[20.1] Στον στρατό του Δαρείου ήταν κάποιος εξόριστος Μακεδόνας, ο Αμύντας, που γνώριζε την ιδιοσυγκρασία του Αλέξανδρου. [20.2] Αυτός, όταν είδε ότι ο Δαρείος ήταν αποφασισμένος να βαδίσει εναντίον του Αλέξανδρου μέσα από τα στενά, τον παρακαλούσε να μείνει στις θέσεις του και να δώσει αποφασιστική μάχη σε πεδιάδες πλατιές και ανοιχτές με την πολυπληθή δύναμή του εναντίον μικρότερου αριθμού εχθρών. [20.3] Όταν ο Δαρείος τού απάντησε πως φοβόταν μήπως του ξεφύγουν οι εχθροί και γλιτώσει ο Αλέξανδρος, του είπε: «Γι᾽ αυτό τουλάχιστον, βασιλιά, μην ανησυχείς, γιατί θα βαδίσει εκείνος εναντίον σου και αυτή τη στιγμή ίσως βαδίζει». [20.4] Ο Αμύντας δεν τον έπειθε με αυτά που έλεγε· έτσι ο Δαρείος ξεκίνησε και προχωρούσε μέσα στο έδαφος της Κιλικίας· συγχρόνως όμως και ο Αλέξανδρος προχωρούσε στη Συρία εναντίον του. [20.5] Κατά τη νύχτα αυτή δεν συνάντησαν ο ένας τον άλλον και γύρισαν πίσω, ο Αλέξανδρος ευχαριστημένος με την ευνοϊκή γι᾽ αυτόν σύμπτωση και σπεύδοντας να τον συναντήσει στα στενά, ο Δαρείος να φτάσει στις προηγούμενες θέσεις του στρατοπέδου, να πάρει από εκεί τη δύναμη και να τη βγάλει από τα στενά. [20.6] Γιατί ήδη είχε αντιληφθεί ότι είχε προχωρήσει, αντίθετα προς το συμφέρον του, σε μέρη ακατάλληλα για το ιππικό του λόγω της θάλασσας, των βουνών και του Πινάρου ποταμού, που κυλάει ανάμεσά τους, περιοχές που είναι χωρισμένες σε πολλά σημεία και είναι κατάλληλες για εχθρούς που είναι ολιγάριθμοι. [20.7] Η τύχη πρόσφερε στον Αλέξανδρο τον κατάλληλο τόπο· καλύτερα όμως από την προσφορά της τύχης, όσον αφορά στη νίκη, συνετέλεσε η στρατηγική του ικανότητα, [20.8] γιατί, αν και υστερούσε σε σχέση με τους βαρβάρους τόσο πολύ ως προς την αριθμητική δύναμη, δεν έδωσε σε εκείνους τη δυνατότητα να τον κυκλώσουν· απεναντίας, ο ίδιος με το δεξιό άκρο της παράταξής του, υπερφαλαγγίζοντας το αριστερό του εχθρού και ευρισκόμενος στα πλάγια, έτρεψε σε φυγή τους απέναντί του βαρβάρους μαχόμενος μεταξύ των πρώτων, με αποτέλεσμα να τραυματιστεί στον μηρό από τον Δαρείο, όπως λέει ο Χάρης — γιατί είχαν συγκρουστεί μεταξύ τους. [20.9] Ο Αλέξανδρος όμως, γράφοντας στον Αντίπατρο για τη μάχη, δεν είχε πει ποιος ήταν αυτός που τον τραυμάτισε· απλώς είχε γράψει ότι χτυπήθηκε στον μηρό με σπαθί, αλλά από το τραύμα δεν προέκυψε τίποτε το σοβαρό. [20.10] Παρόλο όμως που πέτυχε νίκη λαμπρή και κατατρόπωσε εκατόν δέκα χιλιάδες εχθρούς, δεν συνέλαβε τον Δαρείο, γιατί είχε προλάβει να απομακρυνθεί τέσσερα ή πέντε στάδια, πήρε όμως το άρμα και το τόξο του και επέστρεψε. [20.11] Βρήκε τους Μακεδόνες να λεηλατούν τον πλούτο του βαρβαρικού στρατοπέδου, που ήταν υπερβολικά πολύς, μόλο που είχαν πάρει μέρος στη μάχη όντας ελαφρά οπλισμένοι και είχαν αφήσει τις περισσότερες αποσκευές τους στη Δαμασκό. Τη σκηνή όμως του Δαρείου την είχαν εξαιρέσει για εκείνον, καθώς ήταν γεμάτη με λαμπρούς υπηρέτες, έπιπλα και πολλούς θησαυρούς. [20.12] Έβγαλε αμέσως την πολεμική στολή και, κατευθυνόμενος προς το λουτρό, είπε: «Ας πάμε στο λουτρό του Δαρείου για να ξεπλύνουμε τον ιδρώτα από τη μάχη». Τότε κάποιος από τους φίλους του είπε: «μα τον Δία, στο λουτρό του Αλέξανδρου· γιατί τα πράγματα των ηττημένων πρέπει να ανήκουν στον νικητή και να ονομάζονται του νικητή». [20.13] Είδε λεκάνες και υδρίες και λουτήρες και μυροδοχεία, όλα από χρυσό και καλοδουλεμένα, και τον χώρο να μυρίζει θεσπέσια από αρώματα και μύρα· στη συνέχεια μπήκε στη σκηνή, που άξιζε να τη θαυμάσει κανείς τόσο για το ύψος όσο και το μέγεθός της αλλά και για τα στρώματα και τα τραπέζια και όσα κοσμούσαν το δείπνο· τότε κοίταξε τους φίλους του και είπε: «αυτό ήταν, καθώς φαίνεται, το να είσαι βασιλιάς». [21.1] Την ώρα που ο Αλέξανδρος πήγαινε για το δείπνο, του είπε κάποιος ότι μεταξύ των αιχμαλώτων ήταν η μητέρα, η γυναίκα και δυο ανύπαντρες κόρες του Δαρείου, που, όταν είδαν το άρμα και τα τόξα, χτυπούσαν το στήθος και θρηνούσαν, με την ιδέα ότι εκείνος είχε σκοτωθεί. [21.2] Ο Αλέξανδρος λοιπόν, μένοντας σιωπηλός για αρκετή ώρα, λυπημένος πιο πολύ για την τύχη εκείνων παρά χαρούμενος για τη δική του, έστειλε τον Λεοννάτο με τη διαταγή να τους αναγγείλει ότι ούτε ο Δαρείος έχει σκοτωθεί ούτε αυτές πρέπει να φοβούνται τον Αλέξανδρο, γιατί αυτός πολεμά εναντίον του Δαρείου για την ηγεμονία, ενώ εκείνες θα έχουν τα πάντα για τα οποία θεωρούνταν άξιες όσο ήταν βασιλιάς ο Δαρείος. [21.3] Τα λόγια αυτά του Αλέξανδρου φάνηκαν στις γυναίκες ευγενικά και καλά· αλλά ακόμη περισσότερο οι φιλάνθρωπες πράξεις του. [21.4] Γιατί επέτρεψε σ᾽ αυτές να θάψουν όσους Πέρσες ήθελαν, κάνοντας χρήση ενδυμάτων και κτερισμάτων από τα λάφυρα· από τις ίδιες δεν αφαίρεσε το παραμικρό από τις περιποιήσεις και τις τιμές που είχαν, έπαιρναν μάλιστα πιο μεγάλες επιχορηγήσεις από όσες προηγουμένως. [21.5] Η πιο ωραία όμως και πιο βασιλική χάρη εκ μέρους του σε γυναίκες από ευγενική γενιά και συνετές, που υπήρξαν αιχμάλωτες, ήταν το ότι δεν άκουσαν ούτε υποπτεύτηκαν ούτε περίμεναν να τους συμβεί κάτι αισχρό· αντίθετα, τις φύλαγαν σε ιερούς και αγιασμένους χώρους για παρθένες, σαν να μη βρίσκονταν σε εχθρικό στρατόπεδο, και ζούσαν κρυφά και μακριά από τα βλέμματα των άλλων. [21.6] Λένε ότι η γυναίκα του Δαρείου ήταν η πιο όμορφη από όλες τις βασίλισσες, όπως, άλλωστε, και ο ίδιος ο Δαρείος ο πιο όμορφος και ο πιο ψηλός από τους άνδρες, τα δε κορίτσια είχαν μοιάσει στους γονείς τους. [21.7] Αλλά ο Αλέξανδρος, θεωρώντας, όπως φαίνεται, βασιλικότερο το να αυτοκυριαρχείται από το να νικά τους εχθρούς, ούτε αυτές άγγιξε ούτε γνώρισε άλλη γυναίκα πριν από τον γάμο του εκτός από τη Βαρσίνη. [21.8] Αυτή είχε μείνει χήρα μετά τον θάνατο του Μέμνονα και είχε συλληφθεί στα περίχωρα της Δαμασκού. [21.9] Μαθεύτηκε γι᾽ αυτήν ότι είχε λάβει ελληνική παιδεία και ήταν σπουδαία για την ομορφιά και τον χαρακτήρα της, από πατέρα τον Αρτάβαζο, γιο θυγατέρας του βασιλιά. Σύμφωνα με τον Αριστόβουλο, εκείνος που προέτρεψε τον Αλέξανδρο να γνωρίσει αυτή την ωραία και από ευγενική καταγωγή γυναίκα ήταν ο Παρμενίων. [21.10] Βλέποντας ο Αλέξανδρος ότι οι αιχμάλωτες ήταν όλες γενικά εκπληκτικά όμορφες και υψηλόκορμες, έλεγε αστειευόμενος ότι οι Περσίδες είναι βάσανο για τα μάτια. [21.11] Αντιμετωπίζοντας όμως την ωραία μορφή εκείνων με την ομορφιά της δικής του αυτοκυριαρχίας και της σωφροσύνης, τις απομάκρυνε σαν άψυχες μορφές αγαλμάτων.
|