Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ

Παναθηναϊκός (12) (1-9)


[1] Νεώτερος μὲν ὢν προῃρούμην γράφειν τῶν λόγων οὐ τοὺς μυθώδεις οὐδὲ τοὺς τερατείας καὶ ψευδολογίας μεστοὺς, οἷς οἱ πολλοὶ μᾶλλον χαίρουσιν ἢ τοῖς περὶ τῆς αὑτῶν σωτηρίας λεγομένοις, οὐδὲ τοὺς τὰς παλαιὰς πράξεις καὶ τοὺς πολέμους τοὺς Ἑλληνικοὺς ἐξηγουμένους, καίπερ εἰδὼς δικαίως αὐτοὺς ἐπαινουμένους, οὐδ᾽ αὖ τοὺς ἁπλῶς δοκοῦντας εἰρῆσθαι καὶ μηδεμιᾶς κομψότητος μετέχοντας, οὓς οἱ δεινοὶ περὶ τοὺς ἀγῶνας παραινοῦσι τοῖς νεωτέροις μελετᾶν, εἴπερ βούλονται πλέον ἔχειν τῶν ἀντιδίκων, [2] ἀλλὰ πάντας τούτους ἐάσας περὶ ἐκείνους ἐπραγματευόμην τοὺς περὶ τῶν συμφερόντων τῇ τε πόλει καὶ τοῖς ἄλλοις Ἕλλησι συμβουλεύοντας, καὶ πολλῶν μὲν ἐνθυμημάτων γέμοντας, οὐκ ὀλίγων δ᾽ ἀντιθέσεων καὶ παρισώσεων καὶ τῶν ἄλλων ἰδεῶν τῶν ἐν ταῖς ῥητορείαις διαλαμπουσῶν καὶ τοὺς ἀκούοντας ἐπισημαίνεσθαι καὶ θορυβεῖν ἀναγκαζουσῶν· νῦν δ᾽ οὐδ᾽ ὁπωσοῦν τοὺς τοιούτους. [3] Ἡγοῦμαι γὰρ οὐχ ἁρμόττειν οὔτε τοῖς ἔτεσι τοῖς ἐνενήκοντα καὶ τέτταρσιν, ἁγὼ τυγχάνω γεγονὼς, οὔθ᾽ ὅλως τοῖς ἤδη πολιὰς ἔχουσιν ἐκεῖνον τὸν τρόπον ἔτι λέγειν, ἀλλ᾽ ὡς ἅπαντες μὲν ἂν ἐλπίσειαν, εἰ βουληθεῖεν, οὐδεὶς δ᾽ ἂν δυνηθείη ῥᾳδίως πλὴν τῶν πονεῖν ἐθελόντων καὶ σφόδρα προσεχόντων τὸν νοῦν. [4] Τούτου δ᾽ ἕνεκα ταῦτα προεῖπον, ἵν᾽ ἤν τισιν ὁ μέλλων δειχθήσεσθαι λόγος μαλακώτερος ὢν φαίνηται τῶν πρότερον διαδεδομένων, μὴ παραβάλλωσι πρὸς τὴν ἐκείνων ποικιλίαν, ἀλλὰ πρὸς τὴν ὑπόθεσιν αὐτὸν κρίνωσι τὴν ἐν τῷ παρόντι δεδοκιμασμένην.
[5] Διαλέξομαι δὲ περί τε τῶν τῇ πόλει πεπραγμένων καὶ περὶ τῆς τῶν προγόνων ἀρετῆς, οὐκ ἀπὸ τούτων ἀρξάμενος, ἀλλ᾽ ἀπὸ τῶν ἐμοὶ συμβεβηκότων· ἐντεῦθεν γὰρ οἶμαι μᾶλλον κατεπείγειν. Πειρώμενος γὰρ ἀναμαρτήτως ζῆν καὶ τοῖς ἄλλοις ἀλύπως, οὐδένα διαλέλοιπα χρόνον ὑπὸ μὲν τῶν σοφιστῶν τῶν ἀδοκίμων καὶ πονηρῶν διαβαλλόμενος, ὑπ᾽ ἄλλων δέ τινων οὐχ οἷός εἰμι γιγνωσκόμενος, ἀλλὰ τοιοῦτος ὑπολαμβανόμενος οἷον ἂν παρ᾽ ἑτέρων ἀκούσωσιν. [6] Βούλομαι οὖν προδιαλεχθῆναι περί τ᾽ ἐμαυτοῦ καὶ περὶ τῶν οὕτω πρός με διακειμένων, ἵν᾽ ἤν πως οἷός τε γένωμαι, τοὺς μὲν παύσω βλασφημοῦντας, τοὺς δ᾽ εἰδέναι ποιήσω περὶ ἃ τυγχάνω διατρίβων· ἢν γὰρ ταῦτα τῷ λόγῳ δυνηθῶ διοικῆσαι κατὰ τρόπον, ἐλπίζω τὸν ἐπίλοιπον χρόνον αὐτός τ᾽ ἀλύπως διάξειν καὶ τῷ λόγῳ τῷ μέλλοντι ῥηθήσεσθαι τοὺς παρόντας μᾶλλον προσέξειν τὸν νοῦν.
[7] Οὐκ ὀκνήσω δὲ κατειπεῖν οὔτε τὴν νῦν ἐγγιγνομένην ἐν τῇ διανοίᾳ μοι ταραχὴν οὔτε τὴν ἀτοπίαν ὧν ἐν τῷ παρόντι τυγχάνω γιγνώσκων, οὔτ᾽ εἴ τι πράττω τῶν δεόντων. Ἐγὼ γὰρ μετεσχηκὼς τῶν μεγίστων ἀγαθῶν, ὧν ἅπαντες ἂν εὔξαιντο μεταλαβεῖν, πρῶτον μὲν τῆς περὶ τὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχὴν ὑγιείας, οὐχ ὡς ἔτυχον, ἀλλ᾽ ἐναμίλλως τοῖς μάλιστα περὶ ἑκάτερον τούτων εὐτυχηκόσιν, ἔπειτα τῆς περὶ τὸν βίον εὐπορίας, ὥστε μηδενὸς πώποτ᾽ ἀπορῆσαι τῶν μετρίων, μηδ᾽ ὧν ἄνθρωπος ἂν νοῦν ἔχων ἐπιθυμήσειεν, [8] ἔτι τοῦ μὴ τῶν καταβεβλημένων εἷς εἶναι, μηδὲ τῶν κατημελημένων, ἀλλ᾽ ἐκείνων περὶ ὧν οἱ χαριέστατοι τῶν Ἑλλήνων καὶ μνησθεῖεν ἂν καὶ διαλεχθεῖεν ὡς σπουδαίων ὄντων, τούτων ἁπάντων μοι συμβεβηκότων, τῶν μὲν ὑπερβαλλόντως, τῶν δ᾽ ἐξαρκούντως, οὐκ ἀγαπῶ ζῶν ἐπὶ τούτοις, ἀλλ᾽ οὕτω τὸ γῆράς ἐστι δυσάρεστον καὶ μικρολόγον καὶ μεμψίμοιρον ὥστε πολλάκις ἤδη τήν τε φύσιν τὴν ἐμαυτοῦ κατεμεμψάμην, ἧς οὐδεὶς ἄλλος καταπεφρόνηκεν, [9] καὶ τὴν τύχην ὠδυράμην, ταύτῃ μὲν οὐδὲν ἔχων ἐπικαλεῖν ἄλλο, πλὴν ὅτι περὶ τὴν φιλοσοφίαν, ἣν προειλόμην, ἀτυχίαι τινὲς καὶ συκοφαντίαι γεγόνασιν, τὴν δὲ φύσιν εἰδὼς πρὸς μὲν τὰς πράξεις ἀρρωστοτέραν οὖσαν καὶ μαλακωτέραν τοῦ δέοντος, πρὸς δὲ τοὺς λόγους οὔτε τελείαν οὔτε πανταχῇ χρησίμην, ἀλλὰ δοξάσαι μὲν περὶ ἑκάστου τὴν ἀλήθειαν μᾶλλον δυναμένην τῶν εἰδέναι φασκόντων, εἰπεῖν δὲ περὶ τῶν αὐτῶν τούτων ἐν συλλόγῳ πολλῶν ἀνθρώπων ἁπασῶν ὡς ἔπος εἰπεῖν ἀπολελειμμένην.


[1] Οι λόγοι που προτιμούσα να γράφω στα νιάτα μου δεν ήταν οι αναφερόμενοι στους μύθους ούτε οι γεμάτοι τερατολογίες και ψέματα, που αρέσουν στους περισσότερους πιο πολύ από όσο εκείνοι που αναφέρονται στη σωτηρία τους· ούτε και οι λόγοι που περιγράφουν τα παλαιά κατορθώματα και τους πολέμους των Ελλήνων, μολονότι γνώριζα ότι δίκαια επαινούνται τέτοιοι λόγοι· ούτε πάλι μου άρεσε να γράφω λόγους απλοϊκούς, εντελώς άκομψους, τέτοιους στους οποίους συνιστούν οι δεινοί ρήτορες στους νεότερους να ασκούνται, αν θέλουν να βρίσκονται σε πλεονεκτική θέση έναντι των αντιδίκων τους στα δικαστήρια. [2] Αφήνοντας λοιπόν κατά μέρος όλους τους λόγους αυτού του είδους, καταγινόμουν με εκείνους που έδιναν συμβουλές για τα συμφέροντα τόσο της πόλης όσο και των άλλων Ελλήνων, λόγους πλούσιους σε επιχειρήματα, με πολλές αντιθέσεις, πάρισα και άλλα σχήματα λόγου, στολίδια της ρητορικής, που αναγκάζουν τους ακροατές να τα επιδοκιμάζουν και να επευφημούν. Τώρα πλέον δεν ασχολούμαι καθόλου με αυτό το είδος των ρητορικών λόγων.
[3] Γιατί νομίζω ότι δεν ταιριάζει ούτε στα ενενήντα τέσσερα χρόνια, που τυχαίνει να είμαι, ούτε γενικά στους ασπρομάλληδες να μιλούν κατ᾽ αυτό τον τρόπο, αλλά όπως θα περίμεναν όλοι, αν το επιθυμούσαν, αλλά που κανένας δεν θα μπορούσε εύκολα να το επιτύχει, εκτός από εκείνους που είναι αποφασισμένοι να μοχθούν και να καταβάλλουν μεγάλη πνευματική προσπάθεια.
[4] Τα ανέφερα αυτά από πριν με σκοπό, αν ο προς δημοσίευση λόγος μου φανεί σε μερικούς κάπως πιο αδύνατος από εκείνους που έχω δημοσιεύσει παλαιότερα, να μην τον συγκρίνουν με εκείνους ως προς την ποικιλία των ρητορικών σχημάτων, αλλά να τον κρίνουν με βάση την πρόθεση που είχα, όταν τον συνέθετα.
[5] Θα μιλήσω τόσο για τα κατορθώματα της πόλης όσο και για την αρετή των προγόνων. Ωστόσο, δεν θα αρχίσω από αυτά αλλά από τα όσα έχουν συμβεί σε μένα προσωπικά, γιατί πιστεύω ότι αυτά είναι που επείγουν περισσότερο. Ενώ λοιπόν προσπαθούσα να ζω άμεμπτα και χωρίς να ενοχλώ τους άλλους, δεν πέρασε ούτε στιγμή που να μη με διαβάλλουν κάποιοι άσημοι και κακοήθεις σοφιστές· κάποιοι άλλοι πάλι να μη γνωρίζουν ποιός πραγματικά είμαι, αλλά να νομίζουν ότι είμαι αυτός που ακούν από άλλους. [6] Επιθυμώ λοιπόν να μιλήσω από πριν τόσο για τον εαυτό μου όσο και για εκείνους που συμπεριφέρονται προς εμένα κατά τον τρόπο που περιέγραψα, με σκοπό, αν κάπως μπορέσω, και τους μεν να κάνω να παύσουν να με κακολογούν, και τους άλλους να καταλάβουν με ποια πράγματα τυχαίνει να ασχολούμαι. Γιατί, αν μπορέσω, μιλώντας όπως πρέπει, να πετύχω αυτά, ελπίζω πως και ο ίδιος θα περάσω την υπόλοιπη ζωή μου χωρίς ενοχλήσεις και όσοι παρευρίσκονται εδώ θα προσέξουν καλύτερα τον λόγο που πρόκειται να εκφωνηθεί.
[7] Δεν θα διστάσω να πω ανοιχτά ούτε τη σύγχυση που επικρατεί τώρα στο μυαλό μου ούτε και τις παράδοξες σκέψεις που τυχαίνει να κάνω αυτή τη στιγμή ούτε αν κάνω κάτι από όσα πρέπει. Εγώ, δηλαδή, έχω απολαύσει τα μεγαλύτερα αγαθά, στα οποία όλοι θα εύχονταν να πάρουν μέρος, με πρώτο από όλα τη σωματική και ψυχική υγεία, όχι τυχαία, αλλά σε βαθμό ώστε να συναγωνίζομαι όσους υπήρξαν πάρα πολύ ευτυχείς σε καθένα από τα δύο αυτά αγαθά· κατόπιν, με άφθονα τα μέσα της ζωής, ώστε να μη στερηθώ ποτέ μέχρι σήμερα τίποτε από αυτά που συνιστούν μια μέτρια ζωή, μήτε όσα θα επιθυμούσε ένας νουνεχής άνθρωπος· [8] επιπλέον δεν ήμουν κανένας από τους καταφρονεμένους ούτε και από τους παραμελημένους, αλλά ένας από εκείνους που θα θυμούνται οι διαπρεπέστεροι Έλληνες και θα συζητούν γι᾽ αυτούς, επειδή θα τους θεωρούν σπουδαίους ανθρώπους. Ενώ λοιπόν έχουν συμβεί όλα αυτά σε μένα, άλλα σε βαθμό υπερβολικό, άλλα σε ικανοποιητικό, δεν είμαι ευχαριστημένος που ζω κάτω από αυτές τις συνθήκες. Τα γηρατειά είναι τόσο δυσάρεστα, γκρινιάρικα και μεμψίμοιρα, ώστε πολλές φορές ως τώρα παραπονέθηκα για τα φυσικά μου χαρίσματα, που κανένας άλλος δεν έχει περιφρονήσει, [9] και πολλές φορές διαμαρτυρήθηκα για την τύχη μου, αν και δεν έχω να της καταλογίσω τίποτε άλλο, εκτός του ότι στη φιλοσοφία που επέλεξα μου έχουν συμβεί κάποιες ατυχίες και αντιμετώπισα συκοφαντίες. Όσο για τη φύση μου, ήξερα ότι ως προς τη δράση ήταν ασθενική και άτολμη περισσότερο από όσο έπρεπε, ενώ ως προς το λέγειν ούτε τέλεια ήταν ούτε σε όλα χρήσιμη· ωστόσο, ήταν ικανή να ανακαλύψει την αλήθεια για κάθε ζήτημα περισσότερο από αυτούς που ισχυρίζονται ότι την κατέχουν· αλλά να μιλήσει για τα ίδια αυτά ζητήματα σε συγκέντρωση πολλών ανθρώπων υστερούσε γενικά σε σχέση με τις φύσεις όλων των άλλων ανθρώπων.