Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Ἱστορίαι (4.39.1-4.44.6)

[4.39.1] Χρόνος δὲ ὁ ξύμπας ἐγένετο ὅσον οἱ ἄνδρες [οἱ] ἐν τῇ νήσῳ ἐπολιορκήθησαν, ἀπὸ τῆς ναυμαχίας μέχρι τῆς ἐν τῇ νήσῳ μάχης, ἑβδομήκοντα ἡμέραι καὶ δύο. [4.39.2] τούτων περὶ εἴκοσιν ἡμέρας, ἐν αἷς οἱ πρέσβεις περὶ τῶν σπονδῶν ἀπῇσαν, ἐσιτοδοτοῦντο, τὰς δὲ ἄλλας τοῖς ἐσπλέουσι λάθρᾳ διετρέφοντο. καὶ ἦν σῖτός τις ἐν τῇ νήσῳ καὶ ἄλλα βρώματα ἐγκατελήφθη· ὁ γὰρ ἄρχων Ἐπιτάδας ἐνδεεστέρως ἑκάστῳ παρεῖχεν ἢ πρὸς τὴν ἐξουσίαν. [4.39.3] οἱ μὲν δὴ Ἀθηναῖοι καὶ οἱ Πελοποννήσιοι ἀνεχώρησαν τῷ στρατῷ ἐκ τῆς Πύλου ἑκάτεροι ἐπ᾽ οἴκου, καὶ τοῦ Κλέωνος καίπερ μανιώδης οὖσα ἡ ὑπόσχεσις ἀπέβη· ἐντὸς γὰρ εἴκοσιν ἡμερῶν ἤγαγε τοὺς ἄνδρας, ὥσπερ ὑπέστη. [4.40.1] παρὰ γνώμην τε δὴ μάλιστα τῶν κατὰ τὸν πόλεμον τοῦτο τοῖς Ἕλλησιν ἐγένετο· τοὺς γὰρ Λακεδαιμονίους οὔτε λιμῷ οὔτ᾽ ἀνάγκῃ οὐδεμιᾷ ἠξίουν τὰ ὅπλα παραδοῦναι, ἀλλὰ ἔχοντας καὶ μαχομένους ὡς ἐδύναντο ἀποθνῄσκειν. [4.40.2] ἀπιστοῦντές τε μὴ εἶναι τοὺς παραδόντας τοῖς τεθνεῶσιν ὁμοίους, καί τινος ἐρομένου ποτὲ ὕστερον τῶν Ἀθηναίων ξυμμάχων δι᾽ ἀχθηδόνα ἕνα τῶν ἐκ τῆς νήσου αἰχμαλώτων εἰ οἱ τεθνεῶτες αὐτῶν καλοὶ κἀγαθοί, ἀπεκρίνατο αὐτῷ πολλοῦ ἂν ἄξιον εἶναι τὸν ἄτρακτον, λέγων τὸν οἰστόν, εἰ τοὺς ἀγαθοὺς διεγίγνωσκε, δήλωσιν ποιούμενος ὅτι ὁ ἐντυγχάνων τοῖς τε λίθοις καὶ τοξεύμασι διεφθείρετο.
[4.41.1] Κομισθέντων δὲ τῶν ἀνδρῶν οἱ Ἀθηναῖοι ἐβούλευσαν δεσμοῖς μὲν αὐτοὺς φυλάσσειν μέχρι οὗ τι ξυμβῶσιν, ἢν δ᾽ οἱ Πελοποννήσιοι πρὸ τούτου ἐς τὴν γῆν ἐσβάλωσιν, ἐξαγαγόντες ἀποκτεῖναι. [4.41.2] τῆς δὲ Πύλου φυλακὴν κατεστήσαντο, καὶ οἱ ἐκ τῆς Ναυπάκτου Μεσσήνιοι ὡς ἐς πατρίδα ταύτην (ἔστι γὰρ ἡ Πύλος τῆς Μεσσηνίδος ποτὲ οὔσης γῆς) πέμψαντες σφῶν αὐτῶν τοὺς ἐπιτηδειοτάτους ἐλῄζοντό τε τὴν Λακωνικὴν καὶ πλεῖστα ἔβλαπτον ὁμόφωνοι ὄντες. [4.41.3] οἱ δὲ Λακεδαιμόνιοι ἀμαθεῖς ὄντες ἐν τῷ πρὶν χρόνῳ λῃστείας καὶ τοῦ τοιούτου πολέμου, τῶν τε Εἱλώτων αὐτομολούντων καὶ φοβούμενοι μὴ καὶ ἐπὶ μακρότερον σφίσι τι νεωτερισθῇ τῶν κατὰ τὴν χώραν, οὐ ῥᾳδίως ἔφερον, ἀλλὰ καίπερ οὐ βουλόμενοι ἔνδηλοι εἶναι τοῖς Ἀθηναίοις ἐπρεσβεύοντο παρ᾽ αὐτοὺς καὶ ἐπειρῶντο τήν τε Πύλον καὶ τοὺς ἄνδρας κομίζεσθαι. [4.41.4] οἱ δὲ μειζόνων τε ὠρέγοντο καὶ πολλάκις φοιτώντων αὐτοὺς ἀπράκτους ἀπέπεμπον. ταῦτα μὲν τὰ περὶ Πύλον γενόμενα.
[4.42.1] Τοῦ δ᾽ αὐτοῦ θέρους μετὰ ταῦτα εὐθὺς Ἀθηναῖοι ἐς τὴν Κορινθίαν ἐστράτευσαν ναυσὶν ὀγδοήκοντα καὶ δισχιλίοις ὁπλίταις ἑαυτῶν καὶ ἐν ἱππαγωγοῖς ναυσὶ διακοσίοις ἱππεῦσιν· ἠκολούθουν δὲ καὶ τῶν ξυμμάχων Μιλήσιοι καὶ Ἄνδριοι καὶ Καρύστιοι, ἐστρατήγει δὲ Νικίας ὁ Νικηράτου τρίτος αὐτός. [4.42.2] πλέοντες δὲ ἅμα ἕῳ ἔσχον μεταξὺ Χερσονήσου τε καὶ Ῥείτου ἐς τὸν αἰγιαλὸν τοῦ χωρίου ὑπὲρ οὗ ὁ Σολύγειος λόφος ἐστίν, ἐφ᾽ ὃν Δωριῆς τὸ πάλαι ἱδρυθέντες τοῖς ἐν τῇ πόλει Κορινθίοις ἐπολέμουν οὖσιν Αἰολεῦσιν· καὶ κώμη νῦν ἐπ᾽ αὐτοῦ Σολύγεια καλουμένη ἐστίν. ἀπὸ δὲ τοῦ αἰγιαλοῦ τούτου ἔνθα αἱ νῆες κατέσχον ἡ μὲν κώμη αὕτη δώδεκα σταδίους ἀπέχει, ἡ δὲ Κορινθίων πόλις ἑξήκοντα, ὁ δὲ Ἰσθμὸς εἴκοσι. [4.42.3] Κορίνθιοι δὲ προπυθόμενοι ἐξ Ἄργους ὅτι ἡ στρατιὰ ἥξει τῶν Ἀθηναίων, ἐκ πλείονος ἐβοήθησαν ἐς Ἰσθμὸν πάντες πλὴν τῶν ἔξω Ἰσθμοῦ· καὶ ἐν Ἀμπρακίᾳ καὶ ἐν Λευκάδι ἀπῆσαν αὐτῶν πεντακόσιοι φρουροί· οἱ δ᾽ ἄλλοι πανδημεὶ ἐπετήρουν τοὺς Ἀθηναίους οἷ κατασχήσουσιν. [4.42.4] ὡς δὲ αὐτοὺς ἔλαθον νυκτὸς καταπλεύσαντες καὶ τὰ σημεῖα αὐτοῖς ἤρθη, καταλιπόντες τοὺς ἡμίσεις αὐτῶν ἐν Κεγχρειᾷ, ἢν ἄρα οἱ Ἀθηναῖοι ἐπὶ τὸν Κρομμυῶνα ἴωσιν, ἐβοήθουν κατὰ τάχος. [4.43.1] καὶ Βάττος μὲν ὁ ἕτερος τῶν στρατηγῶν (δύο γὰρ ἦσαν ἐν τῇ μάχῃ οἱ παρόντες) λαβὼν λόχον ἦλθεν ἐπὶ τὴν Σολύγειαν κώμην φυλάξων ἀτείχιστον οὖσαν, Λυκόφρων δὲ τοῖς ἄλλοις ξυνέβαλεν. [4.43.2] καὶ πρῶτα μὲν τῷ δεξιῷ κέρᾳ τῶν Ἀθηναίων εὐθὺς ἀποβεβηκότι πρὸ τῆς Χερσονήσου οἱ Κορίνθιοι ἐπέκειντο, ἔπειτα δὲ καὶ τῷ ἄλλῳ στρατεύματι. καὶ ἦν ἡ μάχη καρτερὰ καὶ ἐν χερσὶ πᾶσα. [4.43.3] καὶ τὸ μὲν δεξιὸν κέρας τῶν Ἀθηναίων καὶ Καρυστίων (οὗτοι γὰρ παρατεταγμένοι ἦσαν ἔσχατοι) ἐδέξαντό τε τοὺς Κορινθίους καὶ ἐώσαντο μόλις· οἱ δὲ ὑποχωρήσαντες πρὸς αἱμασιάν (ἦν γὰρ τὸ χωρίον πρόσαντες πᾶν) βάλλοντες τοῖς λίθοις καθύπερθεν ὄντες καὶ παιανίσαντες ἐπῇσαν αὖθις, δεξαμένων δὲ τῶν Ἀθηναίων ἐν χερσὶν ἦν πάλιν ἡ μάχη. [4.43.4] λόχος δέ τις τῶν Κορινθίων ἐπιβοηθήσας τῷ εὐωνύμῳ κέρᾳ ἑαυτῶν ἔτρεψε τῶν Ἀθηναίων τὸ δεξιὸν κέρας καὶ ἐπεδίωξεν ἐς τὴν θάλασσαν· πάλιν δὲ ἀπὸ τῶν νεῶν ἀνέστρεψαν οἵ τε Ἀθηναῖοι καὶ οἱ Καρύστιοι. [4.43.5] τὸ δὲ ἄλλο στρατόπεδον ἀμφοτέρωθεν ἐμάχετο ξυνεχῶς, μάλιστα δὲ τὸ δεξιὸν κέρας τῶν Κορινθίων, ἐφ᾽ ᾧ ὁ Λυκόφρων ὢν κατὰ τὸ εὐώνυμον τῶν Ἀθηναίων ἠμύνετο· ἤλπιζον γὰρ αὐτοὺς ἐπὶ τὴν Σολύγειαν κώμην πειράσειν. [4.44.1] χρόνον μὲν οὖν πολὺν ἀντεῖχον οὐκ ἐνδιδόντες ἀλλήλοις· ἔπειτα (ἦσαν γὰρ τοῖς Ἀθηναίοις οἱ ἱππῆς ὠφέλιμοι ξυμμαχόμενοι, τῶν ἑτέρων οὐκ ἐχόντων ἵππους) ἐτράποντο οἱ Κορίνθιοι καὶ ὑπεχώρησαν πρὸς τὸν λόφον καὶ ἔθεντο τὰ ὅπλα καὶ οὐκέτι κατέβαινον, ἀλλ᾽ ἡσύχαζον. [4.44.2] ἐν δὲ τῇ τροπῇ ταύτῃ κατὰ τὸ δεξιὸν κέρας οἱ πλεῖστοί τε αὐτῶν ἀπέθανον καὶ Λυκόφρων ὁ στρατηγός. ἡ δὲ ἄλλη στρατιὰ τούτῳ τῷ τρόπῳ οὐ κατὰ δίωξιν πολλὴν οὐδὲ ταχείας φυγῆς γενομένης, ἐπεὶ ἐβιάσθη, ἐπαναχωρήσασα πρὸς τὰ μετέωρα ἱδρύθη. [4.44.3] οἱ δὲ Ἀθηναῖοι, ὡς οὐκέτι αὐτοῖς ἐπῇσαν ἐς μάχην, τούς τε νεκροὺς ἐσκύλευον καὶ τοὺς ἑαυτῶν ἀνῃροῦντο, τροπαῖόν τε εὐθέως ἔστησαν. [4.44.4] τοῖς δ᾽ ἡμίσεσι τῶν Κορινθίων, οἳ ἐν τῇ Κεγχρειᾷ ἐκάθηντο φύλακες μὴ ἐπὶ τὸν Κρομμυῶνα πλεύσωσι, τούτοις οὐ κατάδηλος ἡ μάχη ἦν ὑπὸ τοῦ ὄρους τοῦ Ὀνείου· κονιορτὸν δὲ ὡς εἶδον καὶ [ὡς] ἔγνωσαν, ἐβοήθουν εὐθύς. ἐβοήθησαν δὲ καὶ οἱ ἐκ τῆς πόλεως πρεσβύτεροι τῶν Κορινθίων αἰσθόμενοι τὸ γεγενημένον. [4.44.5] ἰδόντες δὲ οἱ Ἀθηναῖοι ξύμπαντας αὐτοὺς ἐπιόντας καὶ νομίσαντες τῶν ἐγγὺς ἀστυγειτόνων Πελοποννησίων βοήθειαν ἐπιέναι, ἀνεχώρουν κατὰ τάχος ἐπὶ τὰς ναῦς, ἔχοντες τὰ σκυλεύματα καὶ τοὺς ἑαυτῶν νεκροὺς πλὴν δυοῖν, οὓς ἐγκατέλιπον οὐ δυνάμενοι εὑρεῖν. [4.44.6] καὶ ἀναβάντες ἐπὶ τὰς ναῦς ἐπεραιώθησαν ἐς τὰς ἐπικειμένας νήσους, ἐκ δ᾽ αὐτῶν ἐπικηρυκευσάμενοι τοὺς νεκροὺς οὓς ἐγκατέλιπον ὑποσπόνδους ἀνείλοντο. ἀπέθανον δὲ Κορινθίων μὲν ἐν τῇ μάχῃ δώδεκα καὶ διακόσιοι, Ἀθηναίων δὲ ὀλίγῳ ἐλάσσους πεντήκοντα.

[4.39.1] Ο αποκλεισμός της Σφακτηρίας από την ημέρα που είχε γίνει η ναυμαχία έως την ημέρα της μάχης που έγινε στο νησί, είχε διαρκέσει εβδομήντα δύο μέρες. [4.39.2] Τις είκοσι μέρες που οι Λακεδαιμόνιοι πρέσβεις είχαν λείψει στην Αθήνα για να προσφέρουν ειρήνη, οι πολιορκημένοι ανεφοδιάζονταν κανονικά. Τις υπόλοιπες τρέφονταν από τα όσα έφταναν λαθραία στο νησί. Μετά την παράδοση βρέθηκε στο νησί λίγο σιτάρι και άλλα τρόφιμα, γιατί ο Επιτάδας μοίραζε στους στρατιώτες του μικρότερες μερίδες απ᾽ ό,τι θα μπορούσε. [4.39.3] Οι Αθηναίοι και οι Πελοποννήσιοι αποσύραν τον στρατό τους από την Πύλο και γύρισαν στις πολιτείες τους και η υπόσχεση του Κλέωνος, παρόλον ότι ήταν εξωφρενική, εκπληρώθηκε. Όπως το είχε υποσχεθεί, σε είκοσι μέρες μέσα έφερε στην Αθήνα τους αιχμαλώτους.
[4.40.1] Κανένα γεγονός, στον πόλεμο αυτόν, δεν προκάλεσε τόση κατάπληξη στους Έλληνες όσο αυτό, και τούτο επειδή πίστευαν ότι ούτε από πείνα ούτε από άλλη στέρηση θα παράδιναν ποτέ τα όπλα τους οι Λακεδαιμόνιοι, άλλα ότι θα πολεμούσαν όσο άντεχαν και θα πέθαιναν κρατώντας τα στο χέρι. [4.40.2] Δεν πίστευαν ότι εκείνοι που παραδόθηκαν είχαν την ίδια αξία μ᾽ εκείνους που σκοτώθηκαν και αργότερα, όταν ένας σύμμαχος των Αθηναίων, για να προσβάλει έναν από τους αιχμαλώτους τον ρώτησε αν όλοι όσοι είχαν σκοτωθεί ήσαν οι ωραίοι και άξιοι, εκείνος αποκρίθηκε ότι η άτρακτος —εννοούσε το βέλος— θα ήταν όπλο εξαιρετικής αξίας αν μπορούσε να διακρίνει τους γενναίους. Ήθελε να πει μ᾽ αυτό ότι οι πέτρες και τα βέλη σκότωναν, αδιάκριτα και τυχαία, όσους βρίσκαν.
[4.41.1] Όταν έφτασαν οι αιχμάλωτοι, οι Αθηναίοι αποφάσισαν να τους βάλουν στην φυλακή, έως ότου έρθουν σε κάποια συμφωνία με τους Λακεδαιμονίους, και αν οι Πελοποννήσιοι κάνουν εισβολή, τότε να βγάλουν τους αιχμαλώτους από την φυλακή και να τους σκοτώσουν. [4.41.2] Έβαλαν φρουρά στην Πύλο και οι Μεσσήνιοι της Ναυπάκτου, που θεωρούσαν ότι ήταν πατρίδα τους (η Πύλος βρίσκεται στο έδαφος της άλλοτε Μεσσηνίας), έστειλαν τους καλύτερους στρατιώτες τους και ρήμαξαν την λακωνική γη, κάνοντας μεγάλες ζημίες επειδή τους ευνοούσε το ότι μιλούσαν την ίδια γλώσσα με τους κατοίκους. [4.41.3] Οι Λακεδαιμόνιοι, οι οποίοι έως τότε δεν είχαν υποφέρει από επιδρομές και τέτοιου είδους πόλεμο κι έβλεπαν ότι πολλοί είλωτες αυτομολούσαν, φοβήθηκαν γενικότερη αναστάτωση της χώρας και ήσαν πολύ ανήσυχοι. Παρόλον ότι ήθελαν ν᾽ αποκρύψουν την ανησυχία τους από τους Αθηναίους, τους έστειλαν πρεσβείες και προσπαθούσαν να τους πείσουν να τους αποδώσουν και τους αιχμαλώτους και την Πύλο. [4.41.4] Αλλά οι Αθηναίοι ήθελαν να επεκτείνουν τα πλεονεκτήματά τους όσο το δυνατόν περισσότερο κι έδιωχναν άπρακτες τις αλλεπάλληλες πρεσβείες των Σπαρτιατών. Αυτά είναι τα γεγονότα της Πύλου.
[4.42.1] Το ίδιο καλοκαίρι οι Αθηναίοι έκαναν εκστρατεία στην Κορινθία. Είχαν ογδόντα καράβια, δύο χιλιάδες οπλίτες Αθηναίους και διακόσιους ιππείς σε ιππαγωγά καράβια. Από τους συμμάχους πήγαν Μιλήσιοι, Άνδριοι και Καρύστιοι. Στρατηγός, με δύο άλλους, ήταν ο Νικίας του Νικηράτου. [4.42.2] Με την αυγή ο στόλος έφτασε στην παραλία, μεταξύ Χερσονήσου και Ρείτου και του σημείου όπου υψώνεται ο λόφος Σολύγειος. Στον λόφο αυτόν είχαν άλλοτε εγκατασταθεί οι Δωριείς που, από κει, πολεμούσαν τους κατοίκους της Κορίνθου, οι οποίοι ήσαν, τότε, Αιολείς. Υπάρχει ακόμα στον λόφο ένα χωριό που ονομάζεται Σολύγεια. Το μέρος αυτό απέχει δώδεκα, περίπου, στάδια από την παραλία όπου άραξαν τα καράβια, εξήντα στάδια από την Κόρινθο και είκοσι στάδια από τον Ισθμό. [4.42.3] Οι Κορίνθιοι είχαν πάρει πληροφορίες από το Άργος ότι θα γινόταν εισβολή των Αθηναίων και είχαν προλάβει να συγκεντρωθούν όλοι στον Ισθμό, εκτός από εκείνους που κατοικούν έξω από τον Ισθμό. Έλειπαν και πεντακόσιοι στρατιώτες τους που ήσαν φρουρά στην Αμπρακία και στην Λευκάδα. Ολόκληρος ο υπόλοιπος στρατός επαγρυπνούσε πού θ᾽ αράξουν οι Αθηναίοι, [4.42.4] οι οποίοι όμως έφτασαν νύχτα ακόμα, απαρατήρητοι. Οι Κορίνθιοι το πληροφορήθηκαν από φωτεινά σημάδια, άφησαν τον μισό τους στρατό στις Κεχρεές για την περίπτωση που οι Αθηναίοι θα χτυπούσαν τον Κρομμυώνα κι έτρεξαν ν᾽ αντιμετωπίσουν τους Αθηναίους.
[4.43.1] Ο ένας από τους στρατηγούς της Κορίνθου (στην μάχη αυτή ήσαν δύο) ο Βάττος, πήρε ένα λόχο και πήγε στη Σολύγεια για να την υπερασπίσει, επειδή ήταν ατείχιστη, ενώ ο άλλος στρατηγός, ο Λυκόφρων, με τον υπόλοιπο στρατό, έκανε την επίθεση. [4.43.2] Οι Κορίνθιοι χτύπησαν πρώτα την δεξιά πτέρυγα των Αθηναίων που είχε μόλις αποβιβαστεί στην Χερσόνησο και μετά έκαναν επίθεση εναντίον του υπόλοιπου στρατού. Πολέμησαν με πείσμα και σώμα προς σώμα. [4.43.3] Η δεξιά πτέρυγα των Αθηναίων με τους Καρυστίους, που ήσαν στο άκρο δεξιό, αντιστάθηκε στην επίθεση των Κορινθίων και μπόρεσε, αλλά με δυσκολία, να τους απωθήσει. Οι Κορίνθιοι υποχώρησαν σε μια ξερολιθιά κι από κει, καθώς το μέρος ήταν κατωφερικό, άρχισαν να χτυπούν με πέτρες από ψηλά τους Αθηναίους που ήσαν πιο χαμηλά. Σήμαναν τον παιάνα κι έκαναν πάλι επίθεση. Πάλι αντιστάθηκαν οι Αθηναίοι και πάλι πολέμησαν σώμα προς σώμα. [4.43.4] Ένας κορινθιακός λόχος πήγε να βοηθήσει το αριστερό των Κορινθίων, ανάγκασε τους Αθηναίους να υποχωρήσουν και τους καταδίωξαν ώς την θάλασσα, αλλά πάλι οι Αθηναίοι και οι Καρύστιοι τους απώθησαν μακριά από τα καράβια. [4.43.5] Στην υπόλοιπη παράταξη εξακολουθούσε η μάχη, σκληρή, ιδιαίτερα στο δεξιό των Κορινθίων που, με αρχηγό τον Λυκόφρονα, προσπαθούσε να συγκρατήσει το αριστερό των Αθηναίων. Προβλέπαν ότι οι Αθηναίοι θα προσπαθούσαν να κάνουν επίθεση εναντίον της Σολύγειας.
[4.44.1] Πολλήν ώρα οι δύο στρατοί πολεμούσαν χωρίς να υποχωρούν, αλλά έπειτα, επειδή οι Αθηναίοι είχαν την υπεροχή διαθέτοντας ιππικό που δεν είχε ο εχθρός τους, οι Κορίνθιοι υποχώρησαν στον λόφο όπου αποθέσαν τα όπλα τους. Δεν επιχείρησαν να κατέβουν από εκεί, αλλά έμεναν άπρακτοι. [4.44.2] Στην υποχώρηση αυτή της δεξιάς τους σκοτώθηκαν πολλοί Κορίνθιοι και ο στρατηγός Λυκόφρων, ενώ ο υπόλοιπος στρατός τους υποχώρησε χωρίς να καταδιωχτεί και χωρίς η υποχώρησή του να γίνει φυγή. Γύρισε πίσω στα υψώματα κι έμεινε εκεί. [4.44.3] Οι Αθηναίοι, βλέποντας ότι οι Κορίνθιοι δεν έκαναν άλλη εξόρμηση, άρχισαν να σκυλεύουν τους νεκρούς και να σηκώνουν τους δικούς τους. Έστησαν και τρόπαιο. [4.44.4] Ο άλλος στρατός της Κορίνθου, που είχε μείνει στις Κεχρεές για να φυλάει μήπως οι Αθηναίοι κάνουν απόβαση στον Κρομμυώνα, δεν μπορούσε να παρακολουθήσει την μάχη που τους την έκρυβε το όρος Όνειον. Αλλά όταν είδαν να υψώνεται σύννεφο σκόνη και κατάλαβαν τί είχε γίνει, έτρεξαν να βοηθήσουν. Κι από την Κόρινθο πήγαν οι πιο ηλικιωμένοι που είχαν μείνει φρουρά της πολιτείας. [4.44.5] Όταν οι Αθηναίοι είδαν όλον αυτόν τον στρατό να έρχεται, νόμισαν ότι ήσαν Πελοποννήσιοι γείτονες που έρχονταν να βοηθήσουν τους Κορινθίους. Γύρισαν γρήγορα στα καράβια τους με τα λάφυρα και τους νεκρούς τους, εκτός από δύο που δεν μπόρεσαν να βρουν. [4.44.6] Μπήκαν στα καράβια και πήγαν στα νησιά που είναι κοντά, κι από κει έστειλαν κήρυκα και πήραν τους δυο νεκρούς που είχαν αφήσει. Στην μάχη σκοτώθηκαν διακόσιοι δώδεκα Κορίνθιοι και λιγότεροι από πενήντα Αθηναίοι.