Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΙΣΧΥΛΟΣ

Εὐμενίδες (276-306)


ΕΠΕΙΣΟΔΙΟΝ ΔΕΥΤΕΡΟΝ


ΟΡ. ἐγὼ διδαχθεὶς ἐν κακοῖς ἐπίσταμαι
πολλοὺς καθαρμούς, καὶ λέγειν ὅπου δίκη
σιγᾶν θ᾽ ὁμοίως· ἐν δὲ τῷδε πράγματι
φωνεῖν ἐτάχθην πρὸς σοφοῦ διδασκάλου·
280 βρίζει γὰρ αἷμα καὶ μαραίνεται χερός,
μητροκτόνον μίασμα δ᾽ ἔκπλυτον πέλει.
ποταίνιον γὰρ ὂν πρὸς ἑστίᾳ θεοῦ
Φοίβου καθαρμοῖς ἠλάθη χοιροκτόνοις.
πολὺς δέ μοι γένοιτ᾽ ἂν ἐξ ἀρχῆς λόγος,
285 ὅσοις προσῆλθον ἀβλαβεῖ ξυνουσίᾳ.
[χρόνος καθαίρει πάντα γηράσκων ὁμοῦ.]
καὶ νῦν ἀφ᾽ ἁγνοῦ στόματος εὐφήμως καλῶ
χώρας ἄνασσαν τῆσδ᾽ Ἀθηναίαν ἐμοὶ
μολεῖν ἀρωγόν· κτήσεται δ᾽ ἄνευ δορὸς
290 αὐτόν τε καὶ γῆν καὶ τὸν Ἀργεῖον λεὼν
πιστὸν δικαίως ἐς τὸ πᾶν τε σύμμαχον.
ἀλλ᾽ εἴτε χώρας ἐν τόποις Λιβυστικῆς,
Τρίτωνος ἀμφὶ χεῦμα γενεθλίου πόρου,
τίθησιν ὀρθὸν ἢ κατηρεφῆ πόδα,
295 φίλοις ἀρήγουσ᾽, εἴτε Φλεγραίαν πλάκα
θρασὺς ταγοῦχος ὡς ἀνὴρ ἐπισκοπεῖ,
ἔλθοι—κλύει δὲ καὶ πρόσωθεν ὢν θεός—
ὅπως γένοιτο τῶνδ᾽ ἐμοὶ λυτήριος.
ΧΟ. οὔτοι σ᾽ Ἀπόλλων οὐδ᾽ Ἀθηναίας σθένος
300 ῥύσαιτ᾽ ἂν ὥστε μὴ οὐ παρημελημένον
ἔρρειν, τὸ χαίρειν μὴ μαθόνθ᾽ ὅπου φρενῶν,
ἀναίματον, βόσκημα δαιμόνων, σκιάν.
οὐδ᾽ ἀντιφωνεῖς, ἀλλ᾽ ἀποπτύεις λόγους
ἐμοὶ τραφείς τε καὶ καθιερωμένος;
305 καὶ ζῶν με δαίσεις οὐδὲ πρὸς βωμῷ σφαγείς·
ὕμνον δ᾽ ἀκούσῃ τόνδε δέσμιον σέθεν.


ΔΕΥΤΕΡΟ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ


ΟΡΕΣΤΗΣ
Εμένα οι συμφορές μου μ᾽ έμαθαν να ξέρω
όλους τους καθαρμούς και πότε είναι η ώρα
που κάνει να μιλώ και πότε να σωπαίνω.
μα τώρα εδώ από δάσκαλο σοφό έχω πάρει
την άδεια να μιλήσω, γιατί πια αδρανίζει
280κι απομαραίνεται το γαίμα των χεριώ μου,
κι έχει το μίασμα ξεπλυθεί του μητροκτόνου.
γιατ᾽ όσο ακόμα ήταν νωπό, το ᾽χω ξορκίσει
με χοιροσφάχτους καθαρμούς στο βωμό πάνω
του Φοίβου, και θα πήγαινε του μάκρου ο λόγος,
αν ήθελα να πω απ᾽ αρχής πόσους ανθρώπους
πλησίασα, χωρίς γι᾽ αυτό κακό να πάθουν.
Όλα ο καιρός όσο γερνά και πάει, τα σβήνει
και τώρ᾽ αγνός μ᾽ εύφημο στόμα επικαλούμαι
την Αθηνά, που αυτή τη χώρα έχει δική της,
να ᾽ρθει βοηθός μου και χωρίς πολέμου αγώνα
290να πάρει εμέ, τη χώρα μου και το λαό μου
πιστό για πάντα σύμμαχο και τιμημένο.
Μα είτε στα μέρη της Λιβυστικής της χώρας,
στους τόπους που γεννήθηκε κατά το ρέμα
του Τρίτωνα γυρνά, ολόφαντ᾽ η κρυμμένη
βοήθεια σε φίλους φέρνοντας, ή το Φλεγραίο
τον κάμπο αναμετρά σαν άξιος πολεμάρχος,
ας έρθει· είναι θεός κι από μακριάθε ακούει,
για να μου γίνει λυτρωτής απ᾽ όλα τούτα.
ΧΟΡΟΣ
Δε θα σε σώσει ο Απόλλωνας ούτε το χέρι
300της Αθηνάς, να μη χαθείς παρατημένος,
δίχως στα στήθια σου χαρά ποτέ να μάθεις,
σκιά χωρίς αίμα, βόσκημα των Ερινύων.
Δεν απαντάς, μα μου αψηφάς τα λόγια τάχα
συ που για μένα τάξιμο σ᾽ έχουνε θρέψει;
και θα μας θρέψεις ζωντανός κι όχι σφαγμένος
στο βωμό. Μ᾽ άκου αυτόν τον ύμνο που σε δένω: