[5.21.1] Κι ετούτοι με τέτοιο θάνατο αφανίστηκαν, κι οι ίδιοι και η ακολουθία τους· γιατί συνοδεύονταν κι από άμαξες κι από υπηρέτες κι από τις κάθε λογής πολλές αποσκευές· λοιπόν, όλος αυτός ο κόσμος μαζί μ᾽ όλους εκείνους αφανίστηκαν. [5.21.2] Κι αργότερα, όταν πέρασε λίγος καιρός, οι Πέρσες έκαναν μεγάλη έρευνα για να βρουν αυτούς τους ανθρώπους, αλλά ο Αλέξανδρος μ᾽ έξυπνο τρόπο τούς σταμάτησε, δίνοντας και πολλά χρήματα και την αδερφή του, που την έλεγαν Γυγαία· σταμάτησε την έρευνα ο Αλέξανδρος δίνοντας αυτά σ᾽ έναν Πέρση, τον Βουβάρη, που ήταν επικεφαλής εκείνων που έψαχναν για τους αφανισμένους. Μ᾽ αυτό τον τρόπο λοιπόν σκεπάστηκε ο θάνατός τους και πια δεν έγινε λόγος γι᾽ αυτούς. [5.22.1] Πως Έλληνες είναι αυτοί οι απόγονοι του Περδίκκα, όπως λένε κι οι ίδιοι, κι εγώ προσωπικά είμαι σε θέση να το ξέρω, αλλά και στη συνέχεια της ιστορίας μου θα αποδείξω πως είναι Έλληνες· κι επιπλέον και οι οργανωτές των αγώνων των Ελλήνων που γίνονται στην Ολυμπία αυτή την απόφαση έβγαλαν. [5.22.2] Γιατί, όταν ο Αλέξανδρος πήρε την απόφαση να πάρει μέρος στους αγώνες και κατέβηκε γι᾽ αυτό το σκοπό, οι Έλληνες που ήταν αντίπαλοί του σε αγώνα δρόμου ήθελαν να τον αποκλείσουν με τον ισχυρισμό πως ο αγώνας δεν είναι για βαρβάρους αθλητές, αλλά για Έλληνες. Κι ο Αλέξανδρος, επειδή απέδειξε πως η καταγωγή του ήταν από το Άργος κι οι κριτές παραδέχτηκαν πως είναι Έλληνας, πήρε μέρος στο αγώνισμα δρόμου ενός σταδίου και τερμάτισε στον ίδιο χρόνο με τον πρώτο. Κάπως έτσι λοιπόν έγιναν αυτά. [5.23.1] Κι ο Μεγάβαζος φέρνοντας μαζί του τους Παίονες έφτασε στον Ελλήσποντο κι αποκεί, περνώντας στην απέναντι ακτή, έφτασε στις Σάρδεις. Κι ο Ιστιαίος ο Μιλήσιος οχύρωνε κιόλας με τείχος τη χώρα που ύστερ᾽ από αίτημά του τού την έκανε δώρο ο Δαρείος αμείβοντάς τον για τη φρούρηση της πλωτής γέφυρας· κι η χώρα αυτή βρίσκεται στην περιοχή του ποταμού Στρυμόνα κι ονομάζεται Μύρκινος. Λοιπόν ο Μεγάβαζος έμαθε αυτά που έκανε ο Ιστιαίος και, μόλις έφτασε στις Σάρδεις φέρνοντας μαζί του τους Παίονες, έλεγε στον Δαρείο τα εξής: [5.23.2] «Βασιλιά μου, τί είναι αυτό που έκανες, σ᾽ έναν Έλληνα άξιο και σοφό να του δώσεις να ιδρύσει πόλη στη Θράκη, που έχει και άφθονη ξυλεία, καλή για ναυπήγηση, πολλά ξύλα για κουπιά και μεταλλεία με ασήμι κι όπου γύρω γύρω ζει μεγάλο πλήθος Ελλήνων και μεγάλο βαρβάρων που, έτσι κι αποχτήσουν ηγέτη, θα εκτελούν κάθε διαταγή του, μέρα και νύχτα; [5.23.3] Σταμάτησε λοιπόν εσύ αυτές τις επιχειρήσεις του, για να μη μπλέξεις με πόλεμο μέσα στην επικράτειά σου· στείλε και κάλεσέ τον με καλό τρόπο και σταμάτησέ τον· κι όταν τον βάλεις στο χέρι σου, κάνε έτσι ώστε να μη ξαναγυρίσει εκείνος σε Έλληνες!» [5.24.1] Μ᾽ αυτά τα λόγια εύκολα έπεισε ο Μεγάβαζος τον Δαρείο, γιατί του έδωσε την εντύπωση ότι σωστά προβλέπει το μέλλον. Κι ύστερα ο Δαρείος έστειλε αγγελιοφόρο στη Μύρκινο κι έλεγε τα εξής: «Ιστιαίε, ο βασιλιάς Δαρείος λέει τ᾽ ακόλουθα: Εγώ όσο συλλογίζομαι δε βρίσκω κανένα άνθρωπο πιο αφοσιωμένο στο πρόσωπο και στα συμφέροντά μου όσο εσένα, και μάλιστα το κατάλαβα και το ξέρω από τα έργα σου κι όχι από λόγια. [5.24.2] Τώρα λοιπόν, γιατί έχω στο νου μου να καταπιαστώ με μεγάλα σχέδια, το χωρίς άλλο έλα εδώ, για να έχω τη γνώμη σου γι᾽ αυτά». Κι ο Ιστιαίος δίνοντας πίστη σ᾽ αυτά τα λόγια και θεωρώντας μεγάλη τιμή να γίνει σύμβουλος του βασιλιά, έφτασε στις Σάρδεις. [5.24.3] Λοιπόν μόλις έφτασε του έλεγε ο Δαρείος τα εξής: «Ιστιαίε, εγώ έστειλα και σε κάλεσα γι᾽ αυτό το λόγο: από τη στιγμή που γύρισα από τους Σκύθες και σ᾽ έχασα από τα μάτια μου, τίποτα άλλο τόσο σύντομα δεν ένιωσα πως μου λείπει πιο πολύ όσο η δική σου παρουσία και η συζήτηση μαζί σου, γιατί κατάλαβα πως δεν υπάρχει στον κόσμο πιο πολύτιμο πράμα από ένα φίλο μυαλωμένο και καλόβολο, αρετές που και τις δυο τις έδειξες στις δικές μου υποθέσεις — το ξέρω και μπορώ να το βεβαιώσω. [5.24.4] Τώρα λοιπόν καλωσορίζω τον ερχομό σου και σου κάνω την εξής πρόταση: τη Μίλητο και τη νεόχτιστη πόλη στη Θράκη άφησέ τες, κι ακολούθησέ με στα Σούσα, να ᾽χεις όλα τα δικά μου δικά σου, σύντροφος στο τραπέζι και σύμβουλός μου». [5.25.1] Αυτά είπε ο Δαρείος κι ύστερα, αφού διόρισε τον αδερφό του από τον ίδιο πατέρα, τον Αρταφρένη, αντιβασιλιά στις Σάρδεις, αναχώρησε για τα Σούσα, έχοντας στην ακολουθία του τον Ιστιαίο· διόρισε επίσης αρχηγό των στρατευμάτων των παραθαλασσίων περιοχών τον Οτάνη· αυτουνού τον πατέρα, τον Σισάμνη, που είχε το αξίωμα του βασιλικού δικαστή, ο βασιλιάς Καμβύσης, επειδή δωροδοκήθηκε κι έβγαλε άδικη κρίση, τον έσφαξε, τον έγδαρε ολόκληρο, και το γδαρμένο δέρμα του το έκοψε λουρίδες λουρίδες και τις τέντωσε στο θρόνο, όπου καθόταν και δίκαζε· [5.25.2] και στο θρόνο που τέντωσε το δέρμα του Σισάμνη ο Καμβύσης όρισε να ᾽ναι δικαστής, στη θέση τους Σισάμνη, που τον σκότωσε και τον έγδαρε, ο γιος του, δίνοντάς του εντολή να θυμάται σε ποιό θρόνο κάθεται και δικάζει. [5.26.1] Αυτός λοιπόν ο Οτάνης, που καθόταν και δίκαζε σ᾽ αυτόν το θρόνο, διαδέχτηκε τον Μεγάβαζο στην αρχηγία του στρατού και κυρίεψε το Βυζάντιο και την Χαλκηδόνα, κυρίεψε, στη χώρα της Τρωάδας, την Άντανδρο, κυρίεψε και το Λαμπώνιο και, παίρνοντας καράβια από τους Λεσβίους, κυρίεψε τη Λήμνο και την Ίμβρο, που τότε και στις δύο κατοικούσαν ακόμη οι Πελασγοί. [5.27.1] Οι Λήμνιοι λοιπόν, αν και αγωνίστηκαν λαμπρά και πρόβαλαν αντίσταση γι᾽ αρκετό διάστημα, έπεσαν στα χέρια των εχθρών· κι οι Πέρσες επέβαλαν σ᾽ όσους απ᾽ αυτούς απέμειναν τοποτηρητή τους τον Λυκάρητο, αδερφό του Μαιανδρίου που είχε βασιλέψει στη Σάμο. [5.27.2] Ο Λυκάρητος αυτός πεθαίνει κυβερνήτης της Λήμνου… Και νά ποιά ήταν η αιτία γι᾽ αυτό: όλους τούς έκανε ανδράποδα και τους υπόταζε, άλλους με την κατηγορία ότι ήταν ανυπόταχτοι όταν έγινε η εκστρατεία εναντίον των Σκυθών κι άλλους ότι ταλαιπωρούσαν το στρατό του Δαρείου στην επιστροφή του, κατά την υποχώρησή του από τους Σκύθες. |