Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ

Παναθηναϊκός (12) (97-107)


[97] Πλεῖστοι μὲν οὖν κατηγοροῦσιν ἀμφοῖν τοῖν πολέοιν, ὅτι προσποιούμεναι κινδυνεῦσαι πρὸς τοὺς βαρβάρους ὑπὲρ τῶν Ἑλλήνων οὐκ εἴασαν τὰς πόλεις αὐτονόμους εἶναι καὶ διοικήσαι τὰ σφέτερ᾽ αὐτῶν, ὅπως ἑκάστῃ συνέφερεν, ἀλλ᾽ ὥσπερ αἰχμαλώτους εἰληφυῖαι διελόμεναι κατεδουλώσαντο πάσας αὐτὰς, καὶ παραπλήσιον ἐποίησαν τοῖς παρὰ μὲν τῶν ἄλλων τοὺς οἰκέτας εἰς ἐλευθερίαν ἀφαιρουμένοις, σφίσι δ᾽ αὐτοῖς δουλεύειν ἀναγκάζουσιν. [98] Τοῦ δὲ λέγεσθαι ταῦτα καὶ πολὺ πλείω καὶ πικρότερα τούτων οὐχ ἡμεῖς αἴτιοι γεγόναμεν, ἀλλ᾽ οἱ νῦν μὲν ἐν τοῖς λεγομένοις ἡμῖν ἀντιτεταγμένοι, τὸν δ᾽ ἄλλον χρόνον ἐν τοῖς πραττομένοις ἅπασιν. Τοὺς μὲν γὰρ ἡμετέρους προγόνους οὐδεὶς ἂν ἐπιδείξειεν ἐν τοῖς ἐπέκεινα χρόνοις τοῖς ἀναριθμήτοις οὐδεμιᾶς πόλεως οὔτε μείζονος οὔτ᾽ ἐλάττονος ἄρχειν ἐπιχειρήσαντας· Λακεδαιμονίους δὲ πάντες ἴσασιν, ἐξ οὗπερ εἰς Πελοπόννησον εἰσῆλθον, οὐδὲν ἄλλο πράττοντας οὐδὲ βουλευομένους πλὴν ὅπως μάλιστα μὲν ἁπάντων ἄρξουσιν, εἰ δὲ μὴ, Πελοποννησίων. [99] Ἀλλὰ μὴν καὶ τὰς στάσεις καὶ τὰς σφαγὰς καὶ τὰς τῶν πολιτειῶν μεταβολὰς, ἃς ἀμφοτέροις τινὲς ἡμῖν ἐπιφέρουσιν, ἐκεῖνοι μὲν ἂν φανεῖεν ἁπάσας τὰς πόλεις πλὴν ὀλίγων μεστὰς πεποιηκότες τῶν τοιούτων συμφορῶν καὶ νοσημάτων, τὴν δ᾽ ἡμετέραν πόλιν οὐδεὶς ἂν οὐδ᾽ εἰπεῖν τολμήσειεν πρὸ τῆς ἀτυχίας τῆς ἐν Ἑλλησπόντῳ γενομένης ὡς τοιοῦτον ἐν τοῖς συμμάχοις τι διαπραξαμένην. [100] Ἀλλ᾽ ἐπειδὴ Λακεδαιμόνιοι κύριοι καταστάντες τῶν Ἑλλήνων πάλιν ἐξέπιπτον ἐκ τῶν πραγμάτων. ἐν τούτοις τοῖς καιροῖς στασιαζουσῶν τῶν ἄλλων πόλεων δύ᾽ ἢ τρεῖς τῶν στρατηγῶν τῶν ἡμετέρων, —οὐ γὰρ ἀποκρύψομαι τἀληθὲς—, ἐξήμαρτον περί τίνας αὐτῶν ἐλπίζοντες, ἢν μιμήσωνται τὰς Σπαρτιατῶν πράξεις, μᾶλλον αὐτὰς δυνήσεσθαι κατασχεῖν. [101] Ὥστε δικαίως ἂν ἐκείνοις μὲν ἅπαντες ἐγκαλέσειαν ὡς ἀρχηγοῖς γεγενημένοις καὶ διδασκάλοις τῶν τοιούτων ἔργων, τοῖς δ᾽ ἡμετέροις ὥσπερ τῶν μαθητῶν τοῖς ὑπὸ τῶν ὑπισχνουμένων ἐξηπατημένοις καὶ διημαρτηκόσι τῶν ἐλπίδων εἰκότως ἂν συγγνώμην ἔχοιεν.
[102] Τὸ τοίνυν τελευταῖον, ὃ μόνοι καὶ καθ᾽ αὑτοὺς ἔπραξαν, τίς οὐκ οἶδεν, ὅτι κοινῆς ἡμῖν τῆς ἔχθρας ὑπαρχούσης τῆς πρὸς τοὺς βαρβάρους καὶ τοὺς βασιλέας αὐτῶν, ἡμεῖς μὲν ἐν πολέμοις πολλοῖς γιγνόμενοι καὶ μεγάλαις συμφοραῖς ἐνίοτε περιπίπτοντες καὶ τῆς χώρας ἡμῶν θαμὰ πορθουμένης καὶ τεμνομένης οὐδεπώποτ᾽ ἐβλέψαμεν πρὸς τὴν ἐκείνων φιλίαν καὶ συμμαχίαν, ἀλλ᾽ ὑπὲρ ὧν τοῖς Ἕλλησιν ἐπεβούλευσαν μισοῦντες αὐτοὺς διετελέσαμεν μᾶλλον ἢ τοὺς ἐν τῷ παρόντι κακῶς ἡμᾶς ποιοῦντας· [103] Λακεδαιμόνιοι δ᾽ οὔτε πάσχοντες κακὸν οὐδὲν οὔτε μέλλοντες οὔτε δεδιότες εἰς τοῦτ᾽ ἀπληστίας ἦλθον ὥστ᾽ οὐκ ἐξήρκεσεν αὐτοῖς ἔχειν τὴν κατὰ γῆν ἀρχὴν, ἀλλὰ καὶ τὴν κατὰ θάλατταν δύναμιν οὕτως ἐπεθύμησαν λαβεῖν ὥστε κατὰ τοὺς αὐτοὺς χρόνους τούς τε συμμάχους τοὺς ἡμετέρους ἀφίστασαν ἐλευθερώσειν αὐτοὺς ὑπισχνούμενοι, καὶ βασιλεῖ περὶ φιλίας διελέγοντο καὶ συμμαχίας, παραδώσειν αὐτῷ φάσκοντες ἅπαντας τοὺς ἐπὶ τῆς Ἀσίας κατοικοῦντας· [104] πίστεις δὲ δόντες τούτοις ἀμφοτέροις καὶ καταπολεμήσαντες ἡμᾶς, οὓς μὲν ἐλευθερώσειν ὤμοσαν, κατεδουλώσαντο μᾶλλον ἢ τοὺς Εἵλωτας, βασιλεῖ δὲ τοιαύτην χάριν ἀπέδοσαν ὥστ᾽ ἔπεισαν τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ Κῦρον ὄντα νεώτερον ἀμφισβητεῖν τῆς βασιλείας καὶ, στρατόπεδον αὐτῷ συναγαγόντες καὶ στρατηγὸν Κλέαρχον ἐπιστήσαντες, ἀνέπεμψαν ἐπ᾽ ἐκεῖνον· [105] ἀτυχήσαντες δ᾽ ἐν τούτοις καὶ γνωσθέντες ὧν ἐπεθύμουν καὶ μισηθέντες ὑπὸ πάντων, εἰς πόλεμον καὶ ταραχὰς τοσαύτας κατέστησαν, ὅσας εἰκὸς τοὺς καὶ περὶ τοὺς Ἕλληνας καὶ τοὺς βαρβάρους ἐξημαρτηκότας. Περὶ ὧν οὐκ οἶδ᾽ ὅ τι δεῖ πλείω λέγοντα διατρίβειν, πλὴν ὅτι καταναυμαχηθέντες ὑπό τε τῆς βασιλέως δυνάμεως καὶ τῆς Κόνωνος στρατηγίας τοιαύτην ἐποιήσαντο τὴν εἰρήνην, [106] ἧς οὐδεὶς ἂν ἐπιδείξειεν οὔτ᾽ αἰσχίω πώποτε γενομένην οὔτ᾽ ἐπονειδιστοτέραν οὔτ᾽ ὀλιγωροτέραν τῶν Ἑλλήνων οὔτ᾽ ἐναντιωτέραν τοῖς λεγομένοις ὑπό τινων περὶ τῆς ἀρετῆς τῆς Λακεδαιμονίων· οἵτινες, ὅτε μὲν αὐτοὺς ὁ βασιλεὺς δεσπότας τῶν Ἑλλήνων κατέστησεν, ἀφελέσθαι τὴν βασιλείαν αὐτοῦ καὶ τὴν εὐδαιμονίαν ἅπασαν ἐπεχείρησαν, ἐπειδὴ δὲ καταναυμαχήσας ταπεινοὺς ἐποίησεν, οὐ μικρὸν μέρος αὐτῷ τῶν Ἑλλήνων παρέδωκαν, ἀλλὰ πάντας τοὺς τὴν Ἀσίαν οἰκοῦντας, [107] διαρρήδην γράψαντες χρῆσθαι τοῦθ᾽ ὅ τι ἂν αὐτὸς βούληται, καὶ οὐκ ᾐσχύνθησαν τοιαύτας ποιούμενοι τὰς ὁμολογίας περὶ ἀνδρῶν οἷς χρώμενοι συμμάχοις ἡμῶν τε περιεγένοντο καὶ τῶν Ἑλλήνων κύριοι κατέστησαν καὶ τὴν Ἀσίαν ἅπασαν ἤλπισαν κατασχήσειν, ἀλλὰ τὰς τοιαύτας συνθήκας αὐτοί τ᾽ ἐν τοῖς ἱεροῖς τοῖς σφετέροις αὐτῶν ἀνέγραψαν καὶ τοὺς συμμάχους ἠνάγκασαν.


[97] Γι᾽ αυτό, είναι πάρα πολλοί εκείνοι που κατηγορούν και τις δύο πόλεις ότι, με το πρόσχημα ότι κινδύνευσαν εναντίον των βαρβάρων υπερασπιζόμενοι τους Έλληνες, δεν άφησαν τις πόλεις να είναι αυτόνομες και να ρυθμίζουν τις υποθέσεις τους όπως συνέφερε στην καθεμιά, αλλά, σαν να τις είχαν κατακτήσει, τις μοίρασαν μεταξύ τους και τις υποδούλωσαν όλες. Έκαναν κάτι ανάλογο με εκείνους που παίρνουν τους δούλους από τους άλλους, για να τους ελευθερώσουν τάχα, αλλά τους αναγκάζουν να γίνουν δικοί τους δούλοι.
[98] Την ευθύνη όμως που λέγονται αυτά, και πολύ περισσότερα και πιο σκληρά από αυτά, δεν την έχουμε εμείς αλλά όσοι αντιτάσσονται τώρα μεν στα λεγόμενά μας, αλλά και όλον τον υπόλοιπο καιρό στην εν γένει πολιτική μας. Όσο για τους δικούς μας προγόνους, κανένας δεν θα μπορέσει να αποδείξει ότι, στα αμέτρητα χρόνια που έχουν περάσει, επιχείρησαν να εξουσιάσουν κάποια πόλη, είτε μεγάλη είτε μικρή· αντίθετα, για τους Λακεδαιμονίους όλοι γνωρίζουν ότι, αφότου πάτησαν το πόδι τους στην Πελοπόννησο, ούτε κάνουν ούτε σκέφτονται τίποτε άλλο παρά πώς θα κυριαρχήσουν σε όλους τους Έλληνες, εάν όμως δεν κατορθώσουν αυτό, τουλάχιστον στους Πελοποννησίους.
[99] Ακόμη και ως προς τα εσωτερικά κινήματα, τις σφαγές και τις πολιτειακές μεταβολές στις πόλεις, τα οποία κάποιοι επιρρίπτουν σε μας τους δύο, Αθήνα και Σπάρτη, θα αποδειχθεί ότι οι Λακεδαιμόνιοι έχουν γεμίσει όλες τις πόλεις, εκτός από λίγες, με τέτοιες συμφορές και νοσήματα· για την πόλη μας όμως ούτε που θα τολμήσει κανείς να πει ότι, πριν από την ατυχία που της συνέβη στον Ελλήσποντο, διέπραξε κάτι τέτοιο σε βάρος των συμμάχων της. [100] Αλλά, αφότου οι Λακεδαιμόνιοι, οι κυρίαρχοι των Ελλήνων, άρχισαν να χάνουν τον έλεγχο των πραγμάτων, σ᾽ αυτήν την περίοδο, όταν ξέσπασαν στάσεις γενικά στις πόλεις, δύο ή τρεις δικοί μας στρατηγοί —γιατί δεν θα αποκρύψω την αλήθεια— διέπραξαν εγκλήματα σε μερικές από αυτές τις πόλεις, ελπίζοντας ότι, εάν μιμούνταν τις μεθόδους των Σπαρτιατών, θα μπορούσαν να επιβάλουν σ᾽ αυτές ευκολότερα την κυριαρχία τους. [101] Συνεπώς, δίκαια θα κατηγορούσαν όλοι τους Λακεδαιμονίους ως πρωτοπόρους και δασκάλους τέτοιων πράξεων, ενώ εύλογα θα συγχωρούσαν τους δικούς μας προγόνους, όπως συγχωρεί κανείς μαθητές που έχουν εξαπατηθεί από υποσχέσεις και έχουν διαψευστεί στις ελπίδες τους.
[102] Έρχομαι τώρα στο τελευταίο που έκαναν μόνοι τους και χωρίς τη συνεργασία άλλων. Ποιός δεν γνωρίζει ότι, όταν η έχθρα προς τους βαρβάρους και τους βασιλιάδες τους ήταν κοινή σε μας και στους Λακεδαιμονίους, εμείς, παρόλο που είχαμε εμπλακεί σε πολλούς πολέμους και μερικές φορές μας εύρισκαν μεγάλες συμφορές, παρόλο που η χώρα μας συχνά ερημωνόταν και ρημαζόταν, ποτέ δεν αποβλέψαμε σε φιλία και συμμαχία με τους βαρβάρους· απεναντίας, συνεχίσαμε να τους μισούμε για τα κακόβουλα σχέδιά τους εναντίον των Ελλήνων, πιο πολύ από όσο αυτούς που τώρα μας κάνουν κακό. [103] Αντίθετα, οι Λακεδαιμόνιοι, χωρίς να έχουν πάθει κανένα κακό ούτε προβλέπεται να πάθουν στο μέλλον ούτε να φοβούνται κάτι τέτοιο, έφτασαν σε τέτοιο σημείο απληστίας, ώστε δεν αρκέστηκαν να έχουν την κυριαρχία στη στεριά, αλλά τους έπιασε τόσο μεγάλη επιθυμία να πάρουν την ηγεμονία και στη θάλασσα, ώστε την ίδια εποχή άρχισαν να κινούν σε αποστασία τους συμμάχους μας, με την υπόσχεση ότι θα τους ελευθερώσουν. Παράλληλα, άρχισαν συνομιλίες με τον βασιλιά των Περσών για φιλία και συμμαχία, διαβεβαιώνοντάς τον ότι θα του παραδώσουν όλους όσοι κατοικούσαν στην Ασία. [104] Και ενώ έδωσαν ένορκες διαβεβαιώσεις τόσο στους δικούς μας συμμάχους όσο και στον βασιλιά των Περσών και νίκησαν εμάς στον πόλεμο, υποδούλωσαν χειρότερα και από τους Είλωτες όσους είχαν ορκιστεί ότι θα ελευθέρωναν, και στον βασιλιά εκδήλωσαν την ευγνωμοσύνη τους με τέτοιον τρόπο, ώστε έπεισαν τον αδερφό του τον Κύρο, αν και νεότερο, να διεκδικήσει τον θρόνο· συγκέντρωσαν για χάρη του στρατό και, αφού έβαλαν επικεφαλής σ᾽ αυτόν τον Κλέαρχο, τον έστειλαν εναντίον του βασιλιά. [105] Αποκαλύφθηκαν όμως οι επιδιώξεις τους και απέτυχαν στα σχέδιά τους, με αποτέλεσμα να γίνουν μισητοί από όλους. Τελικά, περιεπλάκησαν σε πόλεμο και ταραχές τόσες όσες είναι επόμενο να περάσουν αυτοί που έπαιξαν ψεύτικο παιχνίδι και με τους Έλληνες και με τους βαρβάρους.
Σχετικά λοιπόν με αυτά, δεν βλέπω για ποιόν λόγο πρέπει να χρονοτριβώ λέγοντας περισσότερα, εκτός του ότι, μετά την ήττα που υπέστησαν στη θάλασσα από τις ναυτικές δυνάμεις του βασιλιά και τη στρατηγική ικανότητα του Κόνωνα, συνομολόγησαν τη γνωστή ειρήνη, της οποίας οι όροι ήταν τέτοιοι, [106] ώστε κανένας δεν θα μπορέσει να δείξει ότι έχει γίνει μέχρι σήμερα άλλη ούτε πιο αισχρή από αυτήν ούτε πιο ταπεινωτική ούτε λιγότερο εξυπηρετική για τα συμφέροντα των Ελλήνων ούτε και περισσότερο αντίθετη προς όσα λέγονται από μερικούς για την αρετή των Λακεδαιμονίων. Γιατί, όταν ο βασιλιάς τούς έκανε ηγεμόνες των Ελλήνων, επιχείρησαν να του πάρουν το στέμμα και την ευτυχία του· από τη στιγμή όμως που τους ταπείνωσε νικώντας τους στη θάλασσα, του παρέδωσαν όχι ένα μικρό μέρος των Ελλήνων αλλά όλους όσοι κατοικούσαν στην Ασία, [107] αφού έγραψαν ρητά στη συνθήκη ότι υπάγονταν στην πλήρη δικαιοδοσία του βασιλιά. Και δεν ντράπηκαν να συνάψουν με τέτοιους όρους συνθήκες για άνδρες, στη συμμαχία των οποίων στηριγμένοι νίκησαν εμάς, κυριάρχησαν στους Έλληνες και είχαν ελπίσει ότι θα επικρατούσαν σε όλη την Ασία. Και δεν αρκέστηκαν σ᾽ αυτά, αλλά αυτές τις επονείδιστες συνθήκες και οι ίδιοι τις έστησαν στα ιερά τους και τους συμμάχους τους ανάγκασαν να κάνουν το ίδιο.