Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Ἱστορίαι (3.86.1-3.88.4)

[3.86.1] Τοῦ δ᾽ αὐτοῦ θέρους τελευτῶντος Ἀθηναῖοι εἴκοσι ναῦς ἔστειλαν ἐς Σικελίαν καὶ Λάχητα τὸν Μελανώπου στρατηγὸν αὐτῶν καὶ Χαροιάδην τὸν Εὐφιλήτου. [3.86.2] οἱ γὰρ Συρακόσιοι καὶ Λεοντῖνοι ἐς πόλεμον ἀλλήλοις καθέστασαν. ξύμμαχοι δὲ τοῖς μὲν Συρακοσίοις ἦσαν πλὴν Καμαριναίων αἱ ἄλλαι Δωρίδες πόλεις, αἵπερ καὶ πρὸς τὴν τῶν Λακεδαιμονίων τὸ πρῶτον ἀρχομένου τοῦ πολέμου ξυμμαχίαν ἐτάχθησαν, οὐ μέντοι ξυνεπολέμησάν γε, τοῖς δὲ Λεοντίνοις αἱ Χαλκιδικαὶ πόλεις καὶ Καμάρινα· τῆς δὲ Ἰταλίας Λοκροὶ μὲν Συρακοσίων ἦσαν, Ῥηγῖνοι δὲ κατὰ τὸ ξυγγενὲς Λεοντίνων. [3.86.3] ἐς οὖν τὰς Ἀθήνας πέμψαντες οἱ τῶν Λεοντίνων ξύμμαχοι κατά τε παλαιὰν ξυμμαχίαν καὶ ὅτι Ἴωνες ἦσαν πείθουσι τοὺς Ἀθηναίους πέμψαι σφίσι ναῦς· ὑπὸ γὰρ τῶν Συρακοσίων τῆς τε γῆς εἴργοντο καὶ τῆς θαλάσσης. [3.86.4] καὶ ἔπεμψαν οἱ Ἀθηναῖοι τῆς μὲν οἰκειότητος προφάσει, βουλόμενοι δὲ μήτε σῖτον ἐς τὴν Πελοπόννησον ἄγεσθαι αὐτόθεν πρόπειράν τε ποιούμενοι εἰ σφίσι δυνατὰ εἴη τὰ ἐν τῇ Σικελίᾳ πράγματα ὑποχείρια γενέσθαι. [3.86.5] καταστάντες οὖν ἐς Ῥήγιον τῆς Ἰταλίας τὸν πόλεμον ἐποιοῦντο μετὰ τῶν ξυμμάχων. καὶ τὸ θέρος ἐτελεύτα.
[3.87.1] Τοῦ δ᾽ ἐπιγιγνομένου χειμῶνος ἡ νόσος τὸ δεύτερον ἐπέπεσε τοῖς Ἀθηναίοις, ἐκλιποῦσα μὲν οὐδένα χρόνον τὸ παντάπασιν, ἐγένετο δέ τις ὅμως διοκωχή. [3.87.2] παρέμεινε δὲ τὸ μὲν ὕστερον οὐκ ἔλασσον ἐνιαυτοῦ, τὸ δὲ πρότερον καὶ δύο ἔτη, ὥστε Ἀθηναίους γε μὴ εἶναι ὅτι μᾶλλον τούτου ἐπίεσε καὶ ἐκάκωσε τὴν δύναμιν· [3.87.3] τετρακοσίων γὰρ ὁπλιτῶν καὶ τετρακισχιλίων οὐκ ἐλάσσους ἀπέθανον ἐκ τῶν τάξεων καὶ τριακοσίων ἱππέων, τοῦ δὲ ἄλλου ὄχλου ἀνεξεύρετος ἀριθμός. [3.87.4] ἐγένοντο δὲ καὶ οἱ πολλοὶ σεισμοὶ τότε τῆς γῆς, ἔν τε Ἀθήναις καὶ ἐν Εὐβοίᾳ καὶ ἐν Βοιωτοῖς καὶ μάλιστα ἐν Ὀρχομενῷ τῷ Βοιωτίῳ.
[3.88.1] Καὶ οἱ μὲν ἐν Σικελίᾳ Ἀθηναῖοι καὶ Ῥηγῖνοι τοῦ αὐτοῦ χειμῶνος τριάκοντα ναυσὶ στρατεύουσιν ἐπὶ τὰς Αἰόλου νήσους καλουμένας· θέρους γὰρ δι᾽ ἀνυδρίαν ἀδύνατα ἦν ἐπιστρατεύειν. [3.88.2] νέμονται δὲ Λιπαραῖοι αὐτάς, Κνιδίων ἄποικοι ὄντες. οἰκοῦσι δ᾽ ἐν μιᾷ τῶν νήσων οὐ μεγάλῃ, καλεῖται δὲ Λιπάρα· τὰς δὲ ἄλλας ἐκ ταύτης ὁρμώμενοι γεωργοῦσι, Διδύμην καὶ Στρογγύλην καὶ Ἱεράν. [3.88.3] νομίζουσι δὲ οἱ ἐκείνῃ ἄνθρωποι ἐν τῇ Ἱερᾷ ὡς ὁ Ἥφαιστος χαλκεύει, ὅτι τὴν νύκτα φαίνεται πῦρ ἀναδιδοῦσα πολὺ καὶ τὴν ἡμέραν καπνόν. κεῖνται δὲ αἱ νῆσοι αὗται κατὰ τὴν Σικελῶν καὶ Μεσσηνίων γῆν, ξύμμαχοι δ᾽ ἦσαν Συρακοσίων. [3.88.4] τεμόντες δ᾽ οἱ Ἀθηναῖοι τὴν γῆν, ὡς οὐ προσεχώρουν, ἀπέπλευσαν ἐς τὸ Ῥήγιον. καὶ ὁ χειμὼν ἐτελεύτα, καὶ πέμπτον ἔτος τῷ πολέμῳ ἐτελεύτα τῷδε ὃν Θουκυδίδης ξυνέγραψεν.

[3.86.1] Καθώς τελείωνε αυτό το καλοκαίρι, οι Αθηναίοι έστειλαν είκοσι καράβια στην Σικελία. Στρατηγοί ήσαν ο Λάχης του Μελανώπου και ο Χαροιάδης του Ευφιλήτου. [3.86.2] Είχε αρχίσει πόλεμος μεταξύ Συρακουσίων και Λεοντίνων. Οι Συρακούσιοι είχαν συμμάχους όλες τις άλλες δωρικές πολιτείες (εκτός από την Καμάρινα) οι οποίες, απ᾽ την αρχή του πολέμου είχαν κάνει συμμαχία με τους Λακεδαιμονίους χωρίς, όμως, να λάβουν μέρος στις εχθροπραξίες. Σύμμαχοι των Λεοντίνων ήσαν η Καμάρινα και οι χαλκιδικές πολιτείες. Από τις πολιτείες της Ιταλίας, οι Λοκροί ήσαν σύμμαχοι των Συρακουσίων, ενώ οι Ρηγίνοι, ομογενείς των Λεοντίνων, ήσαν με το μέρος τους. [3.86.3] Οι Λεοντίνοι και οι σύμμαχοί τους είχαν στείλει πρεσβεία στην Αθήνα και, θυμίζοντας στους Αθηναίους ότι είχαν παλιά συμμαχία και ότι ήσαν Ίωνες, τους έπεισαν να στείλουν ναυτική δύναμη, επειδή οι Συρακούσιοι είχαν αποκλείσει τους Λεοντίνους και από στεριά και από θάλασσα. [3.86.4] Οι Αθηναίοι έστειλαν τα καράβια δηλώνοντας φανερά ότι το έκαναν επειδή είχαν κοινή καταγωγή με τους Λεοντίνους, αλλά στην πραγματικότητα επειδή ήθελαν να εμποδίζουν τον ανεφοδιασμό της Πελοποννήσου με σιτάρι από την Σικελία. Ήθελαν, επίσης, να αντιληφθούν, με την δοκιμή αυτή, αν θα μπορούσαν να επιβάλουν την κυριαρχία τους στην Σικελία. [3.86.5] Εγκαταστάθηκαν, λοιπόν, στο Ρήγιο της Ιταλίας και άρχισαν να πολεμούν βοηθώντας τους συμμάχους τους. Έτσι τέλειωσε το καλοκαίρι.
[3.87.1] Τον επόμενο χειμώνα η επιδημία ξανάρθε για δεύτερη φορά στην Αθήνα. Δεν είχε ποτέ εξαφανιστεί εντελώς, αλλά είχε σημειώσει ύφεση. [3.87.2] Την δεύτερη φορά κράτησε ένα χρόνο, ενώ την πρώτη φορά είχε κρατήσει δύο χρόνια. Τίποτε δεν κλόνισε περισσότερο το ηθικό των Αθηναίων και δεν μείωσε την στρατιωτική τους δύναμη όσο η επιδημία. [3.87.3] Τουλάχιστον τέσσερις χιλιάδες τετρακόσιοι οπλίτες και τριακόσιοι ιππείς πέθαναν απ᾽ την αρρώστια. Απ᾽ τον πολύ λαό ήταν αδύνατο να εξακριβωθεί πόσοι πέθαναν. [3.87.4] Την ίδια εποχή έγιναν πολλοί σεισμοί στην Αθήνα, στην Εύβοια και στην Βοιωτία και ιδιαίτερα στον βοιωτικό Ορχομενό.
[3.88.1] Τον ίδιο χειμώνα, οι Αθηναίοι που ήσαν στην Σικελία, πήγαν μαζί με τους Ρηγίνους στα νησιά τα ονομαζόμενα του Αιόλου. Απόβαση δεν μπορεί να γίνει εκεί το καλοκαίρι, γιατί δεν έχουν νερό. [3.88.2] Τα νησιά τα κατοικούν οι Λιπαραίοι, άποικοι της Κνίδου. Κατοικούν σ᾽ ένα από τα νησιά, όχι πολύ μεγάλο, που ονομάζεται Λιπάρα. Από εκεί πηγαίνουν στα άλλα, την Διδύμη, την Στρογγύλη και την Ιερά, και τα καλλιεργούν. [3.88.3] Οι ντόπιοι πιστεύουν ότι ο Ήφαιστος έχει το εργαστήρι του στην Ιερά, γιατί την νύχτα βγαίνουν από εκεί φλόγες μεγάλες και την ημέρα βγαίνει καπνός. Τα νησιά βρίσκονται στ᾽ ανοιχτά της ακτής των Σικελών και των Μεσσηνίων που ήσαν σύμμαχοι των Συρακουσών. [3.88.4] Οι Αθηναίοι ρήμαξαν τα χωράφια τους, κι όταν είδαν ότι παρ᾽ όλ᾽ αυτά οι νησιώτες δεν προσχωρούσαν, γύρισαν στο Ρήγιο. Έτσι τέλειωσε ο χειμώνας και μαζί ο πέμπτος χρόνος του πολέμου που ιστορεί ο Θουκυδίδης.