[4.1.1] Το επόμενο καλοκαίρι, την εποχή που βγαίνει το σιτάρι, δέκα καράβια των Συρακουσίων κι άλλα τόσα των Λοκρών πήγαν στην Μεσσήνη της Σικελίας όπου τους είχαν καλέσει οι κάτοικοι και κατέλαβαν την πολιτεία. Έτσι αποστάτησε η Μεσσήνη από τους Αθηναίους. [4.1.2] Ο κύριος λόγος που έκανε τους Συρακουσίους να ενεργήσουν ήταν ότι η Μεσσήνη εθεωρείτο το κλειδί της Σικελίας και φοβόνταν μήπως κάποτε οι Αθηναίοι την κάνουν ορμητήριό τους και, από εκεί τους χτυπήσουν με μεγαλύτερες δυνάμεις. Τους Λοκρούς τους εξώθησε η έχθρα τους για τους Ρηγίνους, τους οποίους έτσι θα μπορούσαν να πολεμούν και από στεριά και από θάλασσα. [4.1.3] Γι᾽ αυτό και είχαν κάνει, ταυτόχρονα, εισβολή με όλο τους τον στρατό στο έδαφος των Ρηγίνων, για να τους εμποδίσουν να στείλουν στρατό στην Μεσσήνη. Τους παρακίνησαν σ᾽ αυτό και οι φυγάδες απ᾽ το Ρήγιον που είχαν καταφύγει κοντά τους. Το Ρήγιον βρισκόταν από καιρό σ᾽ εμφύλιο πόλεμο και δεν ήταν σε θέση ν᾽ αντισταθεί στους Λοκρούς οι οποίοι, γι᾽ αυτό, έκαναν τις επιθέσεις τους αδίστακτα. [4.1.4] Αφού ερήμωσαν την γη, οι Λοκροί αποσύρθηκαν, αλλά τα καράβια τους έμειναν στην Μεσσήνη. Ετοίμαζαν, άλλωστε, κι άλλα καράβια ώστε, έχοντας την Μεσσήνη για ορμητήριο, να κάνουν από εκεί τις επιδρομές τους. [4.2.1] Την ίδια, περίπου, εποχή της άνοιξης, προτού αρχίσει να ωριμάζει το σιτάρι, οι Πελοποννήσιοι και οι σύμμαχοί τους έκαναν εισβολή στην Αττική. Αρχηγός τους ήταν ο Άγις του Αρχιδάμου, βασιλεύς των Λακεδαιμονίων. Έστησαν στρατόπεδο και άρχισαν να καταστρέφουν την γη. [4.2.2] Οι Αθηναίοι έστειλαν στην Σικελία τα σαράντα καράβια που είχαν ετοιμάσει και τους δύο άλλους στρατηγούς, τον Ευρυμέδοντα και τον Σοφοκλή. Ο τρίτος, ο Πυθόδωρος, είχε κιόλας φτάσει στην Σικελία. [4.2.3] Έδωσαν διαταγή στους δύο στρατηγούς, όταν θα παραπλέουν την Κέρκυρα, να βοηθήσουν τους Κερκυραίους που ήσαν μέσα στην πολιτεία, γιατί τους δημιουργούσαν δυσκολίες οι φυγάδες που κρατούσαν τα βουνά. Οι Πελοποννήσιοι είχαν κιόλας στείλει εξήντα καράβια για να βοηθήσουν τους φυγάδες. Μεγάλη πείνα βασάνιζε την πολιτεία και οι Πελοποννήσιοι νόμιζαν ότι εύκολα θα επιβληθούν. [4.2.4] Ο Δημοσθένης, ο οποίος, μετά την επιστροφή του από την Ακαρνανία, δεν είχε κανένα αξίωμα, ζήτησε κι έλαβε την άδεια να χρησιμοποιήσει τα σαράντα καράβια όπως θα νόμιζε καλύτερα, όσο θα παραπλέαν την Πελοπόννησο. [4.3.1] Όταν παραπλέαν τις ακτές της Λακωνικής κι έμαθαν ότι τα πελοποννησιακά καράβια ήσαν κιόλας στην Κέρκυρα, ο Σοφοκλής και ο Ευρυμέδων ήθελαν να φτάσουν εκεί όσο μπορούσαν γρηγορότερα, ενώ ο Δημοσθένης επέμενε να σταματήσουν πρώτα στην Πύλο και, αφού την οχυρώσουν, να εξακολουθήσουν τον δρόμο τους. Αλλά ενώ οι δύο εξακολουθούσαν να έχουν αντιρρήσεις, έτυχε να σηκωθεί μεγάλη τρικυμία που ανάγκασε τον στόλο να καταφύγει στην Πύλο. [4.3.2] Ο Δημοσθένης ζήτησε αμέσως, επιτακτικά, να οχυρώσουν το μέρος. Είπε πως γι᾽ αυτό το σκοπό είχε συνοδεύσει τον στόλο και τους έδειχνε ότι υπήρχαν σε αφθονία ξύλα και πέτρες και ότι το μέρος ήταν φυσικά οχυρό και ακατοίκητο, καθώς και η περιοχή, σε μεγάλη ακτίνα. Η Πύλος απέχει τετρακόσια, περίπου, στάδια από την Σπάρτη και βρίσκεται στο έδαφος της άλλοτε Μεσσηνίας. Οι Λακεδαιμόνιοι την ονομάζουν Κορυφάσιον. [4.3.3] Του αποκρίθηκαν ότι υπάρχουν πολλά έρημα ακρωτήρια στην Πελοπόννησο που θα μπορούσε να οχυρώσει ο Δημοσθένης αν ήθελε να δημιουργεί έξοδα για την Αθήνα. Αλλά εκείνος πίστευε ότι το μέρος αυτό ήταν πολύ καταλληλότερο από κάθε άλλο. Είχε λιμάνι και οι Μεσσήνιοι, άλλοτε κάτοικοι της περιοχής, που μιλούσαν την ίδια γλώσσα με τους Λακεδαιμονίους, θα μπορούσαν, με ορμητήριο την Πύλο, να τους προξενούν μεγάλες ζημίες στο έδαφός τους και να είναι οι ασφαλέστεροι φρουροί της τοποθεσίας. [4.4.1] Δεν μπόρεσε, όμως, να πείσει ούτε τους στρατηγούς ούτε τους ταξίαρχους και τους στρατιώτες στους οποίους αυτοί εξήγησαν το σχέδιό του και έτσι το εκστρατευτικό σώμα έμενε αργό (επειδή ο καιρός δεν άφηνε τα καράβια να βγουν) έως ότου οι ίδιοι οι στρατιώτες βαρέθηκαν να μένουν με σταυρωμένα τα χέρια και τους ήρθε η διάθεση να μοιραστούν σε ομάδες και να οχυρώσουν την τοποθεσία. [4.4.2] Έπιασαν δουλειά και επειδή δεν είχαν σιδερένια εργαλεία για να λαξεύουν τις πέτρες, τις διάλεγαν μια μια και τις αρμολογούσαν καθώς τύχαινε να ταιριάζει το σχήμα τους. Όπου ήταν ανάγκη να χρησιμοποιούν λάσπη, επειδή δεν είχαν σκάφες, την κουβαλούσαν στην πλάτη τους, σκύβοντας βαθιά για να μπορούν να φορτώνονται πολύ και σταυρώνοντας πισώπλατα τα χέρια τους για να μην χύνεται η λάσπη. [4.4.3] Βιάστηκαν με κάθε τρόπο να προλάβουν να οχυρώσουν τα πιο επικίνδυνα σημεία, προτού έρθουν και τους επιτεθούν οι Λακεδαιμόνιοι. Το μεγαλύτερο μέρος της τοποθεσίας ήταν απόκρημνο και δεν ήταν ανάγκη να τειχιστεί. [4.5.1] Οι Λακεδαιμόνιοι έτυχε να έχουν κάποια θρησκευτική γιορτή και όταν έμαθαν την είδηση δεν ανησύχησαν, πιστεύοντας ότι άμα εκστρατεύσουν, είτε οι Αθηναίοι δεν θ᾽ αντισταθούν διόλου και θ᾽ αποσυρθούν, είτε οι ίδιοι θα κυριέψουν εύκολα την τοποθεσία. Αλλά τους καθυστέρησε και το ότι ο στρατός τους ήταν ακόμα στην Αττική. [4.5.2] Οι Αθηναίοι, σ᾽ έξι μέρες μέσα, οχύρωσαν το μέρος προς την στεριά και τα σημεία εκείνα που ήταν απαραίτητο να ενισχυθούν. Άφησαν εκεί τον Δημοσθένη με πέντε καράβια —φρουρά του οχυρού— και με τον υπόλοιπο στόλο συνέχισαν βιαστικά τον δρόμο τους προς την Κέρκυρα και την Σικελία.
|