225Σεβαστή, πολυανάκτορη, με πολλές πόλεις, χαίρε Χιτώνη
κάτοικε της Μιλήτου που ο Νηλέας σ᾽ έκανε
οδηγό του, όταν με πλοία ανοίχτηκες, από τη χώρα φεύγοντας του Κέκροπα.
Χησιάδα, Ιμβρασία, πρωτόθρονη, σ᾽ εσένα ο Αγαμέμνονας
στο ναό σου το πηδάλιο του πλοίου του αφιέρωσε,
230παρακλητήριο δώρο για την άπλοια, όταν εσύ είχες δέσει τους ανέμους,
την ημέρα που των Αχαιών τα πλοία έπλεαν να κάψουνε των Τεύκρων πόλεις
επειδή πολύ είχαν θυμώσει με τη Ραμνουσίδα Ελένη.
Προς τιμή σου ο Προίτος δύο οικοδόμησε ναούς.
Τον ένα της Κορίας Άρτεμης, που μάζεψες τις κόρες του
235στα Αζήνια όρη που περιπλανιούνταν, και τον άλλο στους Λουσούς,
για την ήμερη Αρτέμιδα, που των παιδιών του γλύκανες τον άγριο θυμό.
Προς τιμή σου κάποτε και Αμαζόνες πολεμόχαρες
ξόανο στα παράλια σου ᾽στησαν της Εφέσου
κάτω από βαλανιδιά, και τέλεσε για σένα η Ιππώ θυσία.
240Και οι ίδιες, Ούπη άνασσα, τριγύρω σου χορέψαν,
πρώτα με ασπίδες, ένοπλες, κι έπειτα κυκλικά,
στήνοντας χορό πλατύ που ήχος τον συνόδευε
από σύριγγες λεπτόφωνες και με τα πόδια τους το έδαφος χτυπούσαν.
Γιατί τα ελαφίσια οστά δεν είχαν αποκτήσει ακόμα τρύπες
245εφεύρεση της Αθηνάς, σκληρής στα ελάφια — κι έδραμε η ηχώ
ώσμε τις Σάρδεις και το Βερεκύνθιο νομό. Και με τα πόδια τους
κροτούσαν δυνατά κι αντιδονούσαν οι φαρέτρες.
Μετέπειτα, γύρω απ᾽ το ξόανο εκείνο, ανοίχτηκε θεμέλιον ευρύ,
και οικοδομήθηκε ναός απ᾽ τον οποίο τίποτε δεν θα δει θεϊκότερο το φως της μέρας
250ούτε και πλουσιότερο. Με την Πυθώνα θα μπορούσε να παραβληθεί.
Το ναόν αυτό από παραφροσύνη απείλησε να καταστρέψει
ο Λύγδαμις ο υβριστής. Για τούτο και στρατόν από φοραδοαρμεχτάδες
Κιμμέριους οδήγησε, πολλούς όσο και η άμμος, που μαζί του
στον πόρο κατοικούνε της βοϊδόμορφης κόρης του Ινάχου.
255Ο άθλιος αυτός ανάμεσα στους βασιλιάδες, πόσο γελάστηκε! Δεν έμελλε
ούτε αυτός να επιστρέψει στη Σκυθία ούτε άλλος κανείς,
απ᾽ όσους στο λειμώνα του Καΰστρου άμαξες συγκέντρωσαν πολεμικές.
Γιατί μπροστά στην Έφεσο για πάντα έχουν στηθεί τα προστατευτικά σου τόξα.
Ω σεβαστή, Μουνυχία, λιμενοπροστάτισσα, χαίρε ω Φεραία.
260Μην προσβάλει την Άρτεμη κανένας, γιατί ούτε στου Οινέα την πόλη,
που το βωμό της πρόσβαλε, ήρθαν καλοί αγώνες,
ούτε στο ελαφοκυνήγι, ούτε στην ευστοχία να φιλονικεί κανείς μαζί της
—αφού ούτε του Ατρέα ο γιος τον κομπασμό του πλήρωσε φτηνά—.
Κι ούτε κανείς σε γάμο να ζητήσει την παρθένα —αφού ούτε κι ο Ώτος,
265ούτε ο Ωρίων κάμανε καλόν γάμο—,
μήτε ν᾽ αποφύγει τον ετήσιο χορό — ούτε η Ιππώ
έμεινε δίχως κλάματα, όταν αρνήθηκε χορό να σύρει γύρω απ᾽ το βωμό.
Χαίρε η παντοδύναμη κι άκου μ᾽ ευμένεια τούτο το τραγούδι.
|