ΣΤΑΣΙΜΟ ΠΡΩΤΟΧΟΡΟΣ
Μούσα, πρωτάκουστο πες,
θρηνητικό για την Τροία μοιρολόι·
για ένα τετράκυκλο εγώ
σύνεργο τώρα θα πω στο τραγούδι μου,
που ᾽γινε αιτία —φριχτή συμφορά—
σκλάβα οι Αργείοι να με πάρουν εμέ τη βαριόμοιρη.
Έξω απ᾽ τις πύλες μας τ᾽ άφησαν τ᾽ άλογο·
520βρόνταγε κείνο κι ολόψηλα έφτανε ο βρόντος του,
κι είχε τα χάμουρα ολόχρυσα
και βαριαρμάτωτοι μέσα του κρύβονταν άντρες.
Όρθιος στο βράχο τον τρωικό,
έκραξε δυνατά ο λαός:
«Τα βάσανά μας πάνε· εμπρός,
τ᾽ άγιο άγαλμα ανεβάστε εδώ,
για του Ίλιου την τρανή κυρά,
του Δία την κόρη την αγνή.»
Τα σπίτια αδειάσαν· κοπελιές,
γέροι, όλοι ξεπετάχτηκαν·
χαρές, τραγούδια· κι έμπασαν
530τη συμφορά τη δολερή.
Προς την καστρόπορτα εκεί
χίμηξε τότε ο λαός, όλοι οι Φρύγες,
για να χαρούνε, να δουν
δόλο του εχθρού μας κρυφτόν σε πευκόξυλο,
προς την παρθένα θεά προσφορά,
μα συμφορά για την Τροία· σαν καράβι μαυρόπλωρο,
με τα σκοινιά τα κλωσμένα αφού το ᾽δεσαν,
μες στο ναό της Παλλάδας κυλώντας τ᾽ απόθεσαν,
540πάνω στο πέτρινο δάπεδο,
όπου σε λίγο σφαγή θα γινόταν των Τρώων.
Δουλειά χαρούμενη, ώσπου πια
έπεσε η νύχτα η σκοτεινή·
λαλούσαν τότε λιβυκές
φλογέρες, φρυγικοί σκοποί,
και σε χαρούμενους ρυθμούς
χοροί, τραγούδια κοριτσιών·
έξω ήταν λάμψη δυνατή,
μα μες στο σπίτι φως θαμπό,
και μες στο μισοσκόταδο
550στον ύπνο γέρνανε απαλά.
Στον ιερόν αυλόγυρο
της κυράς της Άρτεμης
είχαμε χορό στημένον
πλήθος οι Τρωαδιτοπούλες
και δοξολογούσαμε
τη βουνίσια την παρθένα.
Κι άξαφνα σύρθηκε
μέσα στο κάστρο πολέμου κραυγή·
τρομαγμένα
χέρια απλώνανε τα βρέφη
στων μανάδων την αγκάλη·
μέσ᾽ απ᾽ τον κρυψώνα του,
560έργο της Παλλάδας,
Άρης άγριος ξεπροβάλλει·
γύρω στους βωμούς των Τρώων σφαγή·
νιες γυναίκες στα έρημά τους τα κρεβάτια
θέριζαν τα πλούσια τους μαλλιά,
κι ήτανε στεφάνια δόξας
για τα παλικάρια της Ελλάδας,
μα για τη δικιά μας την πατρίδα
πένθους προσφορά.
|