Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ

Ἑλένη (437-475)


ΓΡΑΥΣ
τίς πρὸς πύλαισιν; οὐκ ἀπαλλάξηι δόμων
καὶ μὴ πρὸς αὐλείοισιν ἑστηκὼς πύλαις
ὄχλον παρέξεις δεσπόταις; ἢ κατθανῆι
440Ἕλλην πεφυκώς, οἷσιν οὐκ ἐπιστροφαί.
ΜΕ. ὦ γραῖα, †ταῦτα ταῦτ᾽ ἔπη καλῶς λέγεις†
ἔξεστι, πείσομαι γάρ· ἀλλ᾽ ἄνες χόλου.
ΓΡ. ἄπελθ᾽· ἐμοὶ γὰρ τοῦτο πρόσκειται, ξένε,
μηδένα πελάζειν τοισίδ᾽ Ἑλλήνων δόμοις.
445ΜΕ. ἆ, μὴ πρόσειε χεῖρα μηδ᾽ ὤθει βίαι.
ΓΡ. πείθηι γὰρ οὐδὲν ὧν λέγω, σὺ δ᾽ αἴτιος.
ΜΕ. ἄγγειλον εἴσω δεσπόταισι τοῖσι σοῖς ...
ΓΡ. πικρῶς †ἂν οἶμαί γ᾽ ἀγγελεῖν† τοὺς σοὺς λόγους.
ΜΕ. ναυαγὸς ἥκω ξένος, ἀσύλητον γένος.
450ΓΡ. οἶκον πρὸς ἄλλον νύν τιν᾽ ἀντὶ τοῦδ᾽ ἴθι.
ΜΕ. οὔκ, ἀλλ᾽ ἔσω πάρειμι· καὶ σύ μοι πιθοῦ.
ΓΡ. ὀχληρὸς ἴσθ᾽ ὤν· καὶ τάχ᾽ ὠσθήσηι βίαι.
ΜΕ. αἰαῖ· τὰ κλεινὰ ποῦ ᾽στί μοι στρατεύματα;
ΓΡ. οὐκοῦν ἐκεῖ που σεμνὸς ἦσθ᾽, οὐκ ἐνθάδε.
455ΜΕ. ὦ δαῖμον, ὡς ἀνάξι᾽ ἠτιμώμεθα.
ΓΡ. τί βλέφαρα τέγγεις δάκρυσι; πρὸς τίν᾽ οἰκτρὸς εἶ;
ΜΕ. πρὸς τὰς πάροιθε συμφορὰς εὐδαίμονας.
ΓΡ. οὔκουν ἀπελθὼν δάκρυα σοῖς δώσεις φίλοις;
ΜΕ. τίς δ᾽ ἥδε χώρα; τοῦ δὲ βασίλειοι δόμοι;
460ΓΡ. Πρωτέως τάδ᾽ ἐστὶ δώματ᾽, Αἴγυπτος δὲ γῆ.
ΜΕ. Αἴγυπτος; ὦ δύστηνος, οἷ πέπλευκ᾽ ἄρα.
ΓΡ. τί δὴ τὸ Νείλου μεμπτόν ἐστί σοι γάνος;
ΜΕ. οὐ τοῦτ᾽ ἐμέμφθην· τὰς ἐμὰς στένω τύχας.
ΓΡ. πολλοὶ κακῶς πράσσουσιν, οὐ σὺ δὴ μόνος.
465ΜΕ. ἔστ᾽ οὖν ἐν οἴκοις ὅντιν᾽ ὀνομάζεις ἄναξ;
ΓΡ. τόδ᾽ ἐστὶν αὐτοῦ μνῆμα, παῖς δ᾽ ἄρχει χθονός.
ΜΕ. ποῦ δῆτ᾽ ἂν εἴη; πότερον ἐκτὸς ἢ ᾽ν δόμοις;
ΓΡ. οὐκ ἔνδον· Ἕλλησιν δὲ πολεμιώτατος.
ΜΕ. τίν᾽ αἰτίαν σχὼν ἧς ἐπηυρόμην ἐγώ;
470ΓΡ. Ἑλένη κατ᾽ οἴκους ἐστὶ τούσδ᾽ ἡ τοῦ Διός.
ΜΕ. πῶς φήις; τίν᾽ εἶπας μῦθον; αὖθίς μοι φράσον.
ΓΡ. ἡ Τυνδαρὶς παῖς, ἣ κατὰ Σπάρτην ποτ᾽ ἦν.
ΜΕ. πόθεν μολοῦσα; τίνα τὸ πρᾶγμ᾽ ἔχει λόγον;
ΓΡ. Λακεδαίμονος γῆς δεῦρο νοστήσασ᾽ ἄπο.
475ΜΕ. πότ᾽; οὔ τί που λελήισμεθ᾽ ἐξ ἄντρων λέχος;


ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ
Ποιός είναι κει όξω; Φύγε, γιατί στέκεις
στη θύρα; Θα ενοχλήσεις τους αφέντες.
Θα σε σκοτώσουν, Έλληνας αν είσαι.
440Κανέναν δεν αφήνουν εδώ να ᾽ρθει .
ΜΕΝ. Σωστά μιλάς, γριούλα, νά, σ᾽ ακούω·
όμως κι εσύ μαλάκωσε λιγάκι.
ΓΕΡ. Φεύγα· δουλειά μου να εμποδίζω, ξένε,
τους Έλληνες το σπίτι όταν ζυγώνουν.
ΜΕΝ. Μη σπρώχνεις ντε, το χέρι μη μου σφίγγεις.
ΓΕΡ. Εσύ θα φταις, σ᾽ το λέω, αν δεν μ᾽ ακούσεις.
ΜΕΝ. Πήγαινε μέσα, πες στ᾽ αφεντικά σου.
ΓΕΡ. Κακό για σένα, αν μάθουνε πως ήρθες.
ΜΕΝ. Τους ναυαγούς κανείς δεν τους πειράζει.
450ΓΕΡ. Κάποιο άλλο σπίτι τότες άντε να βρεις.
ΜΕΝ. Δεν φεύγω, θα μπω μέσα, να μ᾽ αφήσεις.
ΓΕΡ. Ενόχληση έχεις γίνει, θα σε διώξουν.
ΜΕΝ. Αχ! πού είσαι, κοσμοξάκουστε στρατέ μου.
ΓΕΡ. Εκεί, μα όχι εδώ, σπουδαίος ήσουν.
ΜΕΝ. Θεοί, να μ᾽ ατιμάζουν έτσι εμένα!
ΓΕΡ. Δακρύζεις; Τί σου φέρνει τόση λύπη;
ΜΕΝ. Την πρώτη μου, παλιά ευτυχία θυμάμαι.
ΓΕΡ. Δεν πας λοιπόν στους φίλους σου να κλάψεις;
ΜΕΝ. Ποιά είναι η χώρα αυτή; Ποιό το παλάτι;
460ΓΕΡ. Η Αίγυπτος και του Πρωτέα το σπίτι·
ΜΕΝ. Η Αίγυπτος; Πού έχω αράξει ο δόλιος;
ΓΕΡ. Σου φταίνε τα λαμπρά νερά του Νείλου;
ΜΕΝ. Όχι· στενάζω για τις συμφορές μου.
ΓΕΡ. Δεν είσαι μόνος· κι άλλοι δυστυχούνε.
ΜΕΝ. Ο βασιλιάς που μου είπες είναι μέσα;
ΓΕΡ. Νά ο τάφος του· ο γιος του βασιλεύει.
ΜΕΝ. Βρίσκεται στο παλάτι ή έχει φύγει;
ΓΕΡ. Λείπει· και των Ελλήνων εχθρός μέγας.
ΜΕΝ. Τί του έκαναν κι εγώ θα το πληρώσω;
470ΓΕΡ. Είν᾽ η Ελένη εδώ, του Δία η κόρη.
ΜΕΝ. Τί λες; Πώς είπες; Ποιά; Πες το μου πάλι.
ΓΕΡ. Η κόρη του Τυνδάρεω απ᾽ τη Σπάρτη.
ΜΕΝ. Κι εδώ από πού σας ήρθε; Εξήγησέ μου.
ΓΕΡ. Από τη Λακεδαίμονα έχει φτάσει.
ΜΕΝ. Πότε; Την έκλεψαν απ᾽ τη σπηλιά μου;