Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΞΕΝΟΦΩΝ

Οἰκονομικός (6.1-21.12)


[6.1] Ἀλλὰ ταῦτα μέν, ἔφη, ὦ Σώκρατες, καλῶς μοι δοκεῖς λέγειν κελεύων πειρᾶσθαι σὺν τοῖς θεοῖς ἄρχεσθαι παντὸς ἔργου, ὡς τῶν θεῶν κυρίων ὄντων οὐδὲν ἧττον τῶν εἰρηνικῶν ἢ τῶν πολεμικῶν ἔργων. ταῦτα μὲν οὖν πειρασόμεθα οὕτω ποιεῖν. σὺ δ᾽ ἡμῖν ἔνθεν λέγων περὶ τῆς οἰκονομίας ἀπέλιπες, πειρῶ τὰ τούτων ἐχόμενα διεκπεραίνειν, ὡς καὶ νῦν μοι δοκῶ ἀκηκοὼς ὅσα εἶπες μᾶλλόν τι ἤδη διορᾶν ἢ πρόσθεν ὅ τι χρὴ ποιοῦντα βιοτεύειν.
[6.2] Τί οὖν, ἔφη ὁ Σωκράτης, ἄρα, εἰ πρῶτον μὲν ἐπανέλθοιμεν ὅσα συνομολογοῦντες διεληλύθαμεν, ἵν᾽, ἄν πως δυνώμεθα, πειραθῶμεν οὕτω καὶ τὰ λοιπὰ διεξιέναι συνομολογοῦντες;
[6.3] Ἡδὺ γοῦν ἐστιν, ἔφη ὁ Κριτόβουλος, ὥσπερ καὶ χρημάτων κοινωνήσαντας ἀναμφιλόγως διελθεῖν, οὕτω καὶ λόγων κοινωνοῦντας περὶ ὧν ἂν διαλεγώμεθα συνομολογοῦντας διεξιέναι.
[6.4] Οὐκοῦν, ἔφη ὁ Σωκράτης, ἐπιστήμης μέν τινος ἔδοξεν ἡμῖν ὄνομα εἶναι ἡ οἰκονομία, ἡ δὲ ἐπιστήμη αὕτη ἐφαίνετο ᾗ οἴκους δύνανται αὔξειν ἄνθρωποι, οἶκος δ᾽ ἡμῖν ἐφαίνετο ὅπερ κτῆσις ἡ σύμπασα, κτῆσιν δὲ τοῦτο ἔφαμεν εἶναι ὅ τι ἑκάστῳ εἴη ὠφέλιμον εἰς τὸν βίον, ὠφέλιμα δὲ ὄντα ηὑρίσκετο πάντα ὁπόσοις τις ἐπίσταιτο χρῆσθαι. [6.5] πάσας μὲν οὖν τὰς ἐπιστήμας οὔτε μαθεῖν οἷόν τε ἡμῖν ἐδόκει, συναπεδοκιμάζομέν τε ταῖς πόλεσι τὰς βαναυσικὰς καλουμένας τέχνας, ὅτι καὶ τὰ σώματα καταλυμαίνεσθαι δοκοῦσι καὶ τὰς ψυχὰς καταγνύουσι. [6.6] τεκμήριον δὲ σαφέστατον γενέσθαι ἂν τούτου ἔφαμεν, εἰ πολεμίων εἰς τὴν χώραν ἰόντων διακαθίσας τις τοὺς γεωργοὺς καὶ τοὺς τεχνίτας χωρὶς ἑκατέρους ἐπερωτῴη πότερα δοκεῖ ἀρήγειν τῇ χώρᾳ ἢ ὑφεμένους τῆς γῆς τὰ τείχη διαφυλάττειν. [6.7] οὕτως γὰρ ἂν τοὺς μὲν ἀμφὶ γῆν ἔχοντας ᾠόμεθ᾽ ἂν ψηφίζεσθαι ἀρήγειν, τοὺς δὲ τεχνίτας μὴ μάχεσθαι, ἀλλ᾽ ὅπερ πεπαίδευνται καθῆσθαι μήτε πονοῦντας μήτε κινδυνεύοντας. [6.8] ἐδοκιμάσαμεν δὲ ἀνδρὶ καλῷ τε κἀγαθῷ ἐργασίαν εἶναι καὶ ἐπιστήμην κρατίστην γεωργίαν, ἀφ᾽ ἧς τὰ ἐπιτήδεια ἄνθρωποι πορίζονται. [6.9] αὕτη γὰρ ἡ ἐργασία μαθεῖν τε ῥᾴστη ἐδόκει εἶναι καὶ ἡδίστη ἐργάζεσθαι, καὶ τὰ σώματα κάλλιστά τε καὶ εὐρωστότατα παρέχεσθαι, καὶ ταῖς ψυχαῖς ἥκιστα ἀσχολίαν παρέχειν φίλων τε καὶ πόλεων συνεπιμελεῖσθαι. [6.10] συμπαροξύνειν δέ τι ἐδόκει ἡμῖν καὶ εἰς τὸ ἀλκίμους εἶναι ἡ γεωργία ἔξω τῶν ἐρυμάτων τὰ ἐπιτήδεια φύουσά τε καὶ τρέφουσα τοὺς ἐργαζομένους. διὰ ταῦτα δὲ καὶ εὐδοξοτάτη εἶναι πρὸς τῶν πόλεων αὕτη ἡ βιοτεία, ὅτι καὶ πολίτας ἀρίστους καὶ εὐνουστάτους παρέχεσθαι δοκεῖ τῷ κοινῷ.


[6.1] ΚΡΙΤΟΒΟΥΛΟΣ. Σωκράτη, νομίζω αυτά τα λες σωστά. Με προτρέπεις να προσπαθώ ν᾽ αρχίζω κάθε δραστηριότητά μου με τη βοήθεια των θεών, με τη σκέψη ότι οι θεοί είναι εξίσου παντοδύναμοι στις ειρηνικές και πολεμικές εργασίες. Όσα είπαμε, λοιπόν, θα προσπαθήσουμε να τα εφαρμόσουμε κατά γράμμα. Εσύ όμως, από εκεί που σταμάτησες να μιλάς για την οικιακή οικονομία, προσπάθησε τη συνέχεια να την φτάσεις ως το τέλος, γιατί τώρα μόνο νομίζω ότι, αφού άκουσα τις εξηγήσεις σου, διακρίνω κιόλας περισσότερο από ό,τι πρωτύτερα τί πρέπει να κάνω για να κερδίσω τα προς το ζην.
[6.2] ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Τί, τέλος πάντων, νομίζεις, αν επαναλάβουμε όσα έχουμε συζητήσει και συμφωνήσει, κατόπιν να προσπαθήσουμε, αν βέβαια τα καταφέρουμε, όντας σύμφωνοι να εξετάσουμε και τα υπόλοιπα με τον ίδιο τρόπο;
[6.3] ΚΡΙΤΟΒΟΥΛΟΣ. Είναι ευχάριστο πραγματικά, όπως για παράδειγμα αν είχαμε από κοινού οικονομικούς λογαριασμούς θα τους συζητούσαμε χωρίς φιλονικίες, έτσι επίσης με μια συζήτηση από κοινού να τελειώσουμε συμφωνώντας για όσα ενδεχομένως θα συζητούσαμε από εδώ πέρα.
[6.4] ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Λοιπόν, η οικιακή οικονομία μάς έδωσε την εντύπωση πως είναι το όνομα μιας τέχνης, και αυτή η τέχνη φαινόταν ότι είναι εκείνη με την οποία οι άνθρωποι μπορούν ν᾽ αυξάνουν την περιουσία τους. «Οίκος» φαινόταν σ᾽ εμάς ότι είναι όλα γενικά τα κτήματα, κτήμα ισχυριζόμασταν πως είναι αυτό που είναι ωφέλιμο για τον καθένα στη ζωή του, ενώ ανακαλύψαμε πως είναι ωφέλιμα όλα εκείνα όσα ο καθένας ξέρει να χρησιμοποιεί καλά στη ζωή του. [6.5] Κρίναμε ότι είναι αδύνατο να μάθουμε όλες τις τέχνες, και σε συμφωνία με τους πολίτες αποδοκιμάζαμε τις τέχνες τις λεγόμενες χειρωνακτικές, γιατί υπάρχει κοινή πεποίθηση ότι καταστρέφουν εντελώς τα σώματα και συντρίβουν τις ψυχές. [6.6] Ακόμη, συζητούσαμε πως η πιο ξεκάθαρη απόδειξη για την αξία της γεωργικής τέχνης θα ήταν, αν ενδεχομένως γινόταν επιδρομή των εχθρών στη χώρα και κάποιος τοποθετούσε σε δύο ομάδες τους γεωργούς και τους τεχνίτες και τους ρωτούσε ξεχωριστά τί τους φαίνεται καλύτερο, να υπερασπίσουν τη γη των χωραφιών τους ή να φύγουν από τα χωράφια και να προστατεύσουν τα τείχη. [6.7] Σ᾽ αυτήν την περίπτωση θα μπορούσαμε να κάνουμε την εξής υπόθεση: αυτοί που εργάζονται στη γη θα αποφάσιζαν με την ψήφο τους να υπερασπίσουν τη γη τους, ενώ οι τεχνίτες να μην πολεμούν, αλλά να κάθονται όπως έχουν εκπαιδευθεί, χωρίς ούτε να κοπιάζουν ούτε να κινδυνεύουν στη μάχη. [6.8] Εκτιμήσαμε ακόμη ότι η γεωργία είναι η πιο καλή εργασία και τέχνη για έναν «καλό και αγαθό» πολίτη —δηλαδή υποδειγματικό—, με αυτήν οι άνθρωποι προμηθεύονται τα αναγκαία για τη ζωή τους. [6.9] Αυτή η εργασία, παραδεχόμασταν, ότι είναι η πιο εύκολη να την μάθει κανείς και η πιο ευχάριστη να την εξασκεί· ακόμη, προσφέρει στο σώμα μας την πιο μεγάλη ομορφιά και δύναμη, επίσης δίνει την ελευθερία στο πνεύμα μας, ώστε να φροντίζουμε το ίδιο τους φίλους και τις πόλεις μας. [6.10] Κρίναμε ακόμη ότι η γεωργία παρακινεί στο να είναι οι εργαζόμενοι γεωργοί ρωμαλέοι· για χάρη τους παράγει, έξω από τα προφυλαγμένα τείχη της πόλης, τα αναγκαία τρόφιμα και τους διατρέφει με αυτά. Γι᾽ αυτούς τους λόγους, αυτός ο τρόπος ζωής έχει πολύ καλή φήμη στις πόλεις. Η προσφορά του στο κοινό καλό είναι φανερή: πολίτες άριστοι, βαθιά αφοσιωμένοι στην πόλη τους.