ΤΕΙ. Κι αν είσαι βασιλιάς, θ᾽ αντιμιλήσω
σαν να ᾽μαστε όμοιοι· τόση δύναμη έχω.
410Τι δούλος σου δεν είμαι, αλλά του Φοίβου,
κι έτσι τον Κρέοντα δεν ποθώ προστάτη.
Και θα σ᾽ τα πω, γιατί δειλό με βρίζεις.
Συ αν βλέπεις, δε θωρείς τις συφορές σου,
ούτε πού ζεις, ούτε με ποιούς φωλιάζεις.
Ξέρεις ποιά είναι η γενιά σου; Εχτρό πως σ᾽ έχουν
νεκροί οι δικοί σου ή ζωντανοί, δε νιώθεις,
κι απ᾽ τη γη αυτή πως μάνας και πατέρα
θα σε διώξει άγρια, δίκοπη κατάρα,
κι αν βλέπεις τώρα φως, θα δεις σκοτάδι.
420Ποιά ραχούλα, ποιός τότε Κιθαιρώνας
απ᾽ το βόγκο σου δε θ᾽ αντιβουίσει
το γάμο σου άμα δεις, τί αραξοβόλι
πλανερό στο καλό ταξίδι σου ήταν;
Και πλήθος άλλες συφορές δε νιώθεις,
που όμοιο με τα παιδιά σου θα σε κάνουν
και με σένα. Τον Κρέοντα ύστερα βρίζε
κι αυτά που λέω. Κι όμως ποτέ θνητός
χειρότερα από σε δε θα ρημάξει.
ΟΙΔ. Βαστά κανείς ν᾽ ακούει πια τέτοια λόγια;
430Στην οργή, λέω, γρήγορα. Σήκω, χάσου
απ᾽ το σπίτι, απ᾽ τα μάτια μου για πάντα.
ΤΕΙ. Δε θα ᾽ρχόμουνα, εσύ αν δε μ᾽ είχες κράξει.
ΟΙΔ. Δεν ήξερα άμυαλα έτσι πως θα ελάλεις,
δε θα σ᾽ έφερνα αλλιώς στο σπιτικό μου.
ΤΕΙ. Τέτοιοι είμαστε, για σένα άμυαλοι, ως είπες,
μα γνωστικοί γι᾽ αυτούς που σε γεννήσαν.
ΟΙΔ. Για ποιούς; Μη φεύγεις. Ποιού θνητού είμαι γέννα;
ΤΕΙ. Θα γεννηθείς και θα χαθείς απόψε.
ΟΙΔ. Σκοτεινά αινίγματα όλοι σου είναι οι λόγοι.
440ΤΕΙ. Για λύση τους δεν είσαι τάχα ο πρώτος;
ΟΙΔ. Γέλα έτσι ό,τι μεγάλον μ᾽ έχει δείξει.
ΤΕΙ. Αυτή η τύχη σου, ωστόσο, ήταν χαμός σου.
ΟΙΔ. Αφού έσωσα τη χώρα, δε με νοιάζει.
|