[9] Ότι η ηθική αρετή είναι μεσότητα, με ποιό νόημα είναι μεσότητα, ότι είναι μεσότητα ανάμεσα σε δύο κακίες, μια από την πλευρά της υπερβολής και μια από την πλευρά της έλλειψης, και ότι είναι μεσότητα γιατί έχει για στόχο της το μέσον και στα πάθη και στις πράξεις, για όλα αυτά μιλήσαμε ικανοποιητικά. Όλα όμως αυτά δείχνουν ότι δεν είναι καθόλου εύκολο πράγμα να γίνει και να είναι κανείς φορέας της αρετής. Να βρεις του κάθε πράγματος το μέσον είναι, πράγματι, μια δύσκολη δουλειά· το μέσον του κύκλου π.χ. δεν είναι δουλειά του καθενός να το βρει, αλλά μόνο του γνώστη. Έτσι ακριβώς και το να οργισθούμε είναι κάτι το εύκολο για τον καθένα μας· το ίδιο και το να δώσουμε και να δαπανήσουμε χρήματα· το να βρεις όμως σε ποιόν και πόσα και πότε και γιατί και πώς, αυτό δεν είναι πια ούτε του καθενός ούτε εύκολο. Νά γιατί το σωστό είναι και σπάνιο και αξιέπαινο και ωραίο. Γι᾽ αυτό ο άνθρωπος που έχει για στόχο του το μέσον πρέπει πριν από όλα να απομακρύνεται από το πιο αντίθετο γι᾽ αυτόν, ακριβώς όπως ήταν και της Καλυψώς η συμβουλή: μακριά απ᾽ το κύμα εκείνο κράτα μας κι απ᾽ τον καπνό που βλέπεις, αφού το ένα από τα δύο άκρα είναι μεγαλύτερο λάθος και μεγαλύτερο σφάλμα από το άλλο. Μιας και είναι δύσκολο λοιπόν να πετύχεις το μέσον, εφάρμοσε αυτό που είναι ο αμέσως επόμενος καλύτερος τρόπος: διάλεξε το λιγότερο κακό. Και αυτό [1109b] θα γίνει κατά κύριο λόγο με τον τρόπο που λέμε. Οφείλουμε επίσης να εξετάζουμε να δούμε προς ποιά κατεύθυνση έχουμε από τη φύση μας μεγαλύτερη ροπή: Ο καθένας μας, ως γνωστόν, έχει τη δική του φυσική ροπή, και αυτό πάλι μπορούμε να το διαπιστώσουμε επισημαίνοντας τί μας ευχαριστεί και τί μας δυσαρεστεί. Πρέπει λοιπόν να τραβούμε τον εαυτό μας προς την αντίθετη κατεύθυνση: όσο πιο πολύ απομακρυνόμαστε από το λάθος και από το σφάλμα, τόσο πιο εύκολα θα φτάσουμε στο μέσον — έτσι δεν κάνουν και όσοι προσπαθούν να ισιώσουν τα στραβά ξύλα; Κυρίως όμως πρέπει να φυλάγουμε σε κάθε περίπτωση τον εαυτό μας από το ευχάριστο και από την ηδονή — απέναντί της, ως γνωστόν, δεν είμαστε αδέκαστοι κριτές. Πρέπει λοιπόν να αισθανόμαστε απέναντι στην ηδονή όπως αισθάνθηκαν οι δημογέροντες απέναντι στην Ελένη, και σε κάθε περίσταση να επαναλαμβάνουμε τελικά τα λόγια εκείνων. Αν καταφέρουμε να διώχνουμε την ηδονή με τον ίδιο αυτό τρόπο, τα λάθη μας και τα σφάλματά μας θα είναι λιγότερα. Με μια τέτοια συμπεριφορά —για να γενικεύσουμε πλέον— θα πετυχαίνουμε με τον καλύτερο τρόπο το μέσον. Σίγουρα το πράγμα αυτό είναι δύσκολο, και μάλιστα στις επιμέρους περιπτώσεις. Δεν είναι, πράγματι, εύκολο να καθορίσεις με ποιόν τρόπο, με ποιούς, για ποιόν λόγο και για πόσον χρόνο πρέπει κανείς να οργίζεται. Και εμείς οι ίδιοι, βλέπεις, άλλοτε επαινούμε τους ελλιπείς και τους λέμε πράους, και άλλοτε πάλι επαινούμε τους οργίλους και τους αποκαλούμε «άντρες». Αυτόν, πάντως, που κάνει μικρή μόνο παρέκκλιση από το σωστό δεν τον κατηγορούμε, είτε το κάνει προς την κατεύθυνση της υπερβολής είτε το κάνει προς την κατεύθυνση της έλλειψης· κατηγορούμε αυτόν που παρεκκλίνει πολύ: αυτός δεν μπορεί να μείνει απαρατήρητος. Εν πάση περιπτώσει δεν είναι εύκολο να ορίσεις με τον λόγο και τη σκέψη ως ποιό σημείο και σε τί βαθμό αν παρεκκλίνει κανείς από το σωστό θα είναι πια ψεκτός — μήπως, τάχατε, μπορεί κανείς να το πετύχει αυτό και στα άλλα αντικείμενα της εμπειρίας; Τα πράγματα αυτά ανήκουν στην περιοχή των επιμέρους, όπου αποφασίζει η εντύπωση της στιγμής. Ένα, πάντως, πράγμα έχει γίνει φανερό, ότι η μεσότητα είναι επαινετή στο σύνολο των περιπτώσεων, η απόκλιση όμως άλλοτε προς την κατεύθυνση της υπερβολής και άλλοτε προς την κατεύθυνση της έλλειψης είναι υποχρεωτική και αναπόφευκτη, αφού με αυτόν μόνο τον τρόπο έχουμε την ελπίδα να πετύχουμε κάποτε το μέσον και το σωστό. |