ΒΙΒΛΙΟ ΠΕΜΠΤΟ [5.1.1] Στη χώρα αυτή που υπέταξε ο Αλέξανδρος και βρισκόταν ανάμεσα στον Κωφήνα και τον Ινδό ποταμό είχε ιδρυθεί, όπως λένε, και η πόλη Νύσα, κτίσμα του Διονύσου· την έχτισε, όταν υπέταξε τους Ινδούς, όποιος βέβαια και αν ήταν αυτός ο Διόνυσος και όποτε ή από όποιο μέρος και αν εξεστράτευσε κατά των Ινδών. [5.1.2] Γιατί δεν μπορώ να καταλήξω αν αυτός είναι ο Θηβαίος Διόνυσος, ο οποίος ξεκινώντας από τη Θήβα ή από τον Τμώλο της Λυδίας έφθασε εδώ οδηγώντας τον στρατό του εναντίον των Ινδών, υπέταξε τόσο σημαντικά πολεμικά έθνη, άγνωστα στους τότε Έλληνες, αλλά δεν κατέκτησε στρατιωτικά κανένα άλλο από αυτά εκτός από τους Ινδούς. Δεν πρέπει όμως να είναι κανείς βέβαια αυστηρός κριτής σε αυτά που αναφέρουν οι αρχαίοι μύθοι για τους θεούς. Γιατί όσα δεν είναι πιστευτά, αν τα κρίνεις σύμφωνα μόνο με την ευλογοφάνειά τους, δεν φαίνονται τελείως απίστευτα αν προσθέσεις στη λογική και το θείο στοιχείο. [5.1.3] Όταν ο Αλέξανδρος πλησίασε στη Νύσα, οι Νυσαίοι απέστειλαν προς αυτόν τον επιφανέστερο άνδρα τους, που ονομαζόταν Άκουφης, και τριάντα πρέσβεις μαζί με αυτόν από τους διαπρεπέστερους συμπολίτες τους, για να παρακαλέσουν τον Αλέξανδρο να αφήσει την πόλη τους για χάρη του θεού. [5.1.4] Οι πρέσβεις μπήκαν στη σκηνή του Αλεξάνδρου και τον βρήκαν να κάθεται σκονισμένος ακόμη από τον δρόμο, να φορεί μαζί με όλα τα άλλα όπλα και το κράνος και να κρατεί το δόρυ του. Ξαφνιασμένοι από το θέαμα, έπεσαν στη γη και έμειναν για πολλή ώρα σιωπηλοί. Όταν τους σήκωσε ο Αλέξανδρος και τους συνέστησε να έχουν θάρρος, τότε ακριβώς άρχισε ο Άκουφης να λέει τα εξής: [5.1.5] «Βασιλιά μου, οι Νυσαίοι σε παρακαλούν να δείξεις σεβασμό προς τον Διόνυσο και να τους αφήσεις ελεύθερους και ανεξάρτητους. Γιατί ο Διόνυσος, αφού υπέταξε το ινδικό έθνος και επέστρεψε πίσω στην Ελληνική θάλασσα, ίδρυσε αυτήν εδώ την πόλη από τους απόμαχους στρατιώτες του που συγχρόνως ήταν και βάκχοι του, για να θυμίζει στους μεταγενέστερους τις περιπλανήσεις και αυτή τη νίκη του, όπως ακριβώς και συ ίδρυσες Αλεξάνδρεια κοντά στο όρος Καύκασο και άλλη Αλεξάνδρεια στη γη των Αιγυπτίων, καθώς και πολλές άλλες που έχεις ήδη χτίσει και άλλες που θα χτίσεις με την πάροδο του χρόνου παρέχοντας έτσι απόδειξη περισσοτέρων κατορθωμάτων από τον Διόνυσο. [5.1.6] Ο Διόνυσος, λοιπόν, ονόμασε την πόλη μας Νύσα από το όνομα της τροφού του Νύσας και την περιοχή μας Νυσαία, ενώ το βουνό που είναι κοντά στην πόλη μας το επονόμασε Μηρό, επειδή, σύμφωνα βέβαια με τον μύθο, μεγάλωσε μέσα στον μηρό του Δία. Από τότε κατοικούμε τη Νύσα ελεύθερη και είμαστε οι ίδιοι ανεξάρτητοι και διοικούμε με ευπρέπεια την πόλη μας. Και απόδειξη για σένα της ίδρυσής της από τον Διόνυσο ας είναι και το εξής, ότι ο κισσός, αν και δεν φυτρώνει σε καμιά άλλη περιοχή της ινδικής γης, φυτρώνει όμως στη δική μας». [5.2.1] Ο Αλέξανδρος άκουε όλα αυτά με ευχαρίστηση και ήθελε να είναι πιστευτοί οι μύθοι οι σχετικοί με την περιπλάνηση του Διονύσου. Ήθελε επίσης να είναι η Νύσα κτίσμα του Διονύσου, επειδή ο ίδιος είχε ήδη φθάσει εκεί όπου έφθασε ο Διόνυσος και μπορούσε να προχωρήσει ακόμη πιο πέρα και από τον Διόνυσο. Νόμιζε ότι ούτε και οι Μακεδόνες θα αρνούνταν να υποστούν μαζί του και στο μέλλον άλλες ταλαιπωρίες ανταγωνιζόμενοι τα κατορθώματα του Διονύσου. [5.2.2] Και επέτρεψε στους κατοίκους της Νύσας να είναι ελεύθεροι και αυτόνομοι. Όταν ενημερώθηκε σχετικά με τους νόμους τους και έμαθε ότι το πολίτευμά τους ήταν αριστοκρατικό, επαίνεσε όλα αυτά και αξίωσε να του στείλουν αμέσως τριακόσιους περίπου ιππείς και από τους άρχοντες της κυβέρνησής τους, που ήταν και αυτοί τριακόσιοι, τους εκατό καλύτερους με επιλογή. Όρισε τον Άκουφη για να τους επιλέξει και τον διόρισε ύπαρχο για την περιοχή της Νύσας. [5.2.3] Λένε ότι χαμογέλασε ο Άκουφης, όταν άκουσε τους λόγους του Αλεξάνδρου, και ότι τον ρώτησε ο Αλέξανδρος, γιατί γέλασε. Και ο Άκουφης απάντησε «πώς είναι δυνατό, βασιλιά μου, να διοικείται καλά μια πόλη που στερήθηκε εκατό αξίων ανδρών της; Αλλά εσύ, αν ενδιαφέρεσαι για τους Νυσαίους, πάρε τους τριακόσιους ιππείς και ακόμη πιο πολλούς από αυτούς, αν θέλεις. Αντί όμως για τους εκατό άριστους πολίτες που με διατάζεις να επιλέξω, πάρε μαζί σου διπλάσιους από τους άλλους, τους κακούς. Έτσι, όταν θα ξανάρθεις εδώ, η πόλη μας θα σου φανεί πάλι ότι είναι στην ίδια καλή κατάσταση». [5.2.4] Επειδή αυτά που είπε φάνηκαν συνετά, πείσθηκε ο Αλέξανδρος και τον διέταξε να του στείλει τους ιππείς, ενώ δεν του ζήτησε πλέον τους εκατό επίλεκτους πολίτες, αλλά ούτε και άλλους στη θέση τους. Διέταξε όμως τον Άκουφη να του στείλει ακόμη τον γιο του και τον γιο της κόρης του.
|