[1] Υποθέτω πως πολλοί από σας διερωτάσθε τί να είναι άραγε αυτό που με παρακίνησε να παρουσιαστώ ενώπιόν σας και να μιλήσω για σωτηρία, σαν τάχα να βρίσκεται η πόλη σε κίνδυνο ή να έχουν φτάσει τα πράγματα σε αβέβαιη κατάσταση γι᾽ αυτήν, ενώ στην πραγματικότητα έχει στη διάθεσή της περισσότερες από διακόσιες τριήρεις, επικρατεί ειρήνη στη στεριά και κυριαρχεί στη θάλασσα· [2] ακόμη, έχει πολλούς συμμάχους πρόθυμους να μας βοηθήσουν, αν χρειαστεί, πολύ περισσότερους αυτούς που καταβάλλουν τους φόρους και εκτελούν τις διαταγές της. Και, αφού αυτά είναι εξασφαλισμένα, θα μπορούσε να πει κανείς πως εμείς έχουμε κάθε λόγο να νιώθουμε ασφαλείς, καθώς βρισκόμαστε μακριά από τους κινδύνους, ενώ θα έπρεπε να ανησυχούν οι εχθροί μας και να σκέφτονται για τη σωτηρία τους. [3] Εσείς λοιπόν, ακολουθώντας, προφανώς, αυτές τις σκέψεις, περιφρονείτε την εδώ παρουσία μου και ελπίζετε ότι με τη δύναμη αυτή θα κυριαρχήσετε σε όλη την Ελλάδα. Εγώ όμως τυχαίνει να φοβάμαι, γι᾽ αυτούς ακριβώς τους λόγους. Γιατί βλέπω ότι όσες πόλεις πιστεύουν ότι βρίσκονται σε άριστη κατάσταση σκέφτονται κατά τον χειρότερο τρόπο, και όσες είναι πέρα για πέρα σίγουρες για τον εαυτό τους βρίσκονται αντιμέτωπες με πάρα πολλούς κινδύνους. [4] Αιτία αυτών είναι ότι κανένα είτε καλό είτε κακό δεν έρχεται στον άνθρωπο μόνο του, αλλά πάνε μαζί· έτσι, τον πλούτο και την πολιτική δύναμη συνοδεύει η αμυαλοσύνη ακολουθούμενη από την ακολασία, ενώ τη φτώχεια και την ταπεινοφροσύνη συνοδεύουν η σωφροσύνη και πολλή μετριοφροσύνη. [5] Έτσι, είναι δύσκολο να αποφασίσει κανείς ποιό από αυτά τα δύο θα δεχόταν να αφήσει στα παιδιά του. Γιατί θα διαπιστώναμε ότι από εκείνο που φαίνεται ότι είναι χειρότερο οι ενέργειες πηγαίνουν ως επί το πλείστον προς το καλύτερο, ενώ από εκείνο που φαίνεται ότι είναι ανώτερο συνήθως μεταπίπτουν στο χειρότερο. [6] Γι᾽ αυτά μπορώ να φέρω πάρα πολλά παραδείγματα από την ιδιωτική ζωή των ανθρώπων —γιατί σ᾽ αυτήν οι μεταβολές είναι πάρα πολύ συχνές— ωστόσο πιο σπουδαία και πιο συγκεκριμένα για τους ακροατές είναι τα παραδείγματα από τα όσα έχουν συμβεί σε μας και στους Λακεδαιμονίους. Όσο για μας, μετά την ερήμωση της πόλης από τους βαρβάρους, γίναμε οι πρώτοι μεταξύ των Ελλήνων, επειδή ήμασταν ανήσυχοι για το μέλλον και είχαμε στρέψει την προσοχή μας στις υποθέσεις μας· όταν όμως πιστέψαμε ότι η δύναμή μας ήταν ακαταμάχητη, λίγο έλειψε να γίνουμε δούλοι. [7] Κατά τον ίδιο τρόπο και οι Λακεδαιμόνιοι, ενώ ξεκίνησαν από τους αρχαίους χρόνους από ανίσχυρες και ασήμαντες πόλεις, κυριάρχησαν στην Πελοπόννησο επειδή ζούσαν μια ζωή μετρημένη και κάτω από στρατιωτική πειθαρχία· αργότερα όμως, επειδή έγιναν υπερόπτες περισσότερο από όσο έπρεπε και πήραν την ηγεμονία της Ελλάδας σε στεριά και θάλασσα, βρέθηκαν στους ίδιους κινδύνους με μας. [8] Όποιος λοιπόν, ενώ γνωρίζει ότι έχουν συντελεστεί τόσο μεγάλες μεταβολές και έχουν εξαφανιστεί τόσο γρήγορα τόσο μεγάλες δυνάμεις, εμπιστεύεται την τωρινή κατάσταση είναι πολύ ανόητος, ειδικά τώρα που η πόλη μας βρίσκεται σε πολύ χειρότερη μοίρα από ό,τι εκείνη την εποχή και είναι πάλι σε έξαρση το μίσος των Ελλήνων και η έχθρα του Μ. Βασιλιά, πράγματα που τότε στράφηκαν εναντίον μας. [9] Δεν ξέρω τί από τα δύο να υποθέσω· ότι δεν ενδιαφέρεστε καθόλου για τα δημόσια πράγματα ή ενδιαφέρεστε βέβαια γι᾽ αυτά, αλλά έχετε φτάσει σε τέτοιο σημείο αναισθησίας, ώστε να μην αντιλαμβάνεστε σε ποιό βαθμό ταραχής έχει περιέλθει η πόλη. Μοιάζετε δηλαδή με ανθρώπους που βρίσκονται σε τέτοια ψυχική κατάσταση, ώστε, ενώ έχετε χάσει όλες τις πόλεις στη Θράκη, έχετε δαπανήσει χωρίς λόγο περισσότερα από χίλια τάλαντα για τους μισθοφόρους, [10] έχετε συκοφαντηθεί στα μάτια των Ελλήνων και έχετε γίνει εχθροί με τον βασιλιά των βαρβάρων, ενώ αναγκαστήκατε να σώζετε ακόμη και τους φίλους των Θηβαίων, αλλά έχετε χάσει τους δικούς σας συμμάχους· για τέτοιου είδους λοιπόν ενέργειες έχουμε προσφέρει ως τώρα δυο φορές θυσίες ευχαριστήριες για τις καλές ειδήσεις, και στις συνελεύσεις ενδιαφερόμαστε για τις υποθέσεις μας αυτές με περισσότερη απροθυμία από εκείνους που κάνουν όλα όσα πρέπει.
|