ΠΡΩΤΟ ΣΤΑΣΙΜΟ ΧΟΡΟΣ
Αγέρι, πελαγίσιο αγέρι, [στρ. 1]
που τα θαλασσοτάξιδα καράβια
γοργά κυλάς στο φουσκωμένο κύμα,
κατά πού τάχατε η πνοή σου θα με φέρει
τη δύστυχη εμένα;
Σε ποιανού τάχατε το σπιτικό
θα φτάσω, σκλάβα αγορασμένη;
450Τάχα στη γη τη Δωρική θ᾽ αράξω,
τάχα στη Φθία, εκεί που, καθώς λένε,
ο Απιδανός, ωραίων νερών πατέρας,
καρπίζει τα χωράφια;
Ή, με νερόλαμνα κουπιά φερμένη, [αντ. 1]
η έρημη,
πικρή ζωή μού μέλλεται να ζήσω,
ξενοδουλεύτρα
σ᾽ εκείνο το νησί που η πρώτη δάφνη
κι η πρώτη φοινικιά
κώνους ιερούς πετάξανε
460για να δοξάσουν της γλυκιάς
Λητώς τη θεία τη γέννα;
Κι εκεί, μαζί με τις Δηλιώτισσες παρθένες,
θα υμνολογώ
της Άρτεμης το χρυσό στέμμα και τα τόξα;
Μήπως στην πολιτεία της Παλλάδας [στρ. 2]
θα κατοικήσω, της θεάς
με τ᾽ όμορφο άρμα,
και στον κροκάτο πέπλο της κεντώντας,
470με πλουμιστά κι ανθοκλωσμένα υφάδια,
τα ζεμένα
πουλάρια θα ξομπλιάζω,
ή των Τιτάνων τη γενιά
που ο Δίας ο Κρονίδης θανάτωσε
με διπλό αστροπελέκι;
Αλίμονο στα παιδιά, στους γονιούς μας, [αντ. 2]
στη γη που μας γέννησε αλίμονο,
μια πατρίδα στους καπνούς τυλιγμένη,
σωριασμένη σ᾽ ερείπια, κουρσεμένη
480απ᾽ τους Έλληνες. Τώρα σκλάβα με κράζουν
σε ξένη γη, απ᾽ όταν άφησα
της Ασίας τα παλάτια
για να βρεθώ στην Ευρώπη,
στου Άδη τα δώματα.
|