Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΗΣΙΟΔΟΣ

Ἔργα καὶ Ἡμέραι (248-273)


Ὦ βασιλῆς, ὑμεῖς δὲ καταφράζεσθε καὶ αὐτοὶ
τήνδε δίκην· ἐγγὺς γὰρ ἐν ἀνθρώποισιν ἐόντες
250 ἀθάνατοι φράζονται, ὅσοι σκολιῇσι δίκῃσιν
ἀλλήλους τρίβουσι θεῶν ὄπιν οὐκ ἀλέγοντες.
τρὶς γὰρ μύριοί εἰσὶν ἐπὶ χθονὶ πουλυβοτείρῃ
ἀθάνατοι Ζηνὸς φύλακες θνητῶν ἀνθρώπων,
οἵ ῥα φυλάσσουσίν τε δίκας καὶ σχέτλια ἔργα,
255 ἠέρα ἑσσάμενοι, πάντη φοιτῶντες ἐπ᾽ αἶαν.
ἡ δέ τε παρθένος ἐστὶ Δίκη, Διὸς ἐκγεγαυῖα,
κυδρή τ᾽ αἰδοίη τε θεοῖς οἳ Ὄλυμπον ἔχουσιν,
καί ῥ᾽ ὁπότ᾽ ἄν τίς μιν βλάπτῃ σκολιῶς ὀνοτάζων,
αὐτίκα πὰρ Διὶ πατρὶ καθεζομένη Κρονίωνι
260 γηρύετ᾽ ἀνθρώπων ἀδίκων νόον, ὄφρ᾽ ἀποτείσῃ
δῆμος ἀτασθαλίας βασιλέων, οἳ λυγρὰ νοέοντες
ἄλλῃ παρκλίνωσι δίκας σκολιῶς ἐνέποντες.
ταῦτα φυλασσόμενοι, βασιλῆς, ἰθύνετε μύθους,
δωροφάγοι, σκολιῶν δὲ δικέων ἐπὶ πάγχυ λάθεσθε.
265 οἷ τ᾽ αὐτῷ κακὰ τεύχει ἀνὴρ ἄλλῳ κακὰ τεύχων,
ἡ δὲ κακὴ βουλὴ τῷ βουλεύσαντι κακίστη.
πάντα ἰδὼν Διὸς ὀφθαλμὸς καὶ πάντα νοήσας
καί νυ τάδ᾽, αἴ κ᾽ ἐθέλῃσ᾽, ἐπιδέρκεται, οὐδέ λήθει
οἵην δὴ καὶ τήνδε δίκην πόλις ἐντὸς ἐέργει.
270 νῦν δὴ ἐγὼ μήτ᾽ αὐτὸς ἐν ἀνθρώποισι δίκαιος
εἴην μήτ᾽ ἐμὸς υἱός, ἐπεὶ κακὸν ἄνδρα δίκαιον
ἔμμεναι, εἰ μείζω γε δίκην ἀδικώτερος ἕξει.
ἀλλὰ τά γ᾽ οὔ πω ἔολπα τελεῖν Δία μητιόεντα.


Βασιλιάδες, κι εσείς επίσης την τιμωρία τούτη στοχαστείτε!
Γιατί κοντά σας, ανάμεσα στους ανθρώπους, βρίσκονται θεοί
250αθάνατοι και παρατηρούν εκείνους που μ᾽ άδικες κρίσεις
καταπονούν τον έναν ο άλλος, περιφρονώντας την τιμωρία των θεών.
Γιατί επάνω στην πολύτροφη τη γη τρεις μύριοι αθάνατοι του Δία
υπάρχουν φύλακες των θνητών ανθρώπων,
που παραφυλάγουνε τις δίκες και τ᾽ άθλια έργα,
ντυμένοι ομίχλη, σ᾽ όλη τη γη γυρνώντας.
Μία παρθένα είναι η Δίκη, από το Δία γεννημένη,
ένδοξη και αξιοσέβαστη απ᾽ τους θεούς που εξουσιάζουνε τον Όλυμπο.
Όταν κανείς τη βλάπτει και την κατηγορεί στρεβλά,
αμέσως πάει και κάθεται πλάι στο Δία τον πατέρα της, το γιο του Κρόνου,
260και απαγγέλλει τον άδικο των ανθρώπων νου, για να πληρώσει
ο λαός τις αμαρτίες των βασιλιάδων του που στέκονται ολέθρια
κι εκτρέπουνε το δίκαιο σ᾽ άλλο δρόμο μ᾽ άδικες αποφάσεις.
Αυτά βασιλιάδες ν᾽ αποφεύγετε, τις κρίσεις σας διορθώστε,
δωροφάγοι, και τις στραβές τις δίκες σας ξεχάστε τις ολότελα.
Στον ίδιο του τον εαυτό κάνει κακό ο άνθρωπος που κάνει κακό σε άλλον
και η κακή η σκέψη για εκείνον που τη σκέφτηκε είναι η πιο κακή.
Όλα τα βλέπει του Δία ο οφθαλμός κι όλα τα νιώθει,
και βέβαια και τούτα ακόμη τα παρατηρεί, αν το θελήσει,
ούτε και του ξεφεύγει τι είδους δίκαιο είναι αυτό που η πόλη εντός της κλείνει.
270Μακάρι τώρα εγώ, ούτε ο ίδιος ούτε ο γιος μου,
δίκαιος να ᾽μουνα στους ανθρώπους μέσα, αφού σου βγαίνει σε κακό να είσαι
δίκαιος, αν βρίσκει δικαίωση μεγαλύτερη ο περισσότερο άδικος.
Μα ελπίζω πως αυτά ο Δίας ο συνετός εις πέρας δε θα φέρει ακόμη.