ΡΗΤΟΡΙΚΗ [26] Πρώτα, ω άνδρες Αθηναίοι, εύχομαι σ᾽ όλους τους θεούς και στις θεές, να με κρίνετε σ᾽ αυτή τη δίκη με τόση ευμένεια, όση έχω κι εγώ για την πόλη και για όλους σας και να σας φωτίσουν οι θεοί να κλείσετε το στόμα στον αντίδικό μου και να μ᾽ αφήσετε εμένα να κάμω την κατηγορία όπως μου αρέσει καλύτερα. Μου φαίνεται ότι ανάμεσα στα λόγια που ακούω και στα όσα υποφέρω, υπάρχει μια αντίφαση, που δεν πρέπει να σας εξαπατήσει. Τα λόγια που θα σας πει ο κατηγορούμενος θα είναι απαράλλαχτα με τα δικά μου. Αλλά τα πράγματα θα ιδείτε πως θα φανούνε τέτοια, ώστε πρέπει να πάρω τα μέτρα μου για να μην πάθω και χειρότερα. Αλλά για να μη πολυλογώ, αφού το νερό τρέχει, αμέσως την κατηγορία. [27] Τον βρήκα λοιπόν εγώ αυτόν, ω άνδρες δικασταί, τον καιρό που ήταν ακόμη παιδαρέλι και μιλούσε βάρβαρη ακόμη γλώσσα και μόνο που δεν φορούσε το «μπισίνι», όπως το συνηθίζουν οι Ασσύριοι, να περιπλανάται στην Ιωνία και να μη ξέρει τί τέχνη να διαλέξει — και τον πήρα μαζί μου για να τον μάθω γράμματα. Αφού λοιπόν τον είδα καλό παιδί, μελετηρό κι αφοσιωμένο —δεν είχε βλέπετε ακόμη ψηλώσει τη μύτη του κι εθαύμαζε μόνον εμένα— εγκατέλειψα κι εγώ όλους τους άλλους, που ζητούσαν να με αποκτήσουν, πλούσιοι κι ωραίοι κι αριστοκράτες, κι αρραβώνιασα αυτόν τον αχάριστο, ένα νέο φτωχό κι ασήμαντο, και του ᾽δωσα για προίκα πολλούς και θαυμάσιους λόγους. Ύστερα, τον πήγα στους ομοφύλους μου, τον έγραψα και τον πολιτογράφησα. Όλοι όσοι με είχαν ζητήσει, πήγαιναν να σκάσουν από το κακό τους. Κι όταν αισθάνθηκε την επιθυμία να ταξιδέψει για να επιδείξει τί πλούτη τού είχε φέρει ο γάμος του με μένα, ούτε και τότε δεν παρέλειψα να πηγαίνω μαζί του πάντα, να τον ντύνω και να τον στολίζω, και να τον κάνω μεγάλο κι ένδοξο. Στην Ελλάδα και στην Ιωνία, όσα του έκαμα δεν είναι και σπουδαία. Ύστερα θέλησε να πάει στην Ιταλία. Μαζί του κι εγώ πέρασα το Ιόνιο πέλαγος, και στο τέλος μαζί πήγαμε στην Κελτική και τον έκαμα να προκόψει. Έως έναν καιρό, άκουγε πάντα ό,τι του έλεγα, κι ούτε μια νύχτα δεν μ᾽ άφησε να πλαγιάσω μοναχή. [28] Όταν ο κύριος χόρτασε ψωμί και νόμισε πως είχ᾽ εξασφαλισμένη πια τη φήμη του, ζάρωσε τα φρύδια του και ξιπάστηκε και δεν με κοιτάζει πια έμενα, αλλά τα ᾽φτιαξε μ᾽ αυτό τον γενάτο, τον Διάλογο, που εκμεταλλευόμενος το παρουσιαστικό του, λέει πως είναι γιος της Φιλοσοφίας. Τον ερωτεύθηκε λοιπόν αυτόν, κι ας είναι μεγαλύτερός του, και δεν ντρέπεται να κάθεται να κόβει τα άνετα κι ελεύθερα λόγια τα δικά μου και να κλείνεται μέσα στα μικρά και κωμικά ερωτήματα, κι αντί να λέει πλατιά κι ελεύθερα ό,τι του αρέσει, κάθεται και συλλαβίζει και πλέκει κάτι φρασούλες που δεν μπορούν ποτέ να του φέρουν επιδοκιμασία κι έπαινο, αλλά μόνο κανένα χαμόγελο στους ακροατές. Μερικοί χειροκροτούν με κάποιο δισταγμό, κινούν το κεφάλι, κι αναστενάζουν για όσα ακούνε. Τέτοια πράγματα του αρέσουν τώρα του προκομμένου, κι εμένα μ᾽ άφησε στα κρύα. Λένε όμως ότι ούτε και με τη νέα του συμπάθεια τα πηγαίνει καλά. Κάποια σοβαρή προσβολή θα του ᾽κανε σίγουρα και του Διαλόγου. [29] Ύστερ᾽ απ᾽ αυτά, πώς μπορεί να μην είναι αχάριστος και να μην παραβίασε τους νόμους, αυτός που έτσι ανάξια εγκατέλειψε τη νόμιμη γυναίκα του, που τον έκαμε ένδοξο και του πρόσφερε τόσα και τόσα, και ορέχτηκε καινούριες αγάπες; Κι όλ᾽ αυτά πότε; Σε μια εποχή που όλοι εμένα μόνο θαυμάζουν κι όλοι προστρέχουν στην προστασία μου. Εγώ όμως, αν και τόσοι με γυρεύουν και μου χτυπούν την πόρτα και με φωνάζουν, δεν αλλάζω γνώμη, ούτε την πόρτα τούς ανοίγω, γιατί βλέπω ότι, εκτός από φωνές, τίποτ᾽ άλλο δεν έχουν να μου φέρουν. Και μ᾽ όλ᾽ αυτά, δεν ξαναγυρίζει ο κύριος σε μένα, αλλ᾽ έχει τα μάτια του καρφωμένα στον αγαπητό του. Και τί, για τον θεό, περιμένει απ᾽ αυτόν, που τον βλέπει ότι δεν έχει τίποτ᾽ άλλο εκτός από το πανωφόρι του; Αυτά είχα να πω, ω άνδρες δικασταί. Τώρα, αν ο κύριος θέλει ν᾽ απολογηθεί κατά τη δική μου μέθοδο, δεν πρέπει να του το επιτρέψετε —γιατί θα ήταν άδικο να με χτυπήσει με το μαχαίρι που ακόνισα μοναχή μου— αλλά να τον υποχρεώσετε ν᾽ απολογηθεί κατά τη μέθοδο του Διαλόγου, αν μπορέσει. ΕΡΜΗΣ Αυτό που ζητάς, Ρητορική, δεν θα γίνει δεκτό. Πώς μπορεί, μόνος αυτός, να απολογηθεί κατά το σχήμα του διαλόγου; Ας μιλήσει λοιπόν κι αυτός στο σχήμα του μονολόγου.
|