Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ

Τίμων ἢ Μισάνθρωπος (29-31)

ΕΡΜΗΣ
[29] Ὡς δὲ λεῖος εἶ καὶ ὀλισθηρός, ὦ Πλοῦτε, καὶ δυσκάτοχος καὶ διαφευκτικός, οὐδεμίαν ἀντιλαβὴν παρεχόμενος βεβαίαν ἀλλ᾽ ὥσπερ αἱ ἐγχέλεις ἢ οἱ ὄφεις διὰ τῶν δακτύλων δραπετεύεις οὐκ οἶδα ὅπως· ἡ Πενία δ᾽ ἔμπαλιν ἰξώδης τε καὶ εὐλαβὴς καὶ μυρία τὰ ἄγκιστρα ἐκπεφυκότα ἐξ ἅπαντος τοῦ σώματος ἔχουσα, ὡς πλησιάσαντας εὐθὺς ἔχεσθαι καὶ μὴ ἔχειν ῥᾳδίως ἀπολυθῆναι. ἀλλὰ μεταξὺ φλυαροῦντας ἡμᾶς πρᾶγμα ἤδη οὐ μικρὸν διέλαθε.
ΠΛΟΥΤΟΣ
Τὸ ποῖον;
ΕΡΜΗΣ
Ὅτι τὸν Θησαυρὸν οὐκ ἐπηγαγόμεθα, οὗπερ ἔδει μάλιστα.
ΠΛΟΥΤΟΣ
[30] Θάρρει τούτου γε ἕνεκα· ἐν τῇ γῇ αὐτὸν ἀεὶ καταλείπων ἀνέρχομαι πρὸς ὑμᾶς ἐπισκήψας ἔνδον μένειν ἐπικλεισάμενον τὴν θύραν, ἀνοίγειν δὲ μηδενί, ἢν μὴ ἐμοῦ ἀκούσῃ βοήσαντος.
ΕΡΜΗΣ
Οὐκοῦν ἐπιβαίνωμεν ἤδη τῆς Ἀττικῆς· καί μοι ἕπου ἐχόμενος τῆς χλαμύδος, ἄχρι ἂν πρὸς τὴν ἐσχατιὰν ἀφίκωμαι.
ΠΛΟΥΤΟΣ
Εὖ ποιεῖς, ὦ Ἑρμῆ, χειραγωγῶν· ἐπεὶ ἤν γε ἀπολίπῃς με, Ὑπερβόλῳ τάχα ἢ Κλέωνι ἐμπεσοῦμαι περινοστῶν. ἀλλὰ τίς ὁ ψόφος οὗτός ἐστιν καθάπερ σιδήρου πρὸς λίθον;
ΕΡΜΗΣ
[31] Ὁ Τίμων οὑτοσὶ σκάπτει πλησίον ὀρεινὸν καὶ ὑπόλιθον γήδιον. παπαί, καὶ ἡ Πενία πάρεστι καὶ ὁ Πόνος ἐκεῖνος, ἡ Καρτερία τε καὶ ἡ Σοφία καὶ ἡ Ἀνδρεία καὶ ὁ τοιοῦτος ὄχλος τῶν ὑπὸ τῷ Λιμῷ ταττομένων ἁπάντων, πολὺ ἀμείνους τῶν σῶν δορυφόρων.
ΠΛΟΥΤΟΣ
Τί οὖν οὐκ ἀπαλλαττόμεθα, ὦ Ἑρμῆ, τὴν ταχίστην; οὐ γὰρ ἄν τι ἡμεῖς δράσαιμεν ἀξιόλογον πρὸς ἄνδρα ὑπὸ τηλικούτου στρατοπέδου περιεσχημένον.
ΕΡΜΗΣ
Ἄλλως ἔδοξε τῷ Διί· μὴ ἀποδειλιῶμεν οὖν.

ΕΡΜΗΣ
[29] Δεν ξέρω, Πλούτε, πώς είσαι τόσο λείος και γλιστερός και δυσκολοκράτητος, έτοιμος να διαφεύγεις. Πώς δεν έχεις καμιά σταθερή λαβή, μα ξεγλιστράς, όπως τα χέλια και τα φίδια, δεν το καταλαβαίνω. Απεναντίας η Πενία είναι σαν την κόλλα και ευκολόπιαστη, με μύρια αγκίστρια σε όλο της το σώμα, έτσι που να σκαλώνουν αμέσως όσοι την πλησιάζουν και να μην μπορούν εύκολα να ξεφύγουν. Μα μες στη φλυαρία μας μάς ξέφυγε κάτι το σοβαρό.
ΠΛΟΥΤΟΣ
Ποιό πράγμα;
ΕΡΜΗΣ
Να πάρουμε μαζί μας το Θησαυρό, που προπάντων χρειαζόμαστε.
ΠΛΟΥΤΟΣ
[30] Όσο γι᾽ αυτό μην ανησυχείς. Πάντοτε, όταν ανεβαίνω σε σας, τον αφήνω στη γη και τον εξορκίζω να κλείσει την πόρτα και να μείνει μέσα. Να μην ανοίξει σε κανέναν, αν δεν ακούσει τη φωνή μου.
ΕΡΜΗΣ
Λοιπόν πατούμε πια στην Αττική. Πιάσε με από τη χλαμύδα και ακολούθα με, ώσπου να φτάσω στο κτήμα.
ΠΛΟΥΤΟΣ
Καλά κάνεις, Ερμή, που με κρατάς και με οδηγείς, γιατί, αν με εγκαταλείψεις, εκεί που τριγυρίζω, ίσως πέσω πάνω σε κανέναν Υπέρβολο ή Κλέωνα. Αλλά τί θόρυβος είναι αυτός; Θαρρείς και χτυπάει σίδερο πάνω σε πέτρα.
ΕΡΜΗΣ
[31] Αυτός ο Τίμων σκάβει εδώ κοντά ένα ορεινό χωραφάκι και κακοτράχαλο. Μπα, μπα, και η Πενία είναι εκεί και ο Κόπος, η Καρτερία και η Σοφία και η Ανδρεία, και όλος εκείνος ο συρφετός που υπηρετεί το Λιμό, όλοι τους πολύ πιο γενναίοι από τους δικούς σου σωματοφύλακες.
ΠΛΟΥΤΟΣ
Τότε γιατί δε φεύγουμε αμέσως, Ερμή; Δε θα μπορούσαμε να κάνουμε τίποτε σε άνθρωπο που τον προστατεύει τόσο στράτευμα.
ΕΡΜΗΣ
Άλλη είναι η απόφαση του Δία. Λοιπόν ας μη φοβηθούμε.