[14] Στο σπίτι μας υπήρχε μια σοφίτα, που κρατούσε ο Φιλόνεος, «νοικοκύρης άνθρωπος» και φίλος του πατέρα μας, όποτε έμενε στην πόλη. Αυτός είχε μια παλλακίδα που σκόπευε να εγκαταστήσει σε πορνείο. Η μητέρα του αδερφού μου έμαθε γι᾽ αυτή τη γυναίκα και έπιασε φιλίες μαζί της. [15] Και όταν πληροφορήθηκε ότι ο Φιλόνεος σκόπευε να την εκμεταλλευτεί, την κάλεσε κοντά της και, όταν εκείνη ήρθε, της εκμυστηρεύτηκε ότι και η ίδια υποφέρει από τον πατέρα μας. Αν λοιπόν εκείνη έκανε ό,τι της έλεγε, τη διαβεβαίωνε ότι ήταν σε θέση να κάνει τον Φιλόνεο να την αγαπήσει και τον πατέρα μας να ξαναγαπήσει την ίδια, λέγοντάς της ότι η ίδια είχε βρει τον τρόπο, ενώ δουλειά εκείνης ήταν να ακολουθήσει τις οδηγίες της. [16] Τη ρωτούσε λοιπόν αν ήταν έτοιμη να την συνδράμει στην εκτέλεση του σχεδίου και εκείνη, υποθέτω, της έδωσε αμέσως την υπόσχεσή της. Ύστερα από αυτά, συμπτωματικά ο Φιλόνεος, που ήταν στον Πειραιά, έτυχε να προσφέρει θυσία στον Κτήσιο Δία, ενώ ο πατέρας μου σκόπευε να ταξιδέψει στη Νάξο. Έτσι, ο Φιλόνεος θεώρησε ότι ήταν πάρα πολύ καλή ιδέα, με το ίδιο ταξίδι, να ξεπροβοδίσει τον πατέρα μου και φίλο του μέχρι τον Πειραιά και συγχρόνως μετά τη θυσία να του κάνει το τραπέζι. Η ερωμένη του Φιλόνεου τους συνόδευσε για τη θυσία. [17] Όταν έφτασαν στον Πειραιά, ο Φιλόνεος άρχισε, όπως ήταν φυσικό, να θυσιάζει. Και από τη στιγμή που είχε τελειώσει η θυσία, από εκεί και πέρα την απασχολούσε συνεχώς η σκέψη πότε θα τους έδινε το δηλητήριο, μπροστά ή μετά το δείπνο. Αφού λοιπόν το σκέφτηκε, κατέληξε στην απόφαση ότι ήταν προτιμότερο να το δώσει μετά το δείπνο, ακολουθώντας τις οδηγίες αυτής εδώ της Κλυταιμνήστρας. [18] Θα μας έπαιρνε πολύ χρόνο, τόσο για εμένα να εξιστορήσω όσο και για σας να με ακούσετε να λέω όλα τα σχετικά με το δείπνο· ωστόσο, θα προσπαθήσω στη συνέχεια να σας διηγηθώ, όσο γίνεται πιο σύντομα, πώς τους έδωσε το δηλητήριο. Αφού λοιπόν είχαν τελειώσει το δείπνο, άρχισαν, όπως είναι φυσικό σε ανθρώπους που ο ένας προσφέρει θυσία στον Κτήσιο Δία και έχει άνθρωπο στο τραπέζι και ο άλλος είναι έτοιμος να ταξιδέψει και παρακάθεται στο δείπνο φίλου του, να κάνουν σπονδές και να καίνε λιβάνι για να εξασφαλίσουν την εύνοια των θεών. [19] Τότε η ερωμένη του Φιλόνεου, καθώς έχυνε στα ποτήρια τους το κρασί για τη σπονδή, την ώρα που εκείνοι έκαναν ευχές που δεν έμελλαν να εισακουσθούν, έριχνε ταυτόχρονα και το δηλητήριο. Πιστεύοντας ότι κάνει κάτι καλό, έδωσε στον Φιλόνεο μεγαλύτερη δόση, με τη σκέψη ότι, αν του έδινε μεγαλύτερη δόση, θα την αγαπούσε και περισσότερο. Γιατί δεν ήξερε από πριν ότι η μητριά μου την είχε εξαπατήσει, παρά μόνο όταν το κακό είχε ήδη γίνει. Στον πατέρα μας έδωσε μικρότερη δόση. [20] Έτσι, εκείνοι, αφού τελείωσαν τις σπονδές τους, παίρνοντας στα χέρια τους το φονικό ποτήρι, ήπιαν ως τον πάτο το στερνό ποτό τους. Ο θάνατος του Φιλόνεου υπήρξε ακαριαίος· ο πατέρα μας αρρώστησε βαριά, με αποτέλεσμα να πεθάνει είκοσι ημέρες αργότερα. Για όλα αυτά η υπηρέτρια, που ήταν και το εκτελεστικό όργανο, τιμωρήθηκε όπως της άξιζε, παρόλο που δεν ήταν καθόλου ένοχη —ανακρίθηκε με τον τροχό και παραδόθηκε στο δήμιο— η ηθική αυτουργός όμως, η ένοχη για το σχεδιασμό του εγκλήματος, θα λάβει την ανταμοιβή της, αν εσείς το επιθυμείτε και είναι θέλημα των θεών. |