[46] Στο τέλος ο Αλκιδάμαντας αναποδογύρισε το λυχνάρι και προξένησε μεγάλο σκοτάδι, με αποτέλεσμα τα πράγματα, όπως ήταν φυσικό, να γίνουν πολύ χειρότερα, μια και δεν μπόρεσαν εύκολα να βρουν άλλο φως. Διαπράχτηκαν λοιπόν πολλά και φοβερά μέσα στο σκοτάδι. Και όταν κάποτε επιτέλους εμφανίστηκε κάποιος φέρνοντας ένα λυχνάρι, ο Αλκιδάμαντας βρέθηκε να γυμνώνει την αυλητρίδα και να προσπαθεί να συνευρεθεί μαζί της με τη βία, ενώ ο Διονυσόδωρος πιάστηκε να κάνει κάτι άλλο γελοίο: Καθώς σηκώθηκε, του έπεσε μέσα από την αγκαλιά του ένα κύπελλο. Και, για να δικαιολογηθεί, ισχυρίστηκε πως ο Ίωνας το περιμάζεψε μέσα στη φασαρία και του το παρέδωσε, για να μη χαθεί· και ο Ίωνας επιβεβαίωνε με συγκατάβαση πως έτσι είχαν γίνει τα πράγματα. [47] Στο σημείο αυτό διαλύθηκε το συμπόσιο, που έπειτα από τα δάκρυα κατέληξε και πάλι σε γέλιο για τον Αλκιδάμαντα και τον Διονυσόδωρο και τον Ίωνα. Και οι τραυματισμένοι μεταφέρονταν έξω με φορεία σε άθλια κατάσταση, και ιδιαίτερα ο γέροντας Ζηνόθεμης, που με το ένα του χέρι κρατούσε τη μύτη και με το άλλο το μάτι του, κραυγάζοντας πως πεθαίνει από τους πόνους, ώστε ακόμη και ο Έρμωνας, παρόλο που είχε τα χάλια του —δύο δόντια τού είχαν πέσει από τα χτυπήματα—, διατύπωσε την αντίθετη άποψή του με την εξής επισήμανση: «Να θυμάσαι πάντως, Ζηνόθεμη, πως δεν θεωρείς “αδιάφορο” τον πόνο». Και ο γαμπρός, αφού πρώτα ο Διόνικος τού περιποιήθηκε το τραύμα, μεταφέρθηκε στο σπίτι του με το κεφάλι γεμάτο επιδέσμους, ξαπλωμένος στην άμαξα με την οποία σκόπευε να παραλάβει τη νύμφη· ήταν πικροί οι γάμοι που γιόρτασε ο ταλαίπωρος. Όσο για τους άλλους, ο Διόνικος τούς φρόντισε όσο μπορούσε, κι έπειτα άρχισαν να τους μεταφέρουν πηγαίνοντάς τους για ύπνο, ενώ οι περισσότεροι ξερνούσαν στη μέση του δρόμου. Ο Αλκιδάμαντας όμως έμεινε εκεί· δεν μπόρεσαν να τον βγάλουν τον άνθρωπο έξω, από τη στιγμή που με μιας ξάπλωσε διαγώνια στο κρεβάτι και κοιμήθηκε. [48] Αυτό ήταν, αγαπητέ μου Φίλωνα, το τέλος του συμποσίου· ή καλύτερα να προσθέσω εκείνο το τραγικό: Με πολλούς και διάφορους τρόπους λειτουργούν οι θεϊκές μας δυνάμεις, και ανέλπιστες είναι συνήθως των θεών οι βουλές και οι κρίσεις, και αυτά που περίμεναν όλοι δεν μας έγιναν πραγματικά· γιατί όντως απροσδόκητα εξελίχτηκαν κι αυτά. Εκείνο πάντως που εγώ έχω πια καταλάβει είναι πως δεν είναι ασφαλές για έναν άνθρωπο που δεν του αρέσουν οι καβγάδες να συμμετέχει σε συνεστίαση με τέτοιους φιλοσόφους.
|