Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας
Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7
ΑΝΤΙΦΩΝ ΡΗΤΩΡ
Φαρμακείας κατὰ τῆς μητρυιᾶς (28-31)
[28] Μένω έκπληκτος με το θράσος και την πρόθεση του αδερφού μου να πάρει όρκο πως είναι σίγουρος για την αθωότητα της μητέρας του και να αναλάβει την υπεράσπισή της. Πώς λοιπόν μπορεί κάποιος να έχει σαφή άποψη για γεγονότα στα οποία δεν ήταν ο ίδιος παρών; Γιατί, αυτοί που σχεδιάζουν το φόνο των γειτόνων τους, δεν κάνουν σχέδια ούτε προετοιμάζονται μπροστά σε μάρτυρες, αλλά ενεργούν με άκραν μυστικότητα και με τέτοιο τρόπο ώστε να μη γίνει γνωστό σε κανέναν. [29] Αντίθετα, τα θύματα δεν ξέρουν τίποτε, ώς τη στιγμή που θα βρεθούν στην ίδια τη συμφορά, και τότε βλέπουν τον όλεθρο μέσα στον οποίο βρίσκονται. Τότε, εφόσον μπορούν και προλάβουν πριν πεθάνουν, καλούν φίλους και συγγενείς τους, τους καθιστούν μάρτυρες, τους αποκαλύπτουν τους δολοφόνους τους και τους καθιστούν υπεύθυνους να πάρουν εκδίκηση για τον άδικο χαμό τους. [30] Αυτές τις εντολές έδωσε και σ᾽ εμένα, παιδί όντας, ο πατέρας μου τις τελευταίες του στιγμές, όταν κατατρυχόταν από την άθλια αυτή αρρώστια. Αν δεν έχουν συγγενείς, γράφουν επιστολές, επικαλούνται ως μάρτυρες τους δούλους τους και τους αποκαλύπτουν τους δολοφόνους. Έτσι, εκείνος εκμυστηρεύτηκε, κύριοι, αυτά σ᾽ εμένα, νέο ακόμη, σε εμένα επαναλαμβάνω, έδωσε την εντολή και όχι στους δούλους του. |