ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Τέταρτος άλλος, που τις διπλανές τις πύλες
πήρε της Όγκας Αθηνάς, με βοή σιμώνει
γίγαντας στο κορμί και στο παράστημά του,
490ο Ιππομέδοντας, που όταν να γυρνάει τον είδα
στα χέρια αλώνι ολάκερο —τη στρογγυλή του
ασπίδα λέω— ανατρίχιασα και δεν τ᾽ αρνιούμαι.
Δε θα ᾽ταν βέβαια ένας κοινός αυτός τεχνίτης
που τέτοια απάνω της δουλειά τού έχει σκαλίσει:
έναν Τυφώνα, που απ᾽ το φλογοβόλο στόμα
βγάζει στριφνό καπνό, της φωτιάς μαύρο αδέρφι·
κι αρμαθιές φίδια στρώνουν γύρω το στεφάνι,
τον ανακουφωτό που περιζώνει δίσκο.
Κι ο ίδιος ρέκαζε αλαλά κι Άρη γιομάτος
λυσσάει για μάχη σα μαινάδα μ᾽ άγρια μάτια.
Πρέπει λοιπόν απ᾽ την ορμή τέτοιου ενός άντρα
καλά να φυλαχτούμε, γιατ᾽ οι κομπασμοί του
500από τώρα σκορπούν το φόβο εμπρός στις πύλες.
ΕΤΕΟΚΛΗΣ
Μα πρώτα η Όγκα η Αθηνά, που έξω απ᾽ τη Θήβα
κάθεται πλάι στην πύλη αυτή, εχθρεύοντάς του
την έπαρση, σαν άγριο φίδι απ᾽ τα πουλιά της
θεν᾽ αποδιώξει· κι έπειτα ο γενναίος Υπέρβιος
του Οίνοπου ο γιος διαλέχτηκε για νά ᾽βγει μπρος του,
που ξέρει το γραφτό της μοίρας ν᾽ αντικρίσει,
όταν θα τύχ᾽ η ανάγκη, και κανείς ψεγάδι
στη λεβεντιά και την αντρειά κι αρματωσιά του
δε θα του βρει· κι ορθά ο Ερμής τους έχει σμίξει·
εχθρός μ᾽ εχθρό θα ᾽ρθουν στα χέρια αυτός και κείνος
510κι εχθρούς με τις ασπίδες των θεούς θα κρούξουν·
γιατ᾽ έχει ο ένας τον Τυφώνα, που απ᾽ το στόμα
βγάζει φωτιές· στου Υπέρβιου πάλι την ασπίδα
στητός ο Δίας τον κεραυνό κρατάει στα χέρια,
κι ο Δίας να νικηθεί, κανείς ποτέ δεν τό ειδε.
[Τέτοιους λοιπόν έχουν θεούς να τους φυλάγουν,
κι είμαστε με των νικητών εμείς το μέρος
κι εκείνοι με των νικημένων· αφού βέβαια
είναι πιο δυνατός απ᾽ τον Τυφώνα ο Δίας·
και το ίδιο, φυσικά, και με τους δυο θα τύχει,
και τον Υπέρβιο, σύμφωνα με το έμβλημά του,
520θενα γλιτώσει ο Δίας, πὄχει στην ασπίδα.
ΧΟΡΟΣ
Πιστεύω εκείνος, πὄχει στην ασπίδα του
το γιο της Γης, τον άγριο αντίμαχο του Δία,
εικόνα στους θνητούς ανθρώπους μισητή
και στους θεούς που αιώνια ζουν στα ουράνια ύψη,
την κεφαλή του την κακή
στις πύλες μας μπροστά πως θα συντρίψει.
|