽ ένα πλήθος κόσμο,
έτσι καθώς με γνώμη καθαρή
είναι δοσμένος στη φιλόπολ᾽ Ησυχία.
Με ψέμα δεν θα υγράνω εγώ τ᾽ αχείλι μου·
η δοκιμή τούς ξεσκεπάζει τους ανθρώπους.
Αυτή και του Κλυμένου γλίτωσε το γιο [επωδ.]
20από των Λημνιάδων γυναικών
την καταφρόνια·
γιατί όταν μες στη χάλκινή του φορεσιά
στου δρόμου τον αγώνα ήρθε πρώτος,
είπε στην Υψιπύλεια,
σαν πήγε για το στέφανο μπροστά της:
—Τέτοιος στο τρέξιμο είμ᾽ εγώ,
25τα χέρια κι η καρδιά δεν πάνε πίσω,
μα και στους νέους συχνά
φυτρώνουνε ψαρά μαλλιά
και πριν απ᾽ το σωστό καιρό της ηλικίας.
|