Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας
Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ
Ἠθικὰ Νικομάχεια (1179a-1179b)
[IX] Ἆρ᾽ οὖν εἰ περί τε τούτων καὶ τῶν ἀρετῶν, ἔτι δὲ καὶ φιλίας καὶ ἡδονῆς, ἱκανῶς εἴρηται τοῖς τύποις, τέλος ἔχειν οἰητέον τὴν προαίρεσιν; ἢ καθάπερ λέγεται, οὐκ ἔστιν ἐν τοῖς [1179b] πρακτοῖς τέλος τὸ θεωρῆσαι ἕκαστα καὶ γνῶναι, ἀλλὰ μᾶλλον τὸ πράττειν αὐτά· οὐδὲ δὴ περὶ ἀρετῆς ἱκανὸν τὸ εἰδέναι, ἀλλ᾽ ἔχειν καὶ χρῆσθαι πειρατέον, ἢ εἴ πως ἄλλως ἀγαθοὶ γινόμεθα; εἰ μὲν οὖν ἦσαν οἱ λόγοι αὐτάρκεις πρὸς τὸ ποιῆσαι ἐπιεικεῖς, πολλοὺς ἂν μισθοὺς καὶ μεγάλους δικαίως ἔφερον κατὰ τὸν Θέογνιν, καὶ ἔδει ἂν τούτους πορίσασθαι· νῦν δὲ φαίνονται προτρέψασθαι μὲν καὶ παρορμῆσαι τῶν νέων τοὺς ἐλευθερίους ἰσχύειν, ἦθός τ᾽ εὐγενὲς καὶ ὡς ἀληθῶς φιλόκαλον ποιῆσαι ἂν κατοκώχιμον ἐκ τῆς ἀρετῆς, τοὺς δὲ πολλοὺς ἀδυνατεῖν πρὸς καλοκαγαθίαν προτρέψασθαι· οὐ γὰρ πεφύκασιν αἰδοῖ πειθαρχεῖν ἀλλὰ φόβῳ, οὐδ᾽ ἀπέχεσθαι τῶν φαύλων διὰ τὸ αἰσχρὸν ἀλλὰ διὰ τὰς τιμωρίας· πάθει γὰρ ζῶντες τὰς οἰκείας ἡδονὰς διώκουσι καὶ δι᾽ ὧν αὗται ἔσονται, φεύγουσι δὲ τὰς ἀντικειμένας λύπας, τοῦ δὲ καλοῦ καὶ ὡς ἀληθῶς ἡδέος οὐδ᾽ ἔννοιαν ἔχουσιν, ἄγευστοι ὄντες. τοὺς δὴ τοιούτους τίς ἂν λόγος μεταρρυθμίσαι; οὐ γὰρ οἷόν τε ἢ οὐ ῥᾴδιον τὰ ἐκ παλαιοῦ τοῖς ἤθεσι κατειλημμένα λόγῳ μεταστῆσαι· ἀγαπητὸν δ᾽ ἴσως ἐστὶν εἰ πάντων ὑπαρχόντων δι᾽ ὧν ἐπιεικεῖς δοκοῦμεν γίνεσθαι, μεταλάβοιμεν τῆς ἀρετῆς. |
[9] Αν λοιπόν ο μέχρι τώρα λόγος μας —σε γενικές γραμμές— για τα θέματα αυτά και για τις αρετές, και ακόμη για τη φιλία και για την ηδονή, έχει ολοκληρωθεί με τρόπο ικανοποιητικό, μπορούμε τάχα να θεωρήσουμε ότι το αρχικό μας πρόγραμμα έφτασε πια στο τέλος του; Μάλλον πρέπει να θεωρήσουμε σωστό αυτό που λέγεται, [1179b] ότι στην περιοχή των πράξεων το πραγματικό τέλος δεν είναι η λεπτομερής θεωρητική ανάλυση και γνώση, αλλά πολύ περισσότερο η πραγματοποίησή τους — άρα και για την αρετή δεν είναι αρκετό το να ξέρουμε τί είναι, αλλά πρέπει να προσπαθούμε να την αποκτήσουμε και να την ασκούμε, ή, τελοσπάντων, να χρησιμοποιούμε όποιον άλλο τρόπο υπάρχει προκειμένου να γίνουμε ενάρετοι άνθρωποι. Αν λοιπόν οι θεωρητικοί λόγοι ήταν από μόνοι τους αρκετοί για να κάνουν ενάρετους τους ανθρώπους, δικαιολογημένα θα κέρδιζαν, κατά τον Θέογνη, πολλές και μεγάλες αμοιβές, και οι άνθρωποι θα έπρεπε οπωσδήποτε να τους εξασφαλίζουν. Η αλήθεια όμως είναι ότι οι λόγοι αυτοί μπορεί να έχουν τη δύναμη να προτρέψουν και να παρακινήσουν νέους ανθρώπους που έχουν ελευθέριο πνεύμα· μπορεί να έχουν τη δύναμη να κάνουν έναν ευγενή χαρακτήρα που είναι αληθινά ερωτευμένος με την ομορφιά να αλωθεί από την αρετή, είναι, πάντως, φανερό ότι δεν έχουν τη δύναμη να προτρέψουν στην ομορφιά και στην αρετή τα μεγάλα πλήθη των ανθρώπων· γιατί οι άνθρωποι αυτοί είναι καμωμένοι από τη φύση να υποτάσσονται όχι στην αιδώ και την τιμή, αλλά στον φόβο, και να μένουν μακριά από τα τιποτένια πράγματα όχι γιατί αυτά φέρνουν ντροπή, αλλά γιατί επισύρουν τιμωρίες· ζώντας κατά τις επιταγές του πάθους κυνηγούν τις ηδονές που ταιριάζουν στη φύση τους και τα μέσα με τα οποία θα τις εξασφαλίσουν, και αποφεύγουν τις αντίθετες λύπες· δεν έχουν ιδέα τί είναι το ωραίο και τί το αληθινά ευχάριστο, μια και αυτά δεν τα γεύτηκαν ποτέ. Τέτοιας λογής λοιπόν ανθρώπους ποιοί θεωρητικοί λόγοι θα μπορούσαν να τους αλλάξουν και να τους διορθώσουν; Γιατί δεν είναι δυνατό, ή έστω δεν είναι εύκολο, με λόγους και διδασκαλίες να απομακρύνει κανείς χαρακτηριστικά που έχουν από παλιά ριζώσει στον χαρακτήρα ενός ανθρώπου· ίσως θα πρέπει να είμαστε ευχαριστημένοι αν, με παρόντα όλα αυτά που θεωρούνται προϋποθέσεις για να γίνουμε ενάρετοι άνθρωποι, καταφέρουμε να εξασφαλίσουμε ένα μερίδιο αρετής. |