ΠΡΟΛΟΓΟΣ Σκηνικό: Το παλάτι του βασιλιά της Αιγύπτου Θεοκλύμενου. Μπρος του, κοντά στην ορχήστρα, το μνήμα του πατέρα του Πρωτέα. Στο βάθος φαίνεται ο Νείλος.
ΕΛΕΝΗ
Νά ο Νείλος με τις όμορφες νεράιδες,
που αυτός κι όχι βροχή του Δία μουσκεύει
τους κάμπους της Αιγύπτου, όταν τα χιόνια
λιώνουν. Εδώ βασίλευε ο Πρωτέας,
της χώρας κυβερνήτης, όσο ζούσε,
στο νησί Φάρο κατοικώντας. Πήρε
γυναίκα μια Νηρηίδα, την Ψαμάθη,
που άντρα τον Αιακό πρωτύτερα είχε.
Μες στα παλάτια αυτά γεννάει δυο τέκνα,
τον Θεοκλύμενο, γιατί σεβόταν
10στη ζωή του τους θεούς, κι ένα κορίτσι
ευγενικό, καμάρι της μητέρας,
που Ειδώ την έλεγαν, μικρή όταν ήταν·
στην ώρα όμως σαν έφτασε για γάμο,
την είπαν Θεονόη, γιατί τα θεία,
μελλούμενα και τωρινά, τα ήξερε όλα·
μια τέτοια έλαβε χάρη απ᾽ τον Νηρέα,
τον πρόγονό της. Ο δικός μου τόπος
η ξακουστή ᾽ναι Σπάρτη και πατέρας
ο Τυνδάρεως· μια φήμη ωστόσο λέει
πως, παίρνοντας ο Δίας θωριά κύκνου,
πέταξε προς τη μάνα μου τη Λήδα,
κάποιον αϊτό για να ξεφύγει τάχα,
20κι έτσι μαζί της δολερά έχει σμίξει,
αν είν᾽ αλήθεια. Ελένη τ᾽ όνομά μου.
Τα βάσανά μου θα σας ιστορήσω.
Οι τρεις θεές, η Κύπριδα κι η Ήρα
κι η Αθηνά, του Δία η θυγατέρα,
σε μια βραχοσπηλιά πήγαν της Ίδης,
την πιο όμορφη να κρίνει ο Πάρης. Όμως
την ομορφιά μου τάζοντάς του η Κύπρη
—αν όμορφο λογιέται ό,τι σου φέρνει
τη δυστυχία— και ταίρι του πως θα ᾽μαι,
κερδίζει το βραβείο. Και της Ίδης
αφήνοντας τις στάνες φτάνει ο Πάρης
30γοργά στη Σπάρτη για να με κερδίσει.
Οργίστηκ᾽ η Ήρα που έτσι τη νικήσαν
κι εμπόδισε τον γάμο μου μ᾽ εκείνον.
Στου Πρίαμου τον γιο δεν δίνει εμένα,
παρά το είδωλό μου, φτιάχνοντάς το
σαν πλάσμα ζωντανό από τον αιθέρα
και αυτός θαρρεί πως μ᾽ έχει —κούφια ιδέα—
ενώ δεν μ᾽ έχει καν. Έπειτα οι γνώμες
του Δία στα πάθη αυτά σωριάσαν και άλλα·
γιατί σήκωσε πόλεμο αναμέσο
στη χώρα των Ελλήνων και στους δόλιους
τους Τρωαδίτες, για να ξαλαφρώσει
40τη μάνα γη απ᾽ το πλήθος των ανθρώπων
κι ο πιο μεγάλος άντρας της Ελλάδας
να γίνει ξακουστός. Εγώ βραβείο
παλικαριάς στους Έλληνες και Τρώες
ποτέ δεν ήμουν, ήταν τ᾽ όνομά μου.
Με πήρε στις πτυχές ο Ερμής του αιθέρα
και σκεπασμένη σε θαμπή νεφέλη
—δεν μ᾽ άφησε χωρίς φροντίδα ο Δίας—
μ᾽ έφερε στου Πρωτέα εδώ τα σπίτια,
κρίνοντας πως αυτός απ᾽ όλους ήταν
πιο γνωστικός κι αγνό τον γάμο μου έτσι
για τον Μενέλαο θα κρατούσα. Τώρα
βρίσκομαι εδώ κι ο δόλιος μου άντρας πήγε,
50μαζεύοντας στρατό, στης Τροίας τα κάστρα
ζητώντας να με πάρει πίσω. Κι έχουν
στου Σκάμαντρου χαθεί το ρέμα πλήθος
ψυχές για μένα· κι ενώ τόσα πάθη
τράβηξα, από παντού ακούω κατάρες,
προδότρα με λογιάζουνε του αντρός μου
κι αιτία για να μπλέξουνε σε μέγα
πόλεμο οι Έλληνες. Τί να την κάνω
τη ζωή πια; Ο Ερμής αυτόν τον λόγο
μου είπε· στη δοξασμένη εγώ τη Σπάρτη
θα ζήσω με τον άντρα μου και πάλι,
που θα το μάθει πως ποτέ δεν πήγα
στην Τροία στο κρεβάτι κάποιου ξένου.
60Κι όσο ο Πρωτέας έβλεπε τον ήλιο,
κανείς για γάμο δεν μιλούσε· μα όταν
μπήκε στη σκοτεινιά της γης εκείνος,
γυναίκα με ζητά ολοένα ο γιος του.
Τον άντρα μου τιμώντας, στου Πρωτέα
το μνήμα ετούτο ικέτισσα προσπέφτω,
καθάρια να κρατήσει την τιμή μου.
Γιατί αν κακό όνομα έχω στην Ελλάδα,
το σώμα μου ντροπή να μη μολύνει.
(Έρχεται ο Τεύκρος παρατηρώντας εξεταστικά γύρω του.)
|